Στο στόχαστρο οι κερδοσκόποι -του Κωνσταντίνου Μουτσιάνα
Date:
του Κωνσταντίνου Μουτσιάνα
Διδάκτωρ Οικονομικών Επιστημών Α.Π.Θ.
Λέκτορας Χρηματοοικονομικών City College, University of York Europe Campus
Η ακρίβεια φαίνεται πως θα διαρκέσει σίγουρα όσο διαρκεί και ο πόλεμος στην Ουκρανία. Το επίπεδο του πληθωρισμού που καταγράφεται ήδη στην ελληνική οικονομία είναι αρκετά υψηλό με τις τιμές σε βασικά είδη πρώτης ανάγκης να αυξάνονται σχεδόν κάθε εβδομάδα. Οι αυξήσεις σε πολλά προϊόντα είναι αναμενόμενες και οφείλονται στα προβλήματα που προκαλεί ο πόλεμος στην εφοδιαστική αλυσίδα, στην άνοδο του κόστους της ενέργειας καθώς επίσης και στην αύξηση του κόστους των πρώτων υλών. Ήδη καταγράφονται αυξήσεις στα χαρτικά, στα άλευρα, στα σπορέλαια καθώς και σε άλλα καταναλωτικά αγαθά όπως το ρύζι, ο καφές και το βρεφικό γάλα. Αυξήσεις οι οποίες έχουν γίνει ήδη αισθητές στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Όπως σε κάθε κύμα ακρίβειας που πλήττει μια οικονομία, έτσι και σε αυτό που βιώνουμε τώρα η ύπαρξη και η δραστηριοποίηση των κερδοσκόπων πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Με πρόσχημα ότι «όλα έχουν ανέβει», προμηθευτές, μεσάζοντες και αλυσίδες σούπερ μάρκετ βρίσκουν ευκαιρία να αυξήσουν παραπάνω από ότι θα έπρεπε τις τιμές των προϊόντων ενδεχομένως για να αντισταθμίσουν την αύξηση των δικών τους εξόδων. Είναι σαφές ότι αυτό δεν μπορεί να αποτελεί επιχειρηματική λογική. Ειδικά όταν οι πολίτες μιας κοινωνίας προέρχονται από μια διετή υγειονομική κρίση με έντονο οικονομικό αποτύπωμα. Επίσης, δεν πρέπει να θεωρούμε δεδομένο ότι όλοι οι πολίτες έχουν τη δυνατότητα να συγκρίνουν τιμές προϊόντων, να εντοπίζουν τα φθηνότερα και να διανύουν αποστάσεις για να τα προμηθευτούν. Ειδικά οι ηλικιωμένοι και οι άνθρωποι με προβλήματα υγείας «εξαρτώνται» από το πλησιέστερο κατάστημα και ως εκ τούτου είναι αναγκαστικά δεσμευμένοι να πραγματοποιούν αγορές προϊόντων που έχουν ανάγκη όποια και αν είναι η τιμή τους. Είναι ενδεχομένως κατάλληλη η χρονική συγκυρία για τις αλυσίδες καταστημάτων να αναθεωρήσουν τα προγράμματα εταιρικής κοινωνικής ευθύνης που «τρέχουν» και εκτός από αναδασώσεις να εντάξουν ενέργειες που συνδέονται με την ενίσχυση των ασθενέστερων και την καταπολέμηση της φτώχειας.
Η εντατικοποίηση των ελέγχων είναι επιβεβλημένη από τις συνθήκες και από την συμπεριφορά ορισμένων επιχειρηματιών. Πρέπει να καταστήσουμε σαφές ότι κανείς δεν θέλει «πόλεμο» ανάμεσα σε διαφορετικές οικονομικές ομάδες ή ανάμεσα στα σούπερ μάρκετ και την υπόλοιπη κοινωνία. Όλοι γνωρίζουμε ότι το υψηλό κόστος ενέργειας πλήττει και τις επιχειρήσεις. Αυτό απέχει πολύ όμως από την αισχροκέρδεια που ήδη παρατηρείται. Σε αυτό το σημείο κρίνεται αναγκαία η παρέμβαση του κράτους, όχι για να ρυθμίσει τις τιμές αλλά για να προστατεύσει το κοινωνικό σύνολο και την υγιή επιχειρηματικότητα. Η νομοθεσία είναι ξεκάθαρη: μέχρι τις 30 Ιουνίου του 2022 δεν επιτρέπεται σε είδη πρώτης ανάγκης το περιθώριο κέρδους να ξεπερνά το 20% σε σύγκριση με τον Φεβρουάριο του 2020. Για το αν θα πρέπει το κράτος να περνά στη δημοσιοποίηση των οικονομικών μονάδων που προβαίνουν σε αισχροκέρδεια είναι ένα άλλο ζήτημα με νομικές διαστάσεις. Σε πρώτη φάση ας παραμείνουμε σε αυστηρούς ελέγχους σε όλη την επικράτεια.
Η ακρίβεια που βιώνουμε είναι ένα φαινόμενο που πλήττει όλες τις οικονομίες παγκοσμίως. Φαίνεται ότι η ελληνική οικονομία δεν θα βιώσει ύφεση παρά μόνο μια επιβράδυνση στον ρυθμό ανάκαμψης της. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, τα ελληνικά νοικοκυριά πιέζονται αφού αναγκάζονται να ξοδεύουν περισσότερα για να αγοράσουν τις ίδιες ποσότητες προϊόντων. Για αυτό πρέπει να αποκλειστεί κάθε περιθώριο αισχροκέρδειας στην αγορά.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην «Μακεδονίας της Κυριακής» στις 03.04.2022.