Επιτάχυνση των ερευνών για υδρογονάνθρακες – Στόχος για πρώτες γεωτρήσεις το 2025
Date:
Πρωτοβουλίες για επιτάχυνση των ερευνών για φυσικό αέριο στις θαλάσσιες περιοχές του Ιονίου – σε πρώτη φάση – και της Κρήτης που έχουν παραχωρηθεί προς εξερεύνηση πρόκειται να ανακοινώσει η κυβέρνηση. Στόχος να αξιοποιηθεί το «παράθυρο ευκαιρίας» για τον εντοπισμό και την αξιοποίηση των ελληνικών κοιτασμάτων που δημιουργεί η συγκυρία αλλά και να ανατραπεί η εικόνα των καθυστερήσεων που είχε δημιουργηθεί τα προηγούμενα χρόνια.
Στόχος των πρωτοβουλιών θα είναι η ολοκλήρωση:
– Των σεισμικών ερευνών, που δίνουν τις πρώτες ενδείξεις για πιθανή ύπαρξη κοιτασμάτων, σε 1-2 χρόνια, δηλαδή το 2023-2024.
– Των ερευνητικών γεωτρήσεων, που επιβεβαιώνουν το μέγεθος και την οικονομικότητα της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων σε 3-4 χρόνια (2025-2026) και
– Έναρξη της παραγωγής φυσικού αερίου σε 6-7 χρόνια (2028-2029).
Όπως επισημαίνουν αρμόδιοι παράγοντες στο ΑΠΕ, οι στόχοι είναι ρεαλιστικοί αν αναλογιστεί κανείς τους αντίστοιχους χρόνους που χρειάστηκαν για την έναρξη της εκμετάλλευσης κοιτασμάτων σε άλλες χώρες της περιοχής όπως η Αίγυπτος και το Ισραήλ. Επικαλούνται επίσης το παράδειγμα των Ελληνικών Πετρελαίων που πραγματοποίησαν το Φεβρουάριο σε διάστημα λίγων εβδομάδων τις σεισμικές έρευνες σε περιοχές του Ιονίου.
Όμως θα απαιτηθεί συνεργασία όλων των εμπλεκομένων πλευρών για να ξεπεραστούν τα σημερινά εμπόδια ενώ ο χρόνος πιέζει όχι μόνο εξαιτίας της κρίσης αλλά και της αντιρρυπαντικής πολιτικής της ΕΕ που εξακολουθεί να στοχεύει στην απεξάρτηση από τους υδρογονάνθρακες.
Μιλώντας στο συνέδριο Power & Gas Forum την Πέμπτη, ο διευθύνων σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων, Αριστείδης Στεφάτος υπογράμμισε ότι η συγκυρία είναι ευνοϊκή για την επιτάχυνση της έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων καθώς στοιχεία που στο πρόσφατα παρελθόν θεωρούνταν μειονεκτήματα για τους επενδυτές, τώρα έχουν μετατραπεί σε πλεονεκτήματα.
Η άνοδος των τιμών, η αύξηση της χρήσης φυσικού αερίου στην Ελλάδα και την ευρύτερη περιοχή τα επόμενα χρόνια, το δίκτυο των υφιστάμενων και νέων διασυνδέσεων μέσω αγωγών με τις γειτονικές χώρες, η γεωγραφική θέση της Ελλάδας μεταξύ ανατολικής Μεσογείου και Ευρώπης, οι ισχυρές υποδομές της χώρας (σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου, υποδομές υγροποιημένου φυσικού αερίου, διυλιστήρια, ναυπηγεία, προοπτική αποθήκευσης φυσικού αερίου και διοξειδίου του άνθρακα κ.α.) και η δυνατότητα προσφοράς στους επενδυτές διαφοροποιημένου χαρτοφυλακίου τοποθετήσεων, από τις ανανεώσιμες πηγές μέχρι τα ορυκτά καύσιμα, είναι ορισμένα από τα πλεονεκτήματα αυτά.
Σύμφωνα με την ΕΔΕΥ, «η δυνητική αξία των αποθεμάτων φυσικού αερίου της Ελλάδας θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα κύκλο εργασιών που υπερβαίνει τα 250 δις. ευρώ, στηρίζοντας τη διαδικασία αντικατάστασης του άνθρακα από φυσικό αέριο στην ευρύτερη περιοχή και επιταχύνοντας τη μετάβαση σε ένα πιο βιώσιμο ενεργειακό σύστημα χαμηλών ρύπων”.
Στο ίδιο συνέδριο ωστόσο η Διευθύνουσα Σύμβουλος και Country Manager της Energean στην Ελλάδα Κατερίνα Σάρδη αναφέρθηκε σε πολυετείς καθυστερήσεις που εμποδίζουν την έρευνα και εκμετάλλευση των ελληνικών κοιτασμάτων. «Οι ενδείξεις είναι θετικές, οι προοπτικές για τον εντοπισμό και την αξιοποίηση κοιτασμάτων στην Ελλάδα είναι σημαντικές, απαιτούν όμως έρευνα, σημαντικές επενδύσεις από τους Operators, διαχρονική πολιτική βούληση και συναίνεση των κοινωνιών, σταθερό ρυθμιστικό πλαίσιο καθώς και συντονισμένη λειτουργία όλων των βαθμίδων της διοίκησης», ανέφερε η κα Σάρδη και πρόσθεσε: «Δεν έχει νόημα ένας Operator να έχει στα χέρια του μια υπογεγραμμένη και με ισχύ νόμου σύμβαση για έρευνα και ανάπτυξη κοιτασμάτων σε μια περιοχή, όταν αυτή στην πράξη ακυρώνεται είτε από τις δαιδαλώδεις γραφειοκρατικές διαδικασίες σε κεντρικό ή τοπικό διοικητικό επίπεδο είτε από την απροθυμία, την αντίδραση ή και την προσδοκία τοπικών μικροσυμφερόντων να αποκομίσουν πρόσκαιρα οφέλη από την εμπλοκή τους στην διαδικασία εκτέλεσης μιας σύβασης».
Η ευόδωση των ερευνών θα σημάνει σημαντικά οικονομικά οφέλη (επενδύσεις, απασχόληση, έσοδα για το Δημόσιο), μείωση της ενεργειακής εξάρτησης αλλά και χαμηλότερο κόστος. Είναι ενδεικτικό ότι, όπως ανέφερε η κυρία Σάρδη, η Energean στο Ισραήλ όπου δραστηριοποιείται στην παραγωγή υδρογονανθράκων, έχει υπογράψει συμβόλαια πώλησης του φυσικού αερίου στα 12-13 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Συγκριτικά η χρηματιστηριακή τιμή του φυσικού αερίου στην Ολλανδία, που χρησιμοποιείται ως βάση για την ελληνική αγορά, κυμαίνεται τώρα στα 120 ευρώ ανά μεγαβατώρα, δηλαδή σε δεκαπλάσια επίπεδα, ενώ στις αρχές Μαρτίου ξεπέρασε και τα 200 ευρώ.
πηγή ΑΠΕ ΜΠΕ