Date:
Από τους ιδιαίτερα αγαπημένους σκηνοθέτες στις τάξεις των φανατικών σινεφίλ και των μελετητών του κινηματογράφου, ο γεννημένος στο Παρίσι και ανδρωμένος στο Χόλιγουντ, Ζακ Τουρνέρ κατάφερε μέσα από τις ταινίες χαμηλού προϋπολογισμού -κυρίως στις δεκαετίες 40 και 50, που κυρίως του ανέθεταν, να δημιουργήσει το δικό του προσωπικό στυλ, να σημαδέψει ανεξίτηλα το σινεμά του μεταφυσικού και να επηρεάσει πολλούς νεώτερους συναδέλφους του, από τον Μάρτιν Σκορσέζε μέχρι τον Πολ Σρέιντερ, παρότι δεν κέρδισε ποτέ τη θέση που του άξιζε στο πάνθεον των μεγάλων δημιουργών.
Ο Ζακ Τουρνέρ, μπορεί να θεωρείται «Αμερικάνος» σκηνοθέτης, αλλά μαζί του έφερε από την Ευρώπη κάτι που δύσκολα βρίσκεις στον αμερικάνικο κινηματογράφο: τις δεύτερες ή ακόμη και τις τρίτες σκέψεις ενός δημιουργού, που υπάρχουν κάτω από την επιφάνεια. Μπορεί να μην απέρριπτε εύκολα κανένα σενάριο που του δινόταν, αλλά πάντα στις ταινίες του ήταν διακριτό το πνεύμα του σκηνοθέτη, το άγγιγμα ενός σκεπτόμενου καλλιτέχνη, που δεν έλεγε πολλά και άφηνε το έργο του να μιλήσει, να δημιουργήσει τροφή για σκέψη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ιστορίες των ταινιών του, που κυριεύονταν από το μεταφυσικό, το υπερφυσικό ή και τον ψυχολογικό τρόμο, δεν έμεναν στην επιφάνεια, στον εντυπωσιασμό, στο σασπένς, αλλά εξέφραζαν την πραγματική του αγωνία για τις ανθρώπινες αγωνίες.
Άλλωστε, κυρίαρχη προβληματική του αποτέλεσε η έννοια του μύθου και της πραγματικότητας, δουλεύοντας περίτεχνα πάνω στη διασταύρωση του ορθολογικού με το παράλογο. Ο Τουρνέρ, πίστευε στο μεταφυσικό και αναδείκνυε τον τρόμο με απόλυτη κινηματογραφική λιτότητα, πάντρευε το δράμα με τον υποβλητικό λυρισμό, διατηρούσε τις αποστάσεις από τους χαρακτήρες του και απέφευγε τη χειραγώγηση του θεατή, όπως ο διάβολος το λιβάνι.
Μάστορας του ασπρόμαυρου, ο Τουρνέρ δημιουργούσε μία απόκοσμη ηρεμία, ενώ η σκηνοθεσία του, σχεδόν πάντα υπαινικτική, θα λάμβανε εξπρεσιονιστικές διαστάσεις, με τις έντονες φωτοσκιάσεις, τα ημιτόνια του γκρίζου και του μαύρου, που θα τόνωναν περαιτέρω την αντίθεση λογικής και παράλογου. Όλα ταιριαστά και μελετημένα, με μία σκηνοθετική οικονομία, στα όρια της τσιγκουνιάς, αναδεικνύουν την υπαρξιακή αναζήτηση των αμφίσημων ηρώων του και των διφορούμενων καταστάσεων που πρέπει να αντιμετωπίσουν.
Με αφορμή τα 120 χρόνια από τη γέννησή του (12 Νοεμβρίου 1904) είναι μία ευκαιρία να ανακαλύψουμε την αξιοπρόσεκτη καταγωγή του, τα πρώτα του βήματα και τις καλύτερες στιγμές του στον κινηματογράφο, με δεδομένο ότι ήταν από τους σκηνοθέτες που απλώς δούλευαν σε αυτό που αγαπούσαν.
Πρωτοπόρος του σινεμά ο πατέρας
Από το Παρίσι όπου γεννήθηκε, θα βρεθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1914, σε ηλικία 10 χρόνων, μαζί με τον πατέρα του, ο οποίος στην εποχή του ήταν πρωτοπόρος και καταξιωμένος σκηνοθέτης και είχε προτάσεις για να εργαστεί στα μεγάλα στούντιο του Χόλιγουντ, αφού πέρασε πρώτα από τη Νέα Υόρκη. Ο πατέρας του, από γραφίστας και εικονογράφος περιοδικών σύντομα θα στραφεί στην ανακάλυψη της εποχής, τον κινηματογράφο, αποκτώντας τεράστια φήμη. Καινοτόμος και τολμηρός θα σκηνοθετήσει μόνος τις ταινίες του, χρησιμοποιώντας σημαντικούς Γάλλους αστέρες της εποχής, ενώ από το 1915 θα μπει στην αμερικάνικη κινηματογραφική βιομηχανία. Ο Μορίς Τουρνέρ, που θαύμαζε τον Ντέιβιντ Γουόρκ Γκρίφιθ, ήταν μια σημαντική και σεβαστή προσωπικότητα στον χώρο και ιδρυτικό μέλος της Ένωσης Σκηνοθετών Κινηματογράφου της Ανατολικής Ακτής.
Η συνεργασία με τον Βαλ Λιούτον
Με την ώθηση του πατέρα του, ο Ζακ Τουρνέρ θα μπει στα στούντιο της MGM δουλεύοντας από διάφορα πόστα, από παιδί για όλες τις δουλειές και μοντέρ έως βοηθός σκηνοθέτη, ενώ γύρισε και αρκετές μικρού μήκους ταινίες. Το 1939, θα λάβει το βάπτισμα του πυρρός γυρίζοντας την πρώτη του μεγάλου μήκους χολιγουντιανή παραγωγή, το αστυνομικό δράμα «They All Come Out», με τους Τομ Νιλ και Ρίτα Τζόνσον, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Ωστόσο, τρία χρόνια μετά, η γνωριμία του με τον ιδιοφυή παραγωγό Βαλ Λιούτον της RCO, θα ήταν καθοριστική για την πορεία του στο σινεμά. Μαζί θα έδιναν άλλη πνοή στο σινεμά του τρόμου, μέσα από ταινίες χαμηλού προϋπολογισμού.
Κλασικός τρόμος
Στην πρώτη τους κιόλας παραγωγή, το περίφημο και κλασικό πλέον, «Cat People», θα δώσουν το στίγμα τους και θα ανοίξουν ένα νέο κεφάλαιο στο αμερικάνικο σινεμά. Τεράστια εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία, αποδεικνύοντας ότι τα χρήματα στο σινεμά δεν είναι πανάκια, όπως νομίζουν οι περισσότεροι. Στην εξαιρετική ταινία, που πρωταγωνιστούν οι Σιμόν Σιμόν (πανέμορφη και αλησμόνητη), Μαρκ Ρόμπσον, Κεντ Σμιθ και Τομ Κόνγουεϊ, ένας αρχαίος θρύλος προκαλεί την εμμονή σε μια γυναίκα ότι θα μεταμορφωθεί σε πάνθηρα αν γνωρίσει το ερωτικό πάθος ή τη ζήλια.
Ανατριχίλες
Με τον Λιούτον θα συνεργαστούν, μεταξύ άλλων – σε δυο ακόμη εμβληματικές ταινίες τρόμου, με πρώτη και καλύτερη την παραγωγή του 1943 «Περπάτησα με Ένα Ζόμπι», με την πρωταγωνίστρια Κρίστιν Γκόρντον στο ρόλο μίας νεαρής νοσοκόμας να ανακαλύπτει τις θανάσιμες συνέπειες του βουντού και της νεκρανάστασης. Ο Τουρνέρ θα μας υποβάλει στον τρόμο, χωρίς να βλέπεις κάτι τρομαχτικό, αλλά δίνοντας ερεθίσματα, που εγκαθίστανται στο υποσυνείδητο και μία αδιόρατη απειλή, που δημιουργεί εσωτερικές ανατριχίλες. Ταυτόχρονα, θα σχολιάσει, με έναν εκπληκτικό υποδόριο τρόπο, τον αγγλικό επεκτατισμό. Επίσης, θα κάνουν μαζί το θαυμάσιο και αλληγορικό φιλμ «Ο Άνθρωπος Λεοπάρδαλη», με στόρι μία λεοπάρδαλη να απειλεί το Νέο Μεξικό, αλλά ίσως δεν είναι το μόνο σαρκοβόρο πλάσμα που αφήνει πίσω του κατακρεουργημένα πτώματα στους δρόμους της πόλης. Πρωταγωνιστούν οι Τζιν Μπρουκς και Ντένις Ο’ Κιφ.
Το ανθρώπινο μυαλό
Για να κατανοήσουμε καλύτερα το πνεύμα των ταινιών του Τουρνέρ θα πρέπει να σταθούμε στα δικά του λόγια: «Τίποτα δεν είναι πιο εντυπωσιακό από το ανθρώπινο μυαλό. Ο φόβος, ο τρόμος, η φρίκη είναι μέσα μας. Δικαιολογημένα ή όχι, όλοι μας κουβαλάμε ένα αίσθημα ενοχής. Η κακία κυλάει στο αίμα μας, ακόμα κι αν έχουμε μάθει να την ελέγχουμε. Καλή ταινία τρόμου είναι εκείνη που ξυπνάει αυτά τα πρωτόγονα μας ένστικτα.»
Αμαρτωλοί και Δολοφόνοι
Όμως, ο Ζακ Τουρνέρ, δεν θα τυποποιηθεί, ούτε θα καθίσει στις δάφνες των επιτυχιών και δημοφιλών ταινιών τρόμου και θα ανοιχτεί σε πολλά κινηματογραφικά είδη, από φιλμ νουάρ, θρίλερ και κατασκοπικές περιπέτειες έως γουέστερν, μερικά απ’ τα οποία ήταν και τα κλασικά σήμερα «Wichita», «Stars in My Crown» και «Canyon Passage». Θα γυρίσει δύο από τα καλύτερα φιλμ νουάρ, τα αριστουργηματικά «Αμαρτωλοί και Δολοφόνοι», με τον Ρόμπερτ Μίτσαμ, στον πρώτο του μεγάλο ρόλο και «Berlin Express» με τους Ρόμπερτ Ράιαν και Μερλ Όμπερον, να πρωταγωνιστούν στο φυσικό σκηνικό της βομβαρδισμένης μεταπολεμικής Γερμανίας, σε ένα θρίλερ κατασκοπείας, με πλάνα βαθιάς γνώσης της ιστορίας, δράση και ανατροπές με πολιτικές προεκτάσεις.
Ο Τουρνέρ θα γυρίσει ακόμη αρκετές ταινίες, πάντα με τον δικό του χαρακτηριστικό τρόπο και τη δική του οπτική, είτε πρόκειται για περιπέτειες είτε για γουέστερν, μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’60 όταν θα αποσυρθεί από το σινεμά και θα αποτραβηχτεί ήσυχα στο Παρίσι, όπου θα αφήσει την τελευταία του πνοή στις 19 Δεκεμβρίου του 1977. Για να έρθουν οι επόμενες δεκαετίες και το έργο του να επανεκτιμηθεί – ειδικά από τους Ευρωπαίους – και να μπει στο βάθρο που του αξίζει – έστω και αν το Χόλιγουντ δεν το τίμησε ποτέ.
πηγή ΑΠΕ ΜΠΕ