Η δυσλεξία είναι μια νευροαναπτυξιακή διαφοροποίηση στον εγκέφαλο, που μπορεί να καταστήσει ορισμένες πτυχές της σύγχρονης ζωής δύσκολες.
Στη μεγαλύτερη γενετική μελέτη για τη δυσλεξία που έχει πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα, οι ερευνητές εντόπισαν δώδεκα νέες γονιδιακές περιοχές που σχετίζονται με τη δυσλεξία.
Η μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Translational Psychiatry, εξέτασε τα γενετικά δεδομένα από πάνω από 1,2 εκατομμύρια ανθρώπους
Στην παρούσα μελέτη, οι συμμετέχοντες αντιμετώπισαν δυσκολίες στην ανάγνωση ή/και τη γραφή, αν και αυτό δεν ισχύει για όλα τα άτομα με δυσλεξία. Κάποιοι βρίσκουν άλλες πτυχές της λεκτικής επεξεργασίας πιο δύσκολες από τους συνομηλίκους τους, όπως η ορθογραφία και η γραμματική.
Όπως και με άλλες νευροαποκλίσεις, όπως ο αυτισμός ή η ΔΕΠΥ, η δυσλεξία έχει και πλεονεκτήματα, όπως η υψηλότερη μη λεκτική δημιουργικότητα.
Προηγούμενες μελέτες σε δίδυμα έχουν υποδείξει ότι τα γονίδια καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τη δυσλεξία, οπότε η Χέιλι Μάουντφορντ, μοριακή γενετίστρια του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, και οι συνεργάτες της ανέλαβαν να εντοπίσουν ποιες είναι αυτές οι γενετικές συσχετίσεις.
Η μελέτη τους σε ολόκληρο το γονιδίωμα εντόπισε 80 περιοχές που σχετίζονται με την διαταραχή, συμπεριλαμβανομένων 36 περιοχών που δεν είχαν αναφερθεί προηγουμένως ως σημαντικές. Δεκατρείς από αυτές τις περιοχές ήταν καινοτόμες για την επιστήμη, χωρίς προηγούμενη σύνδεση με τη δυσλεξία.
Πολλά από τα πρόσφατα συσχετισμένα γονίδια εμπλέκονται στην πρώιμη ανάπτυξη του εγκεφάλου. Και, όπως αναμενόταν, ορισμένα από αυτά είναι κοινά με τη ΔΕΠΥ, η οποία μπορεί συχνά να εμφανίζεται παράλληλα.
Οι ερευνητές βρήκαν επίσης συσχετίσεις μεταξύ της δυσλεξίας και των μετρήσεων του χρόνιου πόνου.
«Ο υποκείμενος μηχανισμός παραμένει αδιευκρίνιστος, ωστόσο, η γενετική επικάλυψη μεταξύ των φαινοτύπων που σχετίζονται με τον πόνο και των νευροαναπτυξιακών χαρακτηριστικών μπορεί να υποδηλώνει μια κοινή βιολογική βάση», γράφουν οι ερευνητές.
πηγή iatropedia.gr
Φωτογραφία iStock