Αχτσιόγλου: Καμιά εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση – Έχει σχέδιο ιδιωτικοποίησης της κοινωνικής ασφάλισης
Date:
«Δεν μπορούμε να έχουμε καμία εμπιστοσύνη» στον πρωθυπουργό και τη ΝΔ επισήμανε σε συνέντευξή της στο ΑΠΕ/ΜΠΕ η Έφη Αχτσιόγλου,
στέλνοντας παράλληλα το μήνυμα, πως «είμαστε σε εγρήγορση για να προστατέψουμε τις κατακτήσεις και να στηρίξουμε τις διεκδικήσεις του κόσμου της εργασίας, για να υπερασπιστούμε όσα θετικά κάναμε τα προηγούμενα χρόνια».
Ειδικότερα, η βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία δηλώνει μέσω του Αθηναϊκού/Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων: «Αναμένουμε από τη ΝΔ να μιλήσει καθαρά για το σχέδιό της να ιδιωτικοποιήσει την κοινωνική ασφάλιση, για την εμμονή της στον κανόνα 1:5 στις προσλήψεις στο Δημόσιο που αποδυναμώνει και υποβαθμίζει τους τομείς της Υγείας και της Παιδείας, για το σχέδιό της να αποδυναμώσει την προστασία των εργαζομένων επικαλούμενη την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα».
Για το εκλογικό αποτέλεσμα υπογραμμίζει πως «αποτελεί παρακαταθήκη για τη δημιουργία μιας νέας αριστερής κοινωνικής πλειοψηφίας», με την ταυτόχρονη επισήμανση ότι «το εγχείρημα της προοδευτικής συμμαχίας είναι ακριβώς το πρώτο βήμα για τη συγκρότηση αυτού του μεγάλου δημοκρατικού αριστερού και ριζοσπαστικού κόμματος – παράταξης».
Με αυτοκριτική προσέγγιση, η Ε. Αχτσιόγλου αναγνωρίζει, μέσω του Πρακτορείου, πως «υπήρξαν πολλοί τομείς και πεδία του κράτους και της οικονομίας που δεν καταφέραμε να υλοποιήσουμε όσα θα θέλαμε με δεδομένη την ιεράρχηση των προτεραιοτήτων, ιεράρχηση που προέκυπτε από την αντικειμενική συνθήκη της κρίσης αλλά και από δικές μας αδυναμίες». Φέρνει δε, και δύο παραδείγματα, «τα οικονομικά μέτρα ενίσχυσης του εισοδήματος της πλειονότητας των πολιτών ξεκίνησαν μόλις τον περασμένο Αύγουστο», επίσης, «οι αλλαγές στη λειτουργία των κρατικών δομών και των δημόσιων υπηρεσιών δεν ήταν επαρκείς ώστε να βελτιώσουν ριζικά την καθημερινότητα των πολιτών στην επαφή τους με το κράτος».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της βουλευτού Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Έφης Αχτσιόγλου, στον Νίκο Παπαδημητρίου, για το Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων:
Πού και γιατί έχασε ο ΣΥΡΙΖΑ, κυρία Αχτσιόγλου;
Είναι προφανές ότι η κοινωνία είχε μεγαλύτερες απαιτήσεις από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και εκφράστηκε η σχετική δυσαρέσκεια. Προχωρώντας όμως λίγο πιο πέρα την ανάλυση πρέπει να δούμε τα εξής: O ΣΥΡΙΖΑ το 2015 κλήθηκε να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας σε μια συνθήκη χρεοκοπίας, μακροχρόνιας ύφεσης και εξωτερικών καταναγκασμών που εν πολλοίς στένευαν τα περιθώρια των πολιτικών κινήσεων. Ο δημόσια εκπεφρασμένος στόχος αυτής της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η ολοκλήρωση του προγράμματος προσαρμογής ώστε να απαλλαγεί η χώρα από τους σκληρούς μνημονιακούς καταναγκασμούς με τις λιγότερες δυνατές συνέπειες για την ελληνική κοινωνία και ιδιαίτερα τα ασθενέστερα στρώματα. Ο στόχος αυτός επιτεύχθηκε, με σημαντικά αποτελέσματα στον τομέα της εργασίας, του κοινωνικού κράτους, της εξωτερικής πολιτικής αλλά και των δικαιωμάτων.
Ωστόσο, υπήρξαν πολλοί τομείς και πεδία του κράτους και της οικονομίας που δεν καταφέραμε να υλοποιήσουμε όσα θα θέλαμε με δεδομένη την ιεράρχηση των προτεραιοτήτων, ιεράρχηση που προέκυπτε από την αντικειμενική συνθήκη της κρίσης αλλά και από δικές μας αδυναμίες. Για παράδειγμα, τα οικονομικά μέτρα ενίσχυσης του εισοδήματος της πλειονότητας των πολιτών ξεκίνησαν μόλις τον περασμένο Αύγουστο. Αυτό δεν έφτανε για να επουλώσει τις πληγές της λιτότητας και της πολυετούς και βαθιάς κρίσης. Παράλληλα, οι αλλαγές στη λειτουργία των κρατικών δομών και των δημόσιων υπηρεσιών δεν ήταν επαρκείς ώστε να βελτιώσουν ριζικά την καθημερινότητα των πολιτών στην επαφή τους με το κράτος. Και θα μπορούσα να αναφερθώ και σε άλλες ελλείψεις.
Από την άλλη, τα πεπραγμένα της κυβέρνησης και το πολιτικό της στίγμα οδήγησαν σε ένα εκλογικό αποτέλεσμα που μέσα σε συνθήκες διαρκούς υπονόμευσης αλλά και πρωτοφανούς επίθεσης από τα κυρίαρχα ΜΜΕ όχι μόνο δεν είναι ευκαταφρόνητο αλλά αποτελεί παρακαταθήκη για τη δημιουργία μιας νέας αριστερής κοινωνικής πλειοψηφίας. Τούτο βέβαια υπό την προϋπόθεση ότι θα δούμε χωρίς ωραιοποιήσεις τη νέα πολιτική κατάσταση και θα ασκήσουμε μαχητική προγραμματική αντιπολίτευση υπεράσπισης των δικαιωμάτων και των κατακτήσεων της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας.
Σε λίγες ημέρες θα έχουμε την πρώτη μετεκλογική σύγκρουση: πώς θα παρουσιαστεί ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία στην τριήμερη συζήτηση για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης;
Σε όλη την προεκλογική περίοδο επιδιώξαμε την προγραμματική αντιπαράθεση, με καθαρές θέσεις και προτάσεις, απέναντι στην κάθετη άρνηση της ΝΔ να αποκαλύψει βασικές και κρίσιμες πτυχές του προγράμματός της. Στην ίδια κατεύθυνση θα συνεχίσουμε και από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τόσο στη συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων της ΝΔ όσο και στη συνέχεια.
Κάθε μέτρο και πολιτική που υπονομεύει το εισόδημα, τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις των εργαζομένων και της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, κάθε μέτρο που συρρικνώνει δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες, κάθε μέτρο που στοχοποιεί κοινωνικές ομάδες και περιθωριοποιεί τους πιο αδύναμους θα μας βρει αποφασιστικά και δυναμικά απέναντι.
Αναμένουμε από τη ΝΔ να μιλήσει καθαρά για το σχέδιό της να ιδιωτικοποιήσει την κοινωνική ασφάλιση, για την εμμονή της στον κανόνα 1:5 στις προσλήψεις στο Δημόσιο που αποδυναμώνει και υποβαθμίζει τους τομείς της Υγείας και της Παιδείας, για το σχέδιό της να αποδυναμώσει την προστασία των εργαζομένων επικαλούμενη την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα. Εξάλλου από τις πρώτες μέρες της η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη, με πολύ συμβολικές επιλογές, έδειξε ότι την ατζέντα της την καθορίζουν ο ΣΕΒ και τα μεγαλοεπιχειρηματικά συμφέροντα.
Σε όλα αυτά θα αντιπαρατεθούμε προγραμματικά αλλά και μαχητικά, πάντα με γνώμονα τα συμφέροντα της κοινωνίας και του κόσμου της εργασίας.
Η εποχή του διχασμού και της πόλωσης έχει τελειώσει, διεμήνυσε ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης, στην πρώτη του ομιλία στο Υπουργικό Συμβούλιο. Παρατηρούμε, ωστόσο, υψηλούς τόνους κριτικής από την αξιωματική αντιπολίτευση πριν καν συμπληρώσει μια εβδομάδα ζωής η κυβέρνηση. Μήπως …βιάζεστε;
Καταρχάς, το κόμμα που χαρακτήριζε προδοτική τη Συμφωνία των Πρεσπών και με τερατώδη ψέματα για το περιεχόμενό της δίχασε τον ελληνικό λαό, είναι οξύμωρο να μιλάει για τέλος της εποχής του διχασμού. Αυτό είναι ένα στοιχείο βαθιάς υποκρισίας που εκθέτει τον ίδιο τον κ. Μητσοτάκη.
Ως προς την πολιτική αντιπαράθεση, όταν αυτή βασίζεται σε ειλικρινείς, καθαρές και προγραμματικές θέσεις, όταν έχει σαφή ιδεολογικά χαρακτηριστικά, όταν αφορά κρίσιμα ζητήματα για τη ζωή των πολιτών και το μέλλον της χώρας, τότε είναι αντικειμενικό ότι θα έχει και χαρακτηριστικά μίας υγιούς πόλωσης. Η σύγκρουση των πολιτικών σχεδίων, ιδίως όταν αυτά είναι απολύτως αντιπαραθετικά μεταξύ τους, είναι εκ των πραγμάτων δυναμική. Εμείς δεν έχουμε κρύψει ότι θέλουμε να αναδείξουμε αυτή την προγραμματική και πολιτική αντίθεσή μας με την κυβέρνηση. Εξάλλου αυτή είναι και η εντολή που μας έδωσε ο ελληνικός λαός με τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και ένα ισχυρό ποσοστό της τάξης του 32%.
Στο Υπουργικό Συμβούλιο ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε και στα θέματα του Υπουργείου Εργασίας, υπογραμμίζοντας πως η κυβέρνησή του δεν θα ανεχθεί την παραμικρή απόκλιση σε θέματα προστασίας δικαιωμάτων των εργαζομένων. Πώς ακούσατε εσείς, ως τ. υπουργός Εργασίας, τη διαβεβαίωση αυτή;
Δεν μπορούμε να έχουμε καμία εμπιστοσύνη για τα εργασιακά σε έναν πρωθυπουργό που έθεσε συντονιστή του κυβερνητικού έργου τον πρώην γενικό διευθυντή του ΣΕΒ, μιας οργάνωσης με πολύ σαφή θέση για τα εργασιακά δικαιώματα και τους μισθούς.
Δεν μπορούμε να έχουμε καμία εμπιστοσύνη στο κόμμα που δεν ψήφισε καμία από τις κρίσιμες ρυθμίσεις για την προστασία της εργασίας που θεσπίσαμε τα προηγούμενα χρόνια.
Δεν μπορούμε να έχουμε καμία εμπιστοσύνη στο κόμμα που μείωσε τον κατώτατο μισθό, θέσπισε τον υποκατώτατο, κατάργησε τις συλλογικές συμβάσεις, απαξίωσε το Σ.ΕΠ.Ε., εκτίναξε την ανεργία και την ανασφάλιστη εργασία, στις προηγούμενες κυβερνητικές του θητείες.
Δεν μπορούμε να έχουμε καμία εμπιστοσύνη στους υπουργούς της κυβέρνησης Σαμαρά που θεωρούν ότι η συρρίκνωση μισθών και δικαιωμάτων είναι ο δρόμος για τη ανάπτυξη.
Ούτε η ΝΔ εμφανίστηκε σήμερα στην πολιτική σκηνή ούτε οι υπουργοί της.
Από την πλευρά μας είμαστε σε εγρήγορση για να προστατέψουμε τις κατακτήσεις και να στηρίξουμε τις διεκδικήσεις του κόσμου της εργασίας, για να υπερασπιστούμε όσα θετικά κάναμε τα προηγούμενα χρόνια.
Πολλοί έκαναν λόγο για μια καλή προεκλογική καμπάνια εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ. Πώς ήταν η εμπειρία εκπροσώπησης του κόμματός σας, ποιες αδυναμίες εντοπίσατε και θα θέλατε να είχατε αλλάξει;
Ήταν αναμφισβήτητα ένα ιδιαίτερα τιμητικό καθήκον που μου ανατέθηκε και ταυτόχρονα μία δύσκολη και διδακτική εμπειρία. Ασφαλώς, ο σχεδιασμός, η υλοποίηση και το αποτέλεσμα της προβολής των θέσεων και του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία ήταν μία συλλογική υπόθεση. Ήταν πρώτα απ’ όλα η μεγάλη προσπάθεια των μελών και των φίλων του κόμματος, των στελεχών και των υποψήφιων βουλευτών που ήρθαν σε επαφή με εκατομμύρια πολίτες.
Σε κάθε προεκλογική καμπάνια, ιδιαίτερα μετά από μία καθαρή εκλογική ήττα, μπορείς να βρεις λάθη και αδυναμίες, αυτά θα αποτιμηθούν συλλογικά και με σοβαρότητα, ώστε να γίνουν πολύτιμη εμπειρία για το μέλλον. Το σίγουρο, που θα ήθελα να επισημάνω, είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, ο πρόεδρος του, τα στελέχη και τα μέλη του μιλήσαμε ανοιχτά, ειλικρινά και καθαρά στους πολίτες, είτε πρόσωπο με πρόσωπο είτε από τα ΜΜΕ. Μέσα σε ένα εχθρικό στη συντριπτική πλειοψηφία των μέσων ενημέρωσης περιβάλλον, δώσαμε τη μάχη με τις θέσεις και το πρόγραμμά μας, χωρίς μισόλογα και αοριστολογίες όπως έκανε η ΝΔ. Αντιπαρατεθήκαμε με fake news, με χυδαίες διαστρεβλώσεις και επιθέσεις, χωρίς να μετατρέψουμε την πολιτική σύγκρουση σε μια αρένα λάσπης και χωρίς ποτέ να υπεκφύγουμε.
Μετασχηματισμός του ΣΥΡΙΖΑ σε μια μεγάλη προοδευτική παράταξη: πότε και κάτω από ποιες προϋποθέσεις;
Καταρχάς, το ισχυρό ποσοστό που κέρδισε ο ΣΥΡΙΖΑ στις εθνικές εκλογές, παρά τα αντίθετα προγνωστικά, αποτελεί μία ισχυρή επιβεβαίωση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εδραιωθεί ως το σημείο αναφοράς, ως ο πόλος συσπείρωσης και έκφρασης του προοδευτικού και δημοκρατικού κόσμου. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τώρα ένα μεγάλο πολιτικό καθήκον, πέρα από την άσκηση μαχητικής αντιπολίτευσης στην οποία αναφέρθηκα πιο πάνω. Το καθήκον του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι άλλο από την ανασυγκρότηση του κόμματος ώστε να μπορέσει να εκφράσει το σύνολο των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που συνέβαλαν στην ανάδειξη του σε έναν από τους δύο κυρίαρχους πόλους του πολιτικού συστήματος στη χώρα, διότι είναι προφανές ότι η κομματική δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ είναι αναντίστοιχη της ευρείας εκλογικής του βάσης. Για να συμβεί αυτό, ο ΣΥΡΙΖΑ την ίδια στιγμή που θα προχωρήσει στον απαραίτητο απολογισμό και θα επιχειρήσει την αναβάπτισή του στις θεμελιακές αξίες του πρέπει να διαμορφώσει τους όρους για να εκφράσει πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που προέρχονται από διαφορετικές πολιτικές διαδρομές και παραδόσεις. Το εγχείρημα της προοδευτικής συμμαχίας είναι ακριβώς το πρώτο βήμα για τη συγκρότηση αυτού του μεγάλου δημοκρατικού αριστερού και ριζοσπαστικού κόμματος – παράταξης.
Για να έχει μέλλον αυτό το εγχείρημα ο ΣΥΡΙΖΑ θα εργαστεί ώστε να αποκτήσει οργανικές σχέσεις με την ελληνική κοινωνία, στην αυτοδιοίκηση, τα συνδικάτα, τους επιστημονικούς συλλόγους αλλά και τα διαρκώς μετασχηματιζόμενα κινήματα των εργαζομένων, της νεολαίας, τα κινήματα υπεράσπισης των δικαιωμάτων και του περιβάλλοντος. Όσο για το πότε, ήδη βρισκόμαστε στην απαρχή αυτού του μεγάλου ιστορικού εγχειρήματος.