Φανή Σιώπη: Δολοφονήθηκε στην ηρωική απεργία των λιγνιτωρύχων του Παγγαίου Σερρών το 1934
Date:
Γράφει ο Στέφανος Πράσσος
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα πάλης όλων των γυναικών, για ψωμί, ελευθερία, ισότητα και αξιοπρέπεια που γιορτάζεται στις 8 Μάρτη κάνουμε ένα μικρό αφιέρωμα, σε μια άγνωστη σχετικά αγωνίστρια, την κομουνίστρια εργάτρια, Φανής Σιώπη που δολοφονήθηκε από την εργοδοσία και τη Χωροφυλακή κατά τη διάρκεια μιας απεργίας στα Λιγνιτωρυχεία Παγγαίου Σερρών.
Το τηλεγράφημα που έφτασε στις 2 Δεκέμβρη του 1934, στον Ριζοσπάστη από τον ανταποκριτή του στις Σέρρες ανέφερε: «Ένας εργάτης έπεσε νεκρός και άλλοι 13 τραυματίστηκαν βαριά από την άτιμη δολοφονική επίθεση της Κυβέρνησης του αίματος…»
Στο νομό Σερρών από το 1916 αλλά και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο, λειτουργούσαν έξι λιγνιτωρυχεία. Η εξόρυξη του λιγνίτη γινόταν με στοές και γαλαρίες και η θερμιδογόνας τους δύναμη ξεπερνούσε τις 6.000 θερμίδες- calorie (6.288 θερμ/κιλό). Η εξόρυξη γινόταν με αρχέγονα μέσα λοστούς, αξίνες, τσάπες, κασμάδες και μικρά φουρνέλα ανά περίσταση. Κατασκευάζονταν εντός των στοών ράγες πάνω στις οποίες κινούνταν καρότσια που φορτώνονταν γύρω στις 300 οκάδες και έλκονταν με συρματόσχοινα από τον «βιντζιέρη» που δούλευε το Βαρούλκο το οποίο βρίσκονταν στην είσοδο της στοάς. Χρησιμοποιούνταν ακόμα και άλογα σε γαλαρίες μήκους μέχρι 50 μέτρων. Οι Γαλαρίες έφταναν έως και 400 μέτρα μήκος.[2]
Τα μέτρα υγιεινής και ασφάλειας ήταν σχεδόν ανύπαρκτα.
Οι ανθρακωρύχοι φορούσαν μπότες και κράνη και κρατούσαν στο χέρι τους φαναράκια ασετιλίνης που έπαιζαν διπλό ρόλο: Φώτιζαν τη στοά αλλά και «προειδοποιούσαν» για την ύπαρξη μεθανίου (ασφυκτικό αλλά και εκρηκτικό αέριο που οι εργάτες το ονόμαζαν «αγκούστα») το οποίο συνήθως έσβηνε τα φαναράκια (προειδοποίηση) αλλά πολλές φορές δημιουργούσε και εκρήξεις με τραγικά αποτελέσματα.
Πάρα πολλοί εργάτες έχασαν τη ζωή τους σε εργατικά «ατυχήματα» στα ανθρακωρυχεία του Παγγαίου και πάρα πολλοί αρρώστησαν και πέθαναν από πνευμονοκονίαση ή φυματίωση που θέριζε εκείνη την εποχή.
Ο Συνδικαλισμός την περίοδο του μεσοπολέμου βρισκόταν σε ραγδαία άνοδο. Τα συνδικάτα αρχικά ήταν συντεχνιακά και εργοδοτικά. Είχαν συνήθως όνομα αγίων και γιόρταζαν μεγαλοπρεπώς τον προστάτη τους. Με την άνοδο της επιρροής του ΚΚΕ κυρίως, αλλά και άλλων μικρότερων οργανώσεων, στους εργαζόμενους και τον ταξικό προσανατολισμό που έδωσε στο συνδικαλιστικό κίνημα άρχισαν τα συνδικάτα να περνάν σε χέρια «συνειδητών» ή «ξυπνημένων» όπως έλεγαν τότε (ταξικά προσανατολισμένων εργατών).
Η αιματοβαμμένη απεργία των Λιγνιτωρύχων Παγγαίου
Η ιστορία διαδραματίζεται στα ονομαζόμενα «Δημόσια ή Εθνικά Λιγνιτωρυχεία Παγγαίου» που τα εκμεταλλεύεται ο εργοδότης Παπαβασιλείου Παναγιώτης και λειτουργούσαν στις κοινότητες κορμίστας και Τσερέπλιανης (Ηλιοκώμης).
Το συνδικάτο που προϋπήρχε στο εν λόγω λιγνιτωρυχείο λεγόταν Άγιος Γεώργιος, δεν είχε σωστό προσανατολισμό αλλά όταν πέρασε σε χέρια συνειδητών εργατών άρχισε να βάζει αιτήματα που αφορούσαν την αύξηση του μεροκάματου, της ασφάλισης, τα προφυλακτικά μέτρα για υγεία και ασφάλεια των εργατών κλπ. Δεν άργησε όμως να μπει στο μάτι της εργοδοσίας η οποία συνεργάζονταν άψογα και με την κυβέρνηση και με τη δικαιοσύνη και με τη χωροφυλακή.
Έτσι κατά τη διάρκεια απεργίας του Συνδικάτου που έγινε τον Μάη του ίδιου χρόνου οι ταξικοί συνδικαλιστές συλλαμβάνονται και με κατασκευασμένες κατηγορίες καταδικάζονται και οδηγούνται στις φυλακές Σερρών. Επίσης απολύονται αρκετοί εργάτες ανθρακωρύχοι που χαρακτηρίστηκαν ως κομμουνιστές.
Οι λιγνιτωρύχοι του Παγγαίου όμως δεν το βάζουν κάτω. Κάνουν γενικές συνελεύσεις, οργανώνονται, εκλέγουν μια Επιτροπή Αγώνα και στις 30 Νοεμβρίου 1934 προκηρύσσουν απεργία με κύριο αίτημα την αποφυλάκιση των συνδικαλιστών τους, την επαναπρόσληψη των απολυμένων συναδέλφων τους αλλά και την αύξηση του μεροκάματου κατά 10 δραχμές στα 40δραχμα και 50δραχμα ημερομίσθια. [3]
Οι απεργοί συγκεντρώνονται στις «μπούκες» του Λιγνιτωρυχείου αλλά ταυτόχρονα φθάνουν και δυνάμεις χωροφυλακής από τη Νέα Ζίχνη, συλλαμβάνουν τα μέλη της Επιτροπής Αγώνα Χρ. Ζαχαρόπουλο, Ι. Γιουβετσόπουλο, Ι Εγγλέζο, Αρ. Φούντα και ταυτόχρονα ζητάν ενισχύσεις από τη χωροφυλακή και το στρατό Σερρών.
Οι εργάτες εξεγείρονται και καλούν βοήθεια από τα κοντινά χωριά. Έρχονται προς συμπαράσταση τα παιδιά και οι γυναίκες των απεργών αλλά και κάτοικοι των χωριών Τσερέπλιανη, Κορμίστα και Νέα Μπάφρα.
Καταφθάνουν στο Λιγνιτωρυχείο ένας εισαγγελέας, ισχυρές δυνάμεις χωροφυλακής Σερρών και ένας λόχος πεζικού με δυο Πολυβόλα! Με τη σκηνοθετημένη κατηγορία ότι οι απεργοί ετοιμάζονται να ανατινάξουν τις στοές του Ορυχείου διενεργούν δολοφονική επίθεση στους συγκεντρωμένους με γκλομπ, υποκόπανους και πυροβολισμούς μέσα στο πλήθος, στο ψαχνό!
Πέφτει νεκρή η αγωνίστρια εργάτρια και μέλος του ΚΚΕ, φανή Σιώπη πυροβολημένη στην κοιλιακή Χώρα.
Οι αυτόπτες μάρτυρες υποστηρίζουν ότι είδαν τον μοίραρχο της Νέας Ζίχνης, Τσίτα να την πυροβολεί με το υπηρεσιακό του περίστροφο σχεδόν εξ επαφής! Τραυματισμένοι βαριά πέφτουν πολλοί εργάτες. Τα δημοσιεύματα τους ανεβάζουν από 13 έως 17.
Ο Νομάρχης Σερρών, Τέντζος, στην έκθεσή του λέει πως «δεν υπάρχει κανένας τραυματίας, εκτός από τη νεκρή, Φανή Σιώπη», που έτσι κι αλλιώς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει αλλά υποστηρίζει στα σοβαρά πως η χωροφυλακή την σκότωσε «εν αμύνη…» και χαρακτηρίζει την νεκρή εργάτρια ως «παρατρεχάμενη….» δηλαδή πως δεν είχε λόγο να βρίσκεται εκεί. [4]
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Γενικός Διοικητής Π. Ράλλης αναφέρει: «Η χωροφυλακή έκανε χρήσιν των όπλων και εφόνευσεν τη Φανήν Σιώπη ευρισκόμενην εν πλήρη αμύνη»[5]
Το πρωί μια νέα επιτροπή των ανθρακωρύχων αποτελούμενη από τους Διδινιώτη, Γρ. Βασιλείου, Ν. Ανεστάκη και Όμηρο Παπαδόπουλο επισκέφτηκε τον εισαγγελέα Σερρών. Στην Επιτροπή επικεφαλής είναι ο Γ.Γ του Ενωτικού Εργατικού Κέντρου Σερρών, Νιόνιος Μενύχτας, στέλεχος του ΚΚΕ και Κόκκινος Δήμαρχος Σερρών που παρότι εκλέχτηκε τον Φλεβάρη του 1934 παύτηκε λίγους μήνες αργότερα (Ιούλης 34) από την Κυβέρνηση, όπως και ο Μήτσος Παρτσαλίδης, κόκκινος Δήμαρχος Καβάλας, για τον μόνο λόγο ότι ήταν κομμουνιστές….
Η νέα επιτροπή απαίτησε την άμεση αποφυλάκιση των αδίκως συλληφθέντων συναδέλφων τους. Ο εισαγγελέας αφού τους άκουσε με προσοχή διέταξε την σύλληψή τους!!!
Η κηδεία της Φανής Σιώπη
Η Φανή Σιώπη ήταν από την Τσερέπλιανη, ένα «κατακόκκινο» χωριό όπου στις δημοτικές εκλογές του 1934 εξέλεξε κόκκινο δημοτικό συμβούλιο αφού πλειοψήφησε το Ενιαίο Μέτωπο Εργατών-Αγροτών (Ε.Μ.Ε.Α) που στηριζόταν από το ΚΚΕ.
«Όλες οι νέες αγρότισσες της Τσερέπλιανης ξενύχτησαν γύρω στο φέρετρο της αγαπημένης τους συντρόφισσας.
Το έντυσαν στα κόκκινα, δείχνοντας τη βαθιά πίστη τους στην κοινή μας υπόθεση κι όλη τη νύχτα τραγουδούσαν τη Διεθνή και το πένθιμο εμβατήριο (Επέσατε θύματα σ.σ.).
Την κηδεία της δολοφονημένης συντρόφισσας παρακολούθησε ολάκερο το Χωριό, γυναίκες, άνδρες και παιδιά. Πρώτοι οι συναγωνιστές της, οι ηρωικοί λιγνιτωρύχοι συνόδευσαν τη νεκρή αγωνίστρια.
Οι χωροφύλακες που λύσσαξαν, βλέποντας το φέρετρο ντυμένο στα κόκκινα, αποπειράθηκαν να το σπάσουν αλλά η λαϊκή οργή τους σταμάτησε…
Οι λιγνιτωρύχοι απτόητοι συνεχίζουν τον απεργιακό τους αγώνα. Τα φονικά βόλια βασανίζουν ακόμα τα κορμιά των 17 μαχητών λιγνιτωρύχων κι έστειλαν στο θάνατο μια ηρωική εργάτρια, τη συντρόφισσα Φανή Σιώπη, μέλλος του Κομμουνιστικού Κόμματος. Το κόμμα μας έχασε ακόμα έναν μαχητή του, δείχνοντας για άλλη μια φορά την αυτοθυσία με την οποία μάχεται για τα δικαιώματα των δουλευτάδων.
Στη θέση της δολοφονημένης συντρόφισσάς μας όμως ετοιμάζονται να καταταχθούν δεκάδες νέοι αγωνιστές, που βλέποντας τη λύσσα του φασισμού, πείστηκαν πως άλλη διέξοδος από τον σκληρό αγώνα δεν υπάρχει.»
Η απεργία σπάει λίγες μέρες αργότερα με ωμή βία και τρομοκρατία. Ακολουθούν δεκάδες συλλήψεις ανθρακωρύχων και η «Επιτροπή Ασφαλείας» οργώνει τα χωριά και συλλαμβάνει όλους όσους οι χαφιέδες θεωρούσαν κομμουνιστές ή «κομμουνίζοντες».
Έτσι τα θύματα κατηγορούνται για άλλη μια φορά ως υπαίτιοι «των σκηνών» και του φόνου που διέπραξαν οι ίδιες οι δυνάμεις του κράτους της εργοδοσίας.
Τιμή και δόξα στους αγωνιστές του εργατικού κινήματος
Αθάνατη η ηρωική, εργάτρια, κομουνίστρια Φανή Σιώπη
πηγή Στέφανος Πράσσος