Έκαψε ζωντανό τον δικηγόρο της επειδή το διαζύγιο βγήκε σε βάρος της
Date:
Τον Φεβρουάριο του 1980 η κοινή γνώμη παρακολουθούσε τη δικαστική εξέλιξη μιας υπόθεσης πρωτοφανούς βίας, καθώς το θύμα ήταν ένας δικηγόρος και δράστης η πελάτης του που τον έκαψε ζωντανό και μάλιστα χωρίς καμία σοβαρή αιτία, που θα δικαιολογούσε ένα έγκλημα εν βρασμώ ψυχής. Η δράστης Νίκη Σ. έκαψε ζωντανό το δικηγόρο της επειδή το διαζύγιο βγήκε σε βάρος της. Είχε πληρώσει τον δικηγόρο 100.000 δραχμές. Όταν το διαζύγιο βγήκε σε βάρος της, λόγω του «σκληρού» της χαρακτήρα, δυσαρεστήθηκε και απαίτησε από τον δικηγόρο να της επιστρέψει την αμοιβή του. Εκείνος της επέστρεψε 25.000 δραχμές. Τότε σχεδίασε να τον εξολοθρεύσει.
Στη δικαστική αίθουσα ήταν και η γυναίκα του θύματος. Η δολοφόνος ήταν κυνική και αδιάφορη, καθώς οι μάρτυρες περιέγραφαν με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες το έγκλημά της. Επισκέφθηκε το γραφείο του στην οδό Σανταρόζα 9. Ο δικηγόρος απουσίαζε. Η δολοφόνος τον περίμενε. Μόλις τον αντίκρισε, τον έκαψε ζωντανό. Τον περιέλουσε με βενζίνη και του έβαλε φωτιά. Πριν εξαφανιστεί τρέχοντας φρόντισε να κλειδώσει την πόρτα. Η φωτιά που προκλήθηκε έμοιαζε σαν να είχε εκραγεί βόμβα. Κανείς δεν μπορούσε να αναγνωρίσει το καμένο θύμα. Το πρόσωπό του είχε καεί ολοκληρωτικά. Μάρτυρας που βρέθηκε στο σημείο πριν να εκπνεύσει ο δικηγόρος περιέγραψε την εικόνα που αντίκρισε: «Όταν είδα το θύμα του είπα να πέσει κάτω. Εκείνος βογκούσε από τους πόνους και φώναζε, «Βοήθεια σώσε με». Ήταν λαμπαδιασμένος και σύρθηκε προς το μέρος μου. Πώς να τον πιάσω όμως, από τις φλόγες και τους καπνούς έπεσε κάτω. Προσπάθησα να του πιάσω το χέρι. Εκείνη τη στιγμή ήρθε η πυροσβεστική.» Η δολοφόνος στάθηκε έξω από το κτίριο και απολάμβανε ατάραχη τις φλόγες και τους καπνούς που αναδύονταν από το δικηγορικό γραφείο. Στο σημείο της δολοφονίας ξέχασε την τσάντα με την ταυτότητα της. Έτσι οι αρχές δεν δυσκολεύτηκαν να βρουν τον δράστη της δολοφονίας. Η Νίκη Σ. πρωτόδικα καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Άσκησε έφεση ενώ παράλληλα άσκησε αντέφεση και ο Εισαγγελέας Πρωτοδίκων, γιατί έκρινε ότι έπρεπε να της επιβληθεί θανατική ποινή. Έτσι η υπόθεση της δολοφονίας οδηγήθηκε σε δευτεροβάθμιο δικαστήριο. Έκαψε ζωντανό τον «δικηγόρο των αδυνάμων» «Ήμουν σαν τρελή. Δεν ήξερα τι έκανα. Εσείς θα κρίνετε την πράξη μου. Ούτε σπουργίτι δεν έχω σκοτώσει. Να με κρίνετε με επιείκεια», παρακάλεσε τους δικαστές. Στο δικαστήριο προσπάθησε να δικαιολογήσει την πράξη της. Γι΄αυτό και ισχυρίστηκε ότι ο δικηγόρος την ώθησε στον έγκλημα της. Στη δίκη μάρτυρες κατηγορίας σκιαγράφησαν το προφίλ του θύματος. «Ήταν ο δικηγόρος των απόρων», υποστήριξαν. Ανέφεταν μάλιστα υποθέσεις που ο δικηγόρος αναλάμβανε υποθέσεις ανιδιοτελώς. Δε ζητούσε χρήματα από όσους δε μπορούσαν να καλύψουν τα δικαστικά έξοδο. Παρότι η δολοφόνος έφτασε λίγα βήματα κοντά στη θανατική ποινή, τελικά καταδικάστηκε με ισόβια δεσμά.
Πηγή mixanitouxronou.gr