Date:
Σερραίος είναι σύμφωνα με πληροφορίες του Επιλογές ο 25χρονος επικεφαλής της ομάδος ΔΙΑΣ που συμμετείχε στην αιματηρή καταδίωξη στο Πέραμα
«Οι δράστες φορούσαν κουκούλες κι έτσι δεν μπορούσαμε να γνωρίζουμε τα χαρακτηριστικά και την ηλικίας τους» αναφέρει στο απολογητικό υπόμνημα που κατέθεσε στον ανακριτή ο υπαστυνόμος και επικεφαλής τη ομάδας ΔΙ.ΑΣ. που εμπλέκεται, μαζί με άλλους έξι αστυνομικούς, στην αιματηρή καταδίωξη του Περάματος που είχε σαν αποτέλεσμα το θάνατο του νεαρού Ρομά.
Οι επτά αστυνομικοί οδηγήθηκαν σήμερα (27.10.2021) το πρωί, σύμφωνα με το newsit.gr, κάτω από δρακόντεια μέτρα προστασίας (και υπό χειροκροτήματα και ιαχές “μπράβο” και “είστε ήρωες” επίσης), στα δικαστήρια του Πειραιά, προκείμενου να δώσουν εξηγήσεις για την αιματηρή καταδίωξη στο Πέραμα, που τα τελευταία 24ωρα έχει προκαλέσει αντιδράσεις στην κοινή γνώμη.
Ο 25χρονος υπαστυνόμος Β’ που ήταν ο επικεφαλής της ομάδας που βρέθηκε αντιμέτωπη με τους τρεις Ρομά στην οδό Ελπίδος στο Πέραμα, στο απολογητικό του υπόμνημα παραθέτει τις δικές τους εικόνες για το πώς εκτυλίχθηκε η καταδίωξη, από τη στιγμή που ανέλαβε να ακολουθήσει το άσπρο Hyundai αυτός και η ομάδα του.
«Το όχημα κινούνταν με ιλιγγιώδη ταχύτητα και όταν ο οδηγός του αντιλήφθηκε την παρουσία των αστυνομικών ομάδων ανέπτυξε ακόμα μεγαλύτερη ταχύτητα, κάνοντας παράλληλα επικίνδυνους ελιγμούς, προσπαθώντας να εμβολίσει τις μηχανές που τον ακολουθούσαν. Για το σκοπό αυτό είτε μείωνε απότομα την ταχύτητα του οχήματος, είτε άλλαζε αιφνιδιαστικά τις λωρίδες κυκλοφορίας» αναφέρει στο απολογητικό του υπόμνημα ο αξιωματικός.
Ο υπαστυνόμος ισχυρίζεται ότι ενώ ακολουθούσαν το όχημα στη Λεωφόρο Αθηνών στο Δαφνί, ένα αυτοκίνητο μάρκας Skoda χρώματος ασημί ή κυπαρίσσι τους προσπέρασε με μεγάλη ταχύτητα, μπήκε μπροστά από το ύποπτο όχημα, έκανε ελιγμούς και προσπαθούσε να περιορίσει την ταχύτητα του άσπρου Hyundai, κλείνοντας του το δρόμο και το οπτικό του πεδίο προκειμένου να διακόψει την πορεία του οχήματος των δραστών.
«Τότε πλησιάζοντας στην έξοδο για λεωφόρου Σχιστού, το ύποπτο όχημα έστριψε απότομα δεξιά, προκειμένου να διαφύγει, πλην όμως οι κατηγορούμενοι επειδή είχαν ικανή απόσταση από το όχημα το ακολούθησαν. Το αυτοκίνητο μάρκας Skoda, το οποίο προσπάθησε να τους βοηθήσει, δεν πρόλαβε να στρίψει στη λεωφόρο Σχιστού. Η καταδίωξη του οχήματος συνεχίστηκε ώσπου κατέληξε στο Πέραμα, και ενώ ανέβαινε την οδό Ελπίδος, στο ύψος αριθμού 38, το όχημα πήγε να στρίψει αριστερά στη Φρίξου. Εκεί όμως ο οδηγός σταμάτησε καθώς από την οδό Φρίξου έρχονταν λεωφορείο το ΟΑΣΑ. Οι αστυνομικοί συνέχισαν να δίνουν εντολές από αποστάσεις ασφαλείας ώστε να βγουν τα άτομα που επέβαιναν στο όχημα. Οι τρεις επιβαίνοντες φορούσαν κουκούλες από τις ζακέτες καθ’ όλη τη διάρκεια του περιστατικού και δεν μπορούσαν να γίνουν διακριτά τα χαρακτηριστικά τους και η ηλικία τους, πλην όμως από τον τρόπο οδήγησης του οχήματος μπορούσαν να αντιληφθούν ότι πρόκειται για ένα έμπειρο και ικανό οδηγό» λέει στο απολογητικό του υπόμνημα ο αστυνομικός.
Συνεχίζοντας ξεκινάει να περιγράφει τις στιγμές που προηγήθηκαν λίγα λεπτά πριν το καταιγισμό των πυρών. «Αντί όμως οι επιβαίνοντες να ακούσουν στις εντολές των αστυνομικών ή να εγκαταλείψουν το όχημα και να προσπαθήσουν να διαφύγουν πεζοί, το όχημα εντελώς αιφνίδια άρχισε να κινείται όπισθεν με πολύ μεγάλη ταχύτητα εμβολίζοντας αρχικά δύο σταθμευμένα δίκυκλα της ΔΙ. ΑΣ. και στη συνέχει άλλα τρία δίκυκλα που ακολουθούσαν από πιο πίσω».
Η συμπεριφορά του οδηγού, όπως αναφέρει ο υπαστυνόμος, ήταν εντελώς απρόσμενη με αποτέλεσμα τόσο ο ίδιος όσο και οι συνάδελφοι του έντρομοι να αιφνιδιαστούν ενώ δεν γνώριζαν εάν θα διαφύγουν. «Σκοπός των δραστών ήταν να σκοτώσουν τους αστυνομικούς και να αχρηστεύουν τις μηχανές τους, ώστε εάν κάποιος γλιτώσει να μην μπορεί να τους ακολουθήσει» λέει ο υπαστυνόμος και συμπληρώνει: «Οι αστυνομικοί βλέποντας ότι η κατάσταση έχει ξεφύγει πρόταξαν τα όπλα τους προς το μέρος του οχήματος φωνάζοντας αστυνομία – ακίνητοι, προκειμένου να σταματήσει το όχημα να επιτίθεται στους αστυνομικούς, ωστόσο αυτό συνέχισε να κινείται προς τους δυο αστυνομικούς με σκοπό να τους εξουδετερώσει».
Τότε σημειώθηκαν οι πρώτοι πυροβολισμοί με σκοπό την ακινητοποίηση του οχήματος, ωστόσο σύμφωνα με τον ίδιο οι αστυνομικοί χρησιμοποιήσαν και πάλι τα όπλα τους. «Εκείνη τη στιγμή έλαβε χώρα μια παύση στα πυρά, διότι ενώ το όχημα είχε δεχτεί πυροβολισμούς, και ενώ ήταν ακόμα εν κινήσει, άνοιξε κάποια στιγμή η πόρτα του συνοδηγού και εξήλθε από αυτό ένας εκ των επιβατών, ο οποίος άρχισε να τρέχει προκειμένου να διαφύγει. Αμέσως μετά το όχημα συνέχισε να κινείται με ανθρωποκτόνο πρόθεση κατά του αστυνομικού…. (αναφέρει όνομα) που προσπαθούσε να ξεφύγει σερνόμενος και κατά του…. (όνομα αστυνομικού) που βρίσκονταν μπροστά στη μηχανή του αυτοκίνητου και έβλεπε το όχημα να επιχειρεί να τον παρασύρει και να τον σκοτώσει» αναφέρει ο υπαστυνόμος και καταλήγει: «Εν όψει της ανωτέρας κατάστασης οι κατηγορούμενοι προέβησαν σε πυροβολισμούς προκειμένου να ακινητοποιήσουν το όχημα των δραστών, σημαδεύοντας χαμηλά στον κινητήρα και στα λάστιχα. Εάν δεν ενεργούσαν με αυτόν τον τρόπο, θα είχε μετά βεβαιότητας παρασύρει ακόμα και θανατώσει τόσο τον… (όνομα αστυνομικού) όσο και τον… (όνομα αστυνομικού) ενώ ακολούθως θα κατέβαινε στην οδό Ελπίδος και θα βρίσκονταν μετωπικά με τις ομάδες ΔΙΑΣ του Πειραιά που έρχονταν προς ενίσχυση και οι δράστες δεν θα δίσταζαν να τους εμβολίσουν κι αυτούς».