Επικοινωνία πατέρα-κόρης: Δικαίωση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων
Date:
Μετά το χωρισμό με τη σύζυγό του, μπορούσε να βλέπει το παιδί του κάθε Σάββατο ή Κυριακή τους μονούς μόνον μήνες του έτους, για λίγες ώρες και πάντα με την παρουσία της μητέρας του!!
Η πρωτοφανής αυτή απόφαση των εθνικών δικαστηρίων κρίθηκε παράτυπη από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), μετά από προσφυγή του πατέρα.
«Η συνολική ετήσια διάρκεια της επικοινωνίας πατέρας-κόρης περιορίστηκε, επομένως, σε δώδεκα (12) ώρες. Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε, και δεν αμφισβητήθηκε μεταξύ των διαδίκων, ότι η ανωτέρω απόφαση εμπόδισε την δημιουργία σχέσεων του προσφεύγοντος και της κόρης του» αναφέρει χαρακτηριστικά το ΕΔΔΑ, που όρισε αποζημίωση για ηθική βλάβη ύψους 12.500 ευρώ και για 5.500 ευρώ για δικαστικά έξοδα.
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της μητέρας, στους οποίους βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό η απόφαση των δικαστηρίων, ο πατέρας δεν είχε επικοινωνία με το παιδί για μεγάλο χρονικό διάστημα (δύο χρόνια και σχεδόν οκτώ μήνες) και, ως εκ τούτου, είχε απωλέσει κάθε στενή συναισθηματική σχέση μαζί της.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει το ΕΔΔΑ, τα εθνικά δικαστήρια δεν έλαβαν δεόντως υπόψη τους λόγους για τους οποίους δεν υπήρξε επικοινωνία με το παιδί, παραβλέποντας την αποτροπή των συναντήσεών τους εκ μέρους της μητέρας και το γεγονός ότι η μητέρα και το παιδί είχαν φύγει από τη χώρα.
Οι πραγματογνωμοσύνες
Παράλληλα, σημειώνεται πως τα δικαστήρια έλαβαν υπόψη μία πραγματογνωμοσύνη διάγνωσης των σχέσεων γονέα – παιδιού που εκπονήθηκε από το Κέντρο Κοινωνικής Βοήθειας σε Οικογένειες και Παιδιά, εκ των οποίων ο προσφεύγων ενημερώθηκε, αλλά δεν του δόθηκε πρακτική ευκαιρία να συμμετάσχει.
«Το Δικαστήριο σημείωσε ότι ενώ ο προσφεύγων είχε εκφράσει την προθυμία του να συμμετάσχει στην παραπάνω πραγματογνωμοσύνη και ζήτησε πληροφορίες σχετικά με την ώρα και τον τόπο διεξαγωγής της, δεν έλαβε καμία απάντηση και η εξέταση πραγματοποιήθηκε ερήμην του» αναφέρεται.
Αντιθέτως, το ΕΔΔΑ «παρατήρησε ότι τα εθνικά δικαστήρια αγνόησαν την πραγματογνωμοσύνη της Αρχής Παιδικής Μέριμνας που ήταν ευνοϊκή για την επέκταση των δικαιωμάτων επικοινωνίας του προσφεύγοντος με την κόρη του και πρότεινε να επιτραπεί η πραγματοποίηση συναντήσεων χωρίς την παρουσία της μητέρας, καθώς και τις παρατηρήσεις του ειδικού ψυχολόγου Yen, ότι με βάση τα αποτελέσματα της ψυχολογικής εξέτασης του προσφεύγοντος που πραγματοποιήθηκε μετά από αίτησή του το 2013, ήταν καλός πατέρας, ότι η προσωπικότητά του θα ενθάρρυνε την αρμονική ανάπτυξη του παιδιού ακόμη και σε περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ του ιδίου και της μητέρας του παιδιού, και ότι, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία του παιδιού, η παρουσία της μητέρας δεν ήταν απαραίτητη κατά τις συναντήσεις μεταξύ παιδιού και προσφεύγοντος».
Κίνδυνος διακοπής της σχέσης – Επικοινωνία πατέρα-κόρης
Κατά το ΕΔΔΑ, η επικοινωνία που καθορίστηκε από τα εγχώρια δικαστήρια «αναπόφευκτα συνεπάγεται, με την πάροδο του χρόνου, κίνδυνο διακοπής της σχέσης του προσφεύγοντος με την κόρη του και η δυνατότητα για τον προσφεύγοντα να επανεξεταστεί αυτή η επικοινωνία σε μεταγενέστερο στάδιο που επικαλείται το Ανώτατο Δικαστήριο, παρέμενε καθαρά θεωρητική».
Για το λόγο αυτό επισημαίνει στην απόφασή του πως «το Στρασβούργο δεν πείστηκε ότι τα εθνικά δικαστήρια εξισορρόπησαν τα συμφέροντα των διαδίκων που συμμετείχαν στη διαδικασία – τόσο των γονέων όσο και του παιδιού – σε μια διαδικασία λήψης αποφάσεων που να παρέχει στον προσφεύγοντα την απαιτούμενη προστασία των συμφερόντων του βάσει του άρθρου 8. Δεν παρέθεσαν επαρκείς λόγους ανάλογους με τη σοβαρότητα των διακυβευόμενων συμφερόντων για να δικαιολογήσουν την παρέμβαση που έλαβε χώρα, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 2. Επομένως, κρίθηκε ότι η παρέμβαση δεν ήταν «απαραίτητη σε μια δημοκρατική κοινωνία».
Το ιστορικό της υπόθεσης
Ο προσφεύγων Ilya Petrovich Nechay είναι Ρώσος υπήκοος, ο οποίος γεννήθηκε το 1974 και ζει στο Zheleznodorozhnyy της Ρωσίας. Από το 2007 ο προσφεύγων ζούσε με την κα E.A. στη Μόσχα. Στις 24 Ιουλίου 2008, η Ε.Α. έφερε στον κόσμο την κόρη τους S. Το 2011 η σχέση μεταξύ του ζευγαριού επιδεινώθηκε και τον Μάρτιο του 2011 χώρισαν. H κόρη τους έμεινε με την μητέρα της.
Από τότε και μετά η E.A. άρχισε να εμποδίζει την επικοινωνία του προσφεύγοντος με την S. Τον Ιούλιο του 2012 μετακόμισε από τη Μόσχα στο Καζάν. Ο προσφεύγων έχασε οποιαδήποτε επικοινωνία με την S. τον Σεπτέμβριο του 2012. Τον Μάρτιο του 2013 η E.A. παντρεύτηκε έναν Τούρκο υπήκοο. Αργότερα τον Αύγουστο του 2013 Ε.Α. και S. μετακόμισαν στην Τουρκία.
Όσον αφορά την επικοινωνία του με την κόρη του, ο προσφεύγων κίνησε διαδικασία για την ρύθμιση της επικοινωνίας του με το παιδί. Η Ε.Α. άσκησε ανταγωγή ζητώντας από το δικαστήριο να προσδιορίσει ως κατοικία του παιδιού την Τουρκία. Στις 25 Απριλίου 2013, το Επαρχιακό Δικαστήριο του Vakhitovskiy έκρινε ότι η S. έπρεπε να διαμένει με τη μητέρα της Ε.Α. στην Τουρκία και ότι ο προσφεύγων είχε δικαίωμα επικοινωνίας κάθε Σάββατο και Κυριακή των μονών μηνών κάθε έτους (κατόπιν προηγούμενης συμφωνίας με την Ε.Α.). Η επικοινωνία με το παιδί θα ελάμβανε χώρα στον τόπο κατοικίας του παιδιού στην Τουρκία και παρουσία της μητέρας του και δεν έπρεπε να υπερβαίνει τις τέσσερις ώρες. Η Ε.Α. υποχρεώθηκε να μην παρεμποδίσει την επικοινωνία του προσφεύγοντος με το παιδί στο πλαίσιο των ανωτέρω ρυθμίσεων. Υποχρεώθηκε επίσης να ενημερώσει τον προσφεύγοντα για τον τόπο κατοικίας και το σχολείο του παιδιού στην Τουρκία και να τον ενημερώνει εκ των προτέρων για τυχόν ταξίδια εκτός Τουρκίας.
Την 01.07.2013 το Επαρχιακό Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση για τη διόρθωση ενός λάθους, με το οποίο οι λέξεις «κάθε Σάββατο και Κυριακή των μονών μηνών κάθε έτους» στην παραπάνω απόφαση αντικαταστάθηκαν με τις λέξεις «ένα Σάββατο και μία Κυριακή των μονών μηνών κάθε έτους».
Εν τω μεταξύ, η E.A. προσέφυγε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου για επανεξέταση των ρυθμίσεων επικοινωνίας μεταξύ του προσφεύγοντος και της S. Υποστήριξε, ειδικότερα, ότι ο προσφεύγων δεν είχε δει την S. για σχεδόν δύο χρόνια από τον Σεπτέμβριο του 2012, καθώς δεν είχε προσπαθήσει να τη δει ούτε είχε ζήσει στην Τουρκία ή όταν επισκέφτηκε τη Ρωσία για διακοπές, και ως εκ τούτου οι ρυθμίσεις επικοινωνίας, όπως καθορίστηκαν στις 25.04.2013 θα μπορούσαν να προκαλέσουν ψυχολογικά προβλήματα στο παιδί.
Ο προσφεύγων άσκησε ανταγωγή κατά της Ε.Α., ζητώντας από το δικαστήριο να καθορίσει την κατοικία του παιδιού μαζί του και να καθορίσει τις ρυθμίσεις επικοινωνίας μεταξύ του παιδιού και του μη έχοντος την επιμέλεια του γονέα. Υποστήριξε, ειδικότερα, ότι η Ε.Α. είχε δυσχεράνει την επικοινωνία του με το παιδί και τον είχε υποβάλει στο άγχος της μετάβασης στην Τουρκία και στη συνέχεια πίσω στη Ρωσία, καθώς και τον πλήρη αποκλεισμό του από οποιαδήποτε λήψη αποφάσεων σχετικά με το παιδί.