Date:
Το ενεργειακό μέλλον της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης, μπορεί να γίνει αισιόδοξο. Η προοπτική αυτή στηρίζεται στην ενίσχυση των πράσινων πολιτικών για την ενέργεια, στη συνεργασία των επιστημόνων πάνω σε νέα περιβαλλοντικά ενεργειακά προϊόντα καθώς και στην ενίσχυση της πράσινης, οικολογικής συνείδησης των πολιτών για υποστήριξη, μεταξύ άλλων, έργων πράσινης ενέργειας. Με αυτό το θετικό πρόσημο στην επιστημονική τους άποψη για το αύριο της ενέργειας, τρεις επιστήμονες μίλησαν στο ΑΠΕ – ΜΠΕ για το νέο πρόγραμμα που αφορά παραγωγή ενέργειας πάνω σε πλωτές νησίδες, στα ανοιχτά της θάλασσας, μέσω της αιολικής, ηλιακής και κυματικής τεχνολογίας.
Πρόκειται για τον Χαράλαμπο Μπανιόπουλο, ομότιμο καθηγητή Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και καθηγητή Πανεπιστημίου Μπέρμιγχαμ στην Αγγλία, τον καθηγητή ερευνητή Γιώργο Σταυρουλάκη από το τμήμα Μηχανικών Παραγωγής και Διοίκησης του Πολυτεχνείου Κρήτης και τον επίκουρο καθηγητή Παναγιώτη Αλευρά στο Τμήμα Μηχανικών Παραγωγής και Διοίκησης του Πολυτεχνείου Κρήτης. Σε συνεργασία με επιστήμονες από την Ευρώπη και χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, εργάζονται πάνω στο πρόγραμμα των Πλωτών Νησίδων Παραγωγής Ενέργειας, οι οποίες έχουν τη δυνατότητα να καλύψουν ενεργειακές ανάγκες όχι μόνο παράκτιων περιοχών αλλά και ηπειρωτικών. Στο πλαίσιο του συγκεκριμένου πρότζεκτ, οι καθηγητές με συναδέλφους τους ερευνητές και ομάδα 24 φοιτητών από διαφορετικές ευρωπαϊκές χώρες συμμετείχαν στο θερινό σχολείο του δικτύου Modenerlands.eu το οποίο αποσκοπεί στη συγχώνευση και συστηματοποίηση των προσπαθειών των ευρωπαϊκών ομάδων έρευνας και ανάπτυξης (Ε&Α) που εργάζονται για την αειφόρο ενέργεια και τις συναφείς τεχνολογίες, ιδίως τις πηγές αιολικής και κυματικής ενέργειας.
Όπως είπε στο ΑΠΕ ΜΠΕ ο καθηγητής Μπανιόπουλος, ο οποίος τα τελευταία δέκα χρόνια διατηρεί την έδρα των Αειφόρων Ενεργειακών Συστημάτων στο πανεπιστήμιο Μπέρμινχαμ «πρόκειται για την εξελιγμένη συνέχεια ενός προγράμματος ευρωπαϊκού στο οποίο ήμουν πρόεδρος, για την αιολική ενέργεια και αφού ολοκληρώθηκε πριν πέντε χρόνια, υποβάλαμε εκ νέου ένα νέο πρόγραμμα μία νέα ιδέα για τις χρήσεις, αιολικής ενέργειας, με την ηλιακή ενέργεια και την κυματική ενέργεια, το οποίο και εγκρίθηκε. Συνεργαζόμαστε με το Πολυτεχνείο Κρήτης δεδομένου ότι το πρότζεκτ αφορά μία επέκταση πλωτών ανεμογεννητριών με τη δημιουργία τεχνητών νησίδων με το σύστημα σύνδεσης κομματιών τα οποία μπορούν να αυξομειώσουν την έκταση μιας πλωτής κατασκευής, η οποία πάνω της φιλοξενεί την παραγωγή ενέργειας από τον ήλιο, τον άνεμο, τα κύματα της θάλασσας. Ας φανταστούμε ένα λέγκο το οποίο συντίθεται ή αποσυντίθεται ανάλογα με τις ιδέες και τον σχεδιασμό που έχουμε για να δημιουργήσουμε το τεχνικό νησί. Οι πλωτές αυτές νησίδες, με τις διαστάσεις του προγράμματος που έχουμε σχεδιάσει, τόσο για μελλοντικές χρήσεις όσο και από το πόση ενέργεια χρειαζόμαστε πάνω τους, φέρουν συστήματα αειφόρου ενέργειας όπως είναι ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά ή και συστήματα για κυματική ενέργεια. Όλα δηλαδή που αφορούν σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειες».
Το συγκεκριμένο Project για την έρευνα και τον σχεδιασμό των νησίδων πλαισιώνεται από τέσσερα ειδικά θερινά σχολεία για την ενημέρωση και εξειδίκευση του συγκεκριμένου Project σε φοιτητές όπως και με πολλές συνεδριάσεις και συναντήσεις με ειδικούς και επιστήμονες στην Ευρώπη. «Συνεργαζόμαστε με 30 κράτη, ομάδες ερευνητών και κάποιους εκτός Ευρώπης δεδομένου ότι είναι ένα πολλά υποσχόμενο πρόγραμμα στο οποίο βοηθάει το Πολυτεχνείο της Κρήτης δεδομένου ότι υπάρχουν καθηγητές και επιστήμονες στην Κρήτη με πολύ μεγάλη τριβή στη συγκεκριμένη ειδικότητα και εμπειρία», είπε ο κ. Μπανιόπουλος με τον καθηγητή Γιώργο Σταυρουλάκη να τονίζει στο ΑΠΕ ΜΠΕ ότι: «Το Πολυτεχνείο συνεργάζεται με πολλές ομάδες επιστημόνων που μέσα από την έρευνα το σχεδιασμό επενδύουν σε project με στόχο την καλύτερη ποιότητα της ζωής των ανθρώπων στο μέλλον. Εμείς οφείλουμε να μορφώσουμε τους φοιτητές μας, να τους εισαγάγουμε στον χώρο της έρευνας και του σχεδιασμού, να γνωρίζουν για όλα όσα συμβαίνουν στον χώρο της ενέργειας από πλευράς της επιστήμης, ώστε να είναι εκείνοι που θα αναλάβουν τα ηνία και των προγραμμάτων αλλά και να συνεχίσουν το έργο των ερευνητών και των επιστημόνων που σήμερα αγωνίζονται για όλα αυτά τα προγράμματα. Μεταφέρουμε τη γνώση και η καινούργια γενιά θα υποστηρίξει όλα αυτά τα έργα μόλις περάσει από τα θρανία στην παραγωγή. Οπότε θα πρέπει να γνωρίζουν τις νέες εφαρμογές, να τις μελετήσουν, να γνωρίζουν τα νέα έργα όπως και το συγκεκριμένο project με τις πλωτές ανεμογεννήτριες οι οποίες έχουν μεγάλες ταλαντώσεις, υπάρχουν θέματα κόπωσης υλικών κατασκευής, άρα θα πρέπει οι μηχανικοί να είναι εξειδικευμένοι μιας και θα είναι εκείνοι που θα τις σχεδιάσουν και θα τις προωθήσουν».
Όπως είπε ο καθηγητής Παναγιώτης Αλευράς: «Είναι ανάγκη της εποχής το να εκμεταλλευτούμε την ενέργεια που υπάρχει στους ωκεανούς και στις ανοιχτές θάλασσες. Υπάρχουν πολλοί σοβαροί ενεργειακοί λόγοι που μας στρέφουν στο συγκεκριμένο πρότζεκτ και πρέπει να σημειώσουμε πως αποδίδουν καλύτερα οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που υπάρχουν στις θάλασσες από εκείνες που υπάρχουν στη στεριά. Ο τρόπος που μπορούμε να πάρουμε την ενέργεια είναι πιο εύκολος σε σχέση με όταν είμαστε κοντά στη γη, για παράδειγμα ο άνεμος έχει χαρακτηριστικά που δεν μας αρέσουν όταν είμαστε κοντά στη γη. Την ίδια ώρα όμως, υπάρχουν και κοινωνικά χαρακτηριστικά τα οποία δημιουργούν προβλήματα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για παράδειγμα όταν πάμε να τοποθετήσουμε κάτι πάνω στη γη υπάρχουν είτε κάποιες αντιδράσεις είτε θέματα με άλλες δραστηριότητες όπως οι καλλιέργειες». Στην Κρήτη υπάρχουν πολλές δυνατότητες για πλωτές νησίδες που ουσιαστικά λύνουν το πρόβλημα με τις ανεμογεννήτριες είτε αυτές που βρίσκονται στο έδαφος είτε αυτές που βρίσκονται σε μικρή απόσταση από την ακτή μέσα στη θάλασσα. Όπως εξηγεί ο κ. Μπανιόπουλος, η θάλασσα στην Κρήτη είναι πολύ βαθιά: «…οπότε δεν μπορείς να θεμελιώσεις κατευθείαν μία ανεμογεννήτρια στα νερά της Μεσογείου, της Κρήτης και αναγκαστικά πρέπει να πας σε απόσταση κοντά στις ακτές. Με τις πλωτές νησίδες λύνεις το πρόβλημα διότι δεν επηρεάζεις, δεν χαλάς τις τουριστικές περιοχές και δεν φαίνονται και δεν ενοχλούν αισθητικά, ούτε ήχος υπάρχει, ούτε τραυματίζεται αισθητικά το τοπίο». Όπως ανέφερε η ιδέα αυτή ξεκίνησε σε συζητήσεις με Ιταλούς και Ισπανούς και Βρετανούς συναδέλφους που σκεφτόντουσαν να εκμεταλλευτούν με αυτό τον τρόπο τον ωκεανό. «Μιλάμε για απόσταση μεγάλη από την ακτή και όσο βαθιά θέλουμε αρκεί φυσικά να είμαστε εντός των ορίων συνόρων. Υπάρχει σήμερα πια η τεχνολογία για πολύ μεγάλα βάθη για αγκίστρωση των νησίδων. Τα πρώτα τέτοια νησιά έγιναν στην Ιαπωνία με έκταση 300 τμ και τα χρησιμοποίησαν για πλωτό αεροδρόμιο. Στη Δανία, επίσης χρησιμοποιούν την ίδια ιδέα με ίδιες διαστάσεις αλλά εκεί επειδή έχουν ρηχά νερά δημιουργούν τις νησίδες με μπαζώματα κάτι αντίστοιχο με το Ντουμπάι. Όμως, το δικό μας project ασχολείται καθαρά με πλωτά τεχνητά νησιά που μεταφέρονται μακριά ώστε να μην τα βλέπουν οι πολίτες και να μην υπάρχει καμία όχληση. Επίσης, υπάρχει πλέον η τεχνογνωσία και τεχνολογία οι νησίδες αυτές, να μην επηρεάζονται από τους κυματισμούς της θάλασσας και πάνω εκεί να υπάρχει συνεχής παραγωγή πράσινης ενέργειας και μάλιστα με πολύ καλύτερες δυνατότητες από την πράσινη ενέργεια η οποία παράγεται πάνω στη στεριά».
Όπως εξήγησε ο καθηγητής η μορφολογία του εδάφους συχνά, είναι τέτοια ώστε εμποδίζει τον άνεμο, ενώ στη θάλασσα η ροή του ανέμου είναι πολύ καλύτερη και συνεχής. Φυσικά, υπήρχε παλαιότερα ζήτημα για το πώς μεταφέρεται το παραγόμενο ρεύμα, η παραγόμενη ενέργεια στην ξηρά. Αυτό έχει λυθεί μας διευκρινίζει ο κ. Μπανιόπουλος: «Η Γερμανία έδωσε πολλά δισεκατομμύρια πέρυσι για τη συγκεκριμένη έρευνα, ώστε πάνω στις νησίδες να γίνεται κατευθείαν παραγωγή υδρογόνου, το οποίο μεταφέρεται είτε με αγωγό είτε με πλοία στη στεριά». Η Κρήτη μας είπε, μπορεί να δεχθεί πολλές πλωτές δεξαμενές, οι οποίες μπορούν να λειτουργήσουν συνδυαστικά με άλλα μεγάλα έργα για την ενέργεια που βρίσκονται πάνω στη στεριά. Όπως για παράδειγμα το έργο που γίνεται στο φράγμα ποταμών στο Ρέθυμνο, που με αυτό το έργο θα μεταφέρεται το νερό του ταμιευτήρα σε ψηλότερο επίπεδο, οπότε αργότερα όποτε χρειάζεται να παράγεται ενέργεια. Φανταστείτε δηλαδή μία μεγάλη μπαταρία. Ένα αντίστοιχο έργο υπάρχει και στο Ηράκλειο. Συνδυασμένα λοιπόν πλωτά νησιά παραγωγής αιολικής ή άλλης πράσινης ενέργειας με τέτοια μεγάλα έργα στη στεριά, θα μπορούσαν κάλλιστα στην επόμενη δεκαετία να ξεκινήσει η παραγωγή και να καλύπτει τις ενεργειακές ανάγκες όλης της Κρήτης».
Υπάρχει, όπως ανέφεραν στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, πολύ καλό επίπεδο συνεργασιών, Έλληνες επιστήμονες με ξένους συναδέλφους τους Ευρωπαίους και είναι πολύ σημαντικό ότι προωθούνται και οι φοιτητές, τα νέα παιδιά αποκτούν εμπειρία, συνεργάζονται με ερευνητές και απασχολούνται σε προγράμματα. «Είναι πολύ σημαντικό να αναφέρουμε ότι η ποιότητα σπουδών στη χώρα μας είναι σε πολύ υψηλό επίπεδο. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στην Κρήτη αναλογικά, διότι παρά το ότι το Πολυτεχνείο είναι ένα μικρό πανεπιστήμιο, μικρότερο από το Αριστοτέλειο για παράδειγμα, η επιτυχία και η συμμετοχή των συναδέλφων είναι εξαιρετική σε ερευνητικά προγράμματα», είπαν οι καθηγητές.
Το μεγάλο λάθος της ενεργειακής πολιτικής στη χώρα μας όπως ανέφεραν είναι «…πως καθυστερήσαμε. Θυμάμαι όταν ήμουν δέκα χρόνια πριν, πρόεδρος του Τμήματος στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, μαζί με τα παιδιά του μεταπτυχιακού, μάς κάλεσαν να δούμε το έργο που γινόταν στην Ικαρία, ακριβώς το ίδιο έργο δηλαδή που γίνεται στο Φράγμα ποταμών στο Ρέθυμνο σήμερα. Αυτό έπρεπε να έχει γίνει πολλά χρόνια πριν ακόμα και πιο πίσω. Έπρεπε όλη η Ελλάδα να έχει γεμίσει ανεμογεννήτριες και παρόμοιους ταμιευτήρες ώστε να χρησιμοποιείται η υδροηλεκτρική ενέργεια, η αποθήκευση καθαρής ενέργειας και τώρα να μην έχουμε τόσο μεγάλη ανάγκη ούτε το πετρέλαιο ούτε το αέριο».
Μιλώντας με τους επιστήμονες ερευνητές διαπιστώσαμε ότι τεράστιο ρόλο παίζει η παιδεία σε ό,τι αφορά την περιβαλλοντική συνείδηση. Σε έργα πράσινης ενέργειας όπως είπαν, πολύ συχνά υπάρχουν από ομάδες διάφορες αντιδράσεις. «Όλα πρέπει να γίνονται με συνεχή διάλογο. Επιστήμονες, πανεπιστήμια, επιχειρήσεις, πολιτεία, πρέπει να πείθουν τους πολίτες που κατοικούν σε περιοχές που γίνονται έργα με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, λέγοντάς τους όλες τις λεπτομέρειες. Να ακολουθήσουμε δηλαδή το παράδειγμα της Ελβετίας που εκεί τους τα έμαθε και τους τα εισήγαγε ο Καποδίστριας. Όταν είναι να γίνει ένα μεγάλο project με ανεμογεννήτριες για παράδειγμα, έρχεται η τοπική κυβέρνηση και λέει ότι, έχω χρήματα για να κάνω 100 ανεμογεννήτριες στο χώρο σας. Ξεκινάει μία συζήτηση που μπορεί να κρατήσει χρόνια και οι άνθρωποι ενημερώνονται, και συζητάνε για το τι έχουν να κερδίσουν και το τι έχουν να χάσουν από την επένδυση αυτή, από το έργο αυτό. Από τη συζήτηση μπορεί να καταλήξουμε ότι δεν θα κάνουν 100 αλλά 50 ανεμογεννήτριες και δίδονται και λύσεις που αφορούν ακόμα και τη χωροταξία του έργου. Πρέπει πάντα να υπάρχει μία μεγάλη συζήτηση που να καταλάβει ο πολίτης. Πάντα πρέπει να πείθεται ο κόσμος στο να υποστηρίξει μεγάλα έργα πράσινης ενέργειας και προστασίας του περιβάλλοντος».
Σύμφωνα με τους καθηγητές τόσο η πολιτική διαχείριση του ενεργειακού ζητήματος όσο και η αδράνεια πολλές φορές των πολιτών σε σχέση με την περιβαλλοντική τους εγρήγορση είναι δύο προβλήματα που αντιμετωπίζονται μόνο με πολύ μεγάλη συζήτηση: «…εκτενής συζήτηση να πείθεται ο κόσμος να παίρνει feedback και να λύνονται όλα αυτά τα προβλήματα και φυσικά το μεγάλο όπλο είναι η μόρφωση στα παιδιά από πολύ μικρή ηλικία. Να μαθαίνουν και να επενδύουν στον σεβασμό της προστασίας του περιβάλλοντος. Τότε τα πράγματα θα γίνουν καλύτερα για το αύριο των επόμενων γενιών. Διάλογος λοιπόν, δημοκρατία στην ενημέρωση για το περιβάλλον και την ενέργεια και εξαιρετική παιδεία στα πρώτα βήματα των παιδιών», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μπανιόπουλος. Σύμφωνα με τον κ. Αλευρά, μπορεί να υπάρχουν προβλήματα, αλλά οι προοπτικές είναι τόσο αναγκαίες και πολύ χρήσιμες και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη γενικότερα από το συγκεκριμένο πρότζεκτ. Η προσπάθεια έχει στήριξη από την πολιτεία και όπως είπε ο κ. Σταυρουλάκης, «…στο υπουργείο Παιδείας και στα αρμόδια με την ενέργεια υπουργεία γνωρίζουν τη δουλειά μας, γνωρίζουν την έρευνά μας, γνωρίζουν τις συνεργασίες μας. Είμαστε και επίσημα από το υπουργείο εκπρόσωποι της Ελλάδας σε αυτή την ομάδα, το υπουργείο Ανάπτυξης μας έχει εγκρίνει ως εκπροσώπους και υπάρχει συνεχής ενημέρωση για την πρόοδο και τη δραστηριότητά μας και ανά πάσα ώρα και στιγμή υπάρχει η ενημέρωση από την επίσημη επιστημονική ομάδα προς τους αρμόδιους και τους υπεύθυνους στα αντίστοιχα υπουργεία». Συμπλήρωσε μάλιστα πως από πλευράς των επιστημόνων και των φοιτητών που βρέθηκαν στο Φράγμα Ποταμών στο Ρέθυμνο, «…συζητήθηκε η ιδέα να μπουν πλωτά φωτοβολταϊκά στη λίμνη του Φράγματος Ποταμών».
Η Κρήτη, όπως επεσήμανε ο καθηγητής Παναγιώτης Αλευράς, μπορεί να ωφεληθεί από τις πλωτές νησίδες παραγωγής ενέργειας, αλλά χρειάζεται πέρα της στήριξης της πολιτείας συνεργασία με άλλες χώρες. «…καταλαβαίνω πως υπάρχει και η πολιτική βούληση σε όλους στην Ευρώπη, να ενισχυθούν αυτά τα συστήματα διότι είναι αναγκαία και χρήσιμα. Παράλληλα, επενδύουμε στους φοιτητές μας στους αυριανούς επιστήμονες οι οποίοι εκείνοι θα αναπτύξουν αυτά τα συστήματα και θα ασχοληθούν με την παραγωγή ενέργειας». Οι τρεις καθηγητές δηλώνουν αισιόδοξοι για το ενεργειακό πρόβλημα και όπως τόνισαν στο ΑΠΕ ΜΠΕ «…όπως εξελίσσονται τα πράγματα μπορεί να υπάρχει μεγάλος προβληματισμός, όμως είμαστε αισιόδοξοι ότι μπορούμε να τα αλλάξουμε».
Πηγή ΑΠΕ