Date:
Τηλεδιάσκεψη με τη Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδας (ΔΟΕ) είχε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, σημειώνοντας πως «τα σχολεία ανοίγουν όπως έκλεισαν χωρίς να έχει γίνει τίποτα στο μεσοδιάστημα που να δημιουργεί μια αίσθηση μεγαλύτερης ασφάλειας».
Βολές κατά της κυβέρνησης και του υπουργείου Παιδείας εξαπέλυσε ο Αλέξης Τσίπρας για την συνολική διαχείριση της εκπαιδευτικής κοινότητας σε όλη την περίοδο της πανδημίας.
«Αποδεικνύεται πως η κυβέρνηση και η υπουργός Παιδείας επιδεικνύουν μια τρομακτική ανεμελιά στο να προτάξουν παρεμβάσεις και λύσεις για την προστασία και των μαθητών και των εκπαιδευτικών», ανέφερε ο Αλέξης Τσίπρας. τονίζοντας ότι ένα συλλογικό συμπέρασμα που πρέπει να εξαχθεί και ένα μήνυμα που πρέπει να ληφθεί είναι ότι «η πανδημία μας αναγκάζει να ξαναδούμε πράγματα που τα θεωρούσαμε παρωχημένα ή είχαμε παραμελήσει, ο δημόσιος χώρος, το ΕΣΥ και το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα». Υπογράμμισε ότι «ουσιαστικές παρεμβάσεις, ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος πρέπει να είναι η σύγχρονη απάντηση και όχι πολιτικές που κατακερματίζουν την εργασία, τα δημόσια αγαθά, την παιδεία, την υγεία και ούτε μπορούν να λυθούν διαρκώς με αναπληρωτές και με προγράμματα που δεν λειτουργούν».
Ο κ. Τσίπρας, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ, σημείωσε ότι «πρέπει να υπάρξει άμεσα μια διαδικασία δρομολόγησης προσλήψεων στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση». «Η εκτίμηση που έχουμε με βάση τον αριθμό των συνταξιοδοτούμενων εκπαιδευτικών είναι ότι αν δεν υπάρξει ένα σοβαρό πρόγραμμα τουλάχιστον 15.000 προσλήψεων το επόμενο διάστημα σχεδόν το 1/3 των εκπαιδευτικών στην πρωτοβάθμια την επόμενη χρονιά θα πρέπει να είναι αναπληρωτές. Δεν μπορεί να λειτουργήσει έτσι κανένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα», σημείωσε. Πρόσθεσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε δρομολογήσει ένα πρόγραμμα 5.000 + 5.000 για το 2020 και το 2021, «δεν προχώρησε ή προχώρησε καθυστερημένα, προφανώς με τα δεδομένα που έχουν προκύψει ούτε αυτό το πρόγραμμα θα ήταν επαρκές». «Χρειάζεται μια άλλη οπτική συνολικά για να αντιμετωπιστούν τα μεγάλα ζητήματα που έχουμε μπροστά μας», είπε.
Ανέφερε ότι η Ελλάδα είναι η χώρα της ΕΕ με τον περισσότερο χρόνο με κλειστά σχολεία φέτος και ότι όχι μόνο ανοίγουν όπως έκλεισαν, όπως είπε, αλλά και «με αυξημένο τον ανώτατο αριθμό μαθητών στις τάξεις του δημοτικού -λόγω της καλοκαιρινής νομοθετικής πρωτοβουλίας της κυβέρνησης και με μοναδικό όπλο τα self test που είναι ένα χρήσιμο εργαλείο αλλά απολύτως συμπληρωματικό δεδομένου ότι δεν έχουν και πολύ υψηλή ευαισθησία». «Είχαμε καταθέσει κι εμείς, κι εσείς, αλλά και ειδικοί για τα θέματα αντιμετώπισης της πανδημίας, προτάσεις δεν εισακούστηκαν, αραίωση τμημάτων, εκ περιτροπής λειτουργία των σχολείων, προσλήψεις εκπαιδευτικών όπως έχουν γίνει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες». Πρόσθεσε ότι ο εμβολιασμός των εκπαιδευτικών, κατά προτεραιότητα σε όλες τις βαθμίδες, θα έπρεπε να είναι ένα μέλημα της κυβέρνησης «που δεν έγινε». «Επιδεικνύουν και εξαιρετική επιδεξιότητα στο να προωθούν συμβάσεις με εταιρείες όπως η Cisco για την τηλεκπαίδευση, που πέρα από το ότι επιβαρύνουν το δημόσιο ταμείο δημιουργούν και πολύ μεγάλα ερωτηματικά σε σχέση με τη διαχείριση των προσωπικών δεδομένων», είπε για την κυβέρνηση και το υπουργείο Παιδείας.
Αναφερθείς στα προβλήματα και τα θέματα που απασχολούν το χώρο της Εκπαίδευσης, ο γενικός γραμματέας της ΔΟΕ, Σταύρος Πετράκης, είπε μεταξύ άλλων ότι ο εμβολιασμός των εκπαιδευτικών «απέχει πολύ από το να ολοκληρωθεί κι αυτό δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα». Σημείωσε ότι «στόχος μας είναι να προετοιμαστεί όσο καλύτερα γίνεται το έδαφος για την ομαλή έναρξη της επόμενης σχολικής χρονιάς» και πως «έχοντας ως δεδομένη την απραξία της κυβέρνησης το προηγούμενο καλοκαίρι, που ουσιαστικά δεν προχώρησαν σε καμία ενέργεια για να προετοιμαστεί το έδαφος για όλο αυτό που θα συνέβαινε, θέλουμε να πιστεύουμε ότι όλοι πρέπει να βοηθήσουμε για να μην ξανασυμβεί αυτό». Έκανε λόγο για παιδαγωγικές ανισότητες και αρκετά ανοικτά ζητήματα που υπάρχουν, επισημαίνοντας ότι «η τηλεκπαίδευση δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη δια ζώσης διδασκαλία», για να τονίσει ότι «αυτά πρέπει να αντιμετωπιστούν στη νέα σχολική χρονιά με ένα μεγάλο πρόγραμμα ενισχυτικής διδασκαλίας ιδιαίτερα των αδύνατων μαθητών και ιδιαίτερα των μικρών τάξεων». «Θα πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη για την ενισχυτική διδασκαλία για να μη μεγαλώσουν οι ανισότητες», είπε.
Ο γγ της ΔΟΕ είπε ότι «τα κενά στην εκπαίδευση είναι πάρα πολύ μεγάλα, στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση φέτος είχαμε 30.000 αναπληρωτές και είχαμε και αποχωρήσεις πάρα πολλών εκπαιδευτικών με συνταξιοδοτήσεις, αυτός ο αριθμός θα προσεγγίσει περίπου τις 40.000. Οι 5.250 διορισμοί που είναι προγραμματισμένοι για φέτος, είναι σταγόνα στον ωκεανό επί της ουσίας». Πρόσθεσε ότι κατά τη ΔΟΕ, σε πρώτο χρόνο τουλάχιστον, θα πρέπει όλοι οι μόνιμοι διορισμοί και οι φετινοί και αυτοί που έχουν προγραμματιστεί για του χρόνου, να γίνουν φέτος, ώστε τα κενά να είναι όσο το δυνατόν λιγότερα.
Είπε ακόμη, ότι η γενίκευση του προγράμματος προσχολικής εκπαίδευσης που δρομολογήθηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα, καθώς υπάρχει ένα μικρό ποσοστό δήμων -ωστόσο μεγάλων δήμων της χώρας- που δεν την έχει υλοποιήσει και πως η δέσμευση της κυβέρνησης είναι ότι από τον Σεπτέμβριο θα λειτουργήσει σε όλη τη χώρα. «Ελπίζουμε να γίνει πραγματικότητα, όμως δεν μπορεί να μην επισημάνουμε ότι η λειτουργία της θα γίνει κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες και πολλές φορές απαράδεκτες παιδαγωγικά, δηλαδή με κοντέινερ που θα τοποθετηθούν στους ήδη μικρούς αύλειους χώρους άλλων σχολείων με ό,τι αυτό συνεπάγεται». «Άρα ένα εκτεταμένο πρόγραμμα σχολικής στέγης που θα αφορά σε πρώτο χρόνο στην προσχολική αγωγή και εκπαίδευση δεν μπορεί να μην είναι στις εκπαιδευτικές προτεραιότητες οποιουδήποτε θέλει να λέει ότι ενδιαφέρεται για τη δημόσια εκπαίδευση», τόνισε. Κρίσιμο χαρακτήρισε και το θέμα των υπηρεσιακών συμβουλίων, αναφέροντας ότι «ο εκπαιδευτικός κόσμος γύρισε την πλάτη στις μεθοδεύσεις του υπουργείου Παιδείας σε αυτό το ζήτημα».
Ο γγ της ΔΟΕ αναφέρθηκε και στο νομοσχέδιο Χατζηδάκη για τα εργασιακά, που «απ’ ό,τι διαβάζουμε όλοι από τις διαρροές στα ΜΜΕ θα δημιουργήσουν ένα τοπίο που θα φέρει πολύ δύσκολες καταστάσεις για τους εργαζόμενους και θα γυρίσει τη χώρα σε περασμένα χρόνια». Είπε ότι «θα πρέπει όλοι να εντείνουμε την αντίσταση μας απέναντι σε αυτό το νομοθέτημα που δεν θα πρέπει να κατατεθεί και που αν κατατεθεί θα πρέπει να ακυρωθεί στην πράξη».