Γυναίκες προσφυγικής καταγωγής επιμορφώνονται ως «νταντάδες της γειτονιάς»
Date:
Η Άνια άφησε την πατρίδα της, την Ουκρανία, σε ηλικία 25 ετών για να βρει στην Ελλάδα ένα καλύτερο μέλλον. Αν και είχε σπουδές πληροφορικής στην πατρίδα της, στην Ελλάδα δεν κατάφερε να δουλέψει στο αντικείμενό της και εργάστηκε στην εστίαση και την καθαριότητα.
Σήμερα, έπειτα από 26 χρόνια στην Ελλάδα και έχοντας την εμπειρία της φροντίδας του 15χρονου γιου της, αποφάσισε να σπουδάσει βρεφονηπιοκομία και να ασχοληθεί επαγγελματικά με τα παιδιά, «που είναι το μέλλον μας», όπως λέει χαρακτηριστικά.
Το όνειρό της επιχειρεί να κάνει πραγματικότητα μέσα από ένα πρόγραμμα κατάρτισης προσφύγων, αιτούντων άσυλο και μεταναστών στον τομέα της απασχόλησης βρεφών και νηπίων που υλοποιεί η μη κυβερνητική οργάνωση «Μετάδραση» με την υποστήριξη της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
Η Άνια περιγράφει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πως όταν ήρθε στην Ελλάδα, ένιωσε «σαν να με πέταξαν στη θάλασσα και να μου είπαν, αν θέλεις κολύμπα». Θυμάται ότι δεν είχε καμία βοήθεια και δεν ήξερε πού να απευθυνθεί. «Το κράτος δεν μερίμνησε για να γίνει δομημένα η εργασιακή ένταξη». Σήμερα νιώθει ότι τα πράγματα είναι πολύ πιο εύκολα για την ένταξη των μεταναστών, «υπάρχουν δομές που βοηθούν. Επίσης οι γυναίκες αποκτούν φωνή και δικαιώματα».
Μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην πατρίδα της και καθώς η ίδια ήταν ψυχολογικά φορτισμένη, πήρε την απόφαση να συνεισφέρει εθελοντικά στην ανακούφιση Ουκρανών συμπατριωτών της που ήρθαν ως πρόσφυγες. Έτσι ήρθε σε επαφή με τη Μετάδραση και λίγο καιρό μετά ενημερώθηκε από την οργάνωση για το συγκεκριμένο πρόγραμμα κατάρτισης στη φροντίδα βρεφών και νηπίων.
Το πρόγραμμα παρέχει τετράμηνη εκπαίδευση σε πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο και μετανάστες, ηλικίας άνω των 18 ετών. Στην πρώτη, πιλοτική, φάση του που έχει ξεκινήσει, συμμετέχουν 15 άτομα, όλες γυναίκες, ηλικίας 22-67 ετών, από έντεκα διαφορετικές χώρες. Αρχικά υποβλήθηκαν 67 αιτήσεις και η τελική επιλογή έγινε με βάση τις προϋποθέσεις που είχαν τεθεί (άδεια παραμονής και εργασίας, γνώση της ελληνικής γλώσσας και απολυτήριο Λυκείου), αλλά και έπειτα από συνέντευξη. Η εμπειρία στη φροντίδα παιδιών δεν ήταν προαπαιτούμενη, αλλά αποτέλεσε ένα από τα κριτήρια που ελήφθησαν υπόψη στην τελική επιλογή. «Αρκετές ήταν και οι γυναίκες εκείνες που δεν είχαν προηγούμενη επαγγελματική εμπειρία, αλλά ως μητέρες γνώριζαν πώς να φροντίσουν παιδιά, ή άλλες γυναίκες είχαν ακαδημαϊκές σπουδές σε αντίστοιχο τομέα», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η διαχειρίστρια του προγράμματος στη Μετάδραση, Ελένη Μέτσα.
Η Άνια δηλώνει «πανευτυχής» που βρήκε αυτό το πρόγραμμα. «Πάντα είχα ευαισθησία στα παιδιά, είχα δοκιμάσει στα νιάτα μου να δουλέψω σε οικογένειες με παιδιά, αλλά δεν μπορούσα να τα διαχειριστώ. Τώρα με την εμπειρία του δικού μου παιδιού έχω κατασταλάξει στο αντικείμενο αυτό. Ακόμα και απορίες που είχα μεγαλώνοντας το δικό μου παιδί, τώρα τις λύνω εδώ. Ίσως βρήκα τον προορισμό μου», λέει χαρακτηριστικά. Όπως προσθέτει, «τα παιδιά είναι το μέλλον και είναι σημαντικό να καταλάβουμε τις πραγματικές ανάγκες τους και να γίνουν ολοκληρωμένοι άνθρωποι που θα λειτουργήσουν με τον πιο ωφέλιμο τρόπο για τον εαυτό τους και την κοινωνία. Έτσι θα αλλάξει και η κοινωνία και θα εξελιχθούμε ως ανθρωπότητα».
Τα μαθήματα του προγράμματος παρακολουθεί και η Βικτώρια, επίσης από την Ουκρανία, η οποία ζει στην Ελλάδα τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Στην πατρίδα της σπούδασε ξένες γλώσσες και δούλευε ως δασκάλα αγγλικών και γερμανικών. Όταν πρωτοήρθε στη χώρα, περιγράφει, φρόντιζε ένα αγόρι ηλικίας 2,5 ετών και της άρεσε πολύ η δουλειά της φροντίδας μικρών παιδιών. Έτσι αποφάσισε να εκπαιδευτεί στον τομέα αυτό. «Κάθε μέρα ένα μικρό παιδί σου δείχνει κάτι ωραίο, κάτι καινούριο και την ίδια ώρα μαθαίνει και από σένα κάτι καινούριο, παίρνει γνώση από τον κόσμο στον οποίο ζει», αναφέρει συμπληρώνοντας: «Τα παιδιά είναι το μέλλον μας και πρέπει να τα φροντίζουμε και να τα εκπαιδεύουμε από τη μέρα που γεννιούνται».
Οι ωφελούμενες του προγράμματος είναι από το Αφγανιστάν, το Ιράν, τη Μολδαβία, την Ουκρανία, τη Σερβία, την Αλβανία, την Αίγυπτο, την Τουρκία, το Μαρόκο, τη Ρωσία και τη Γεωργία. Η Άνια περιγράφει ότι «δεθήκαμε πάρα πολύ γρήγορα και γίναμε ομάδα. Στο μάθημα γινόμαστε πάλι παιδιά και τα παιδιά δεν έχουν σύνορα, η ψυχή τους δεν γνωρίζει διακρίσεις. Έτσι μαθαίνουμε πώς είναι ο άνθρωπος χωρίς τα όρια και τα στερεότυπα που μας βάζουν ανάλογα με τη χώρα ή τη θρησκεία. Εμείς σεβόμαστε η μία την άλλη και αυτό βγήκε αυθόρμητα».
Η Τζόρτζια από τη Σερβία περιγράφει για τα συγκεκριμένα μαθήματα ότι «στις συζητήσεις μας στην τάξη, μάς συνδέει το πώς ήμασταν ως παιδιά και γινόμαστε ξανά παιδιά. Ακόμα και γυναίκες με παιδιά ή και εγγόνια γίνονται ξανά παιδιά και αυτό είναι πολύ ωραίο συναίσθημα. Έχουμε τόσα κοινά παρά το γεγονός ότι μεγαλώσαμε σε διαφορετικές κουλτούρες». Η ίδια ήρθε στην Ελλάδα ως φοιτήτρια στο Τμήμα Ψυχολογίας του Πάντειου Πανεπιστημίου και καθώς δούλευε ταυτόχρονα στη φροντίδα μικρών παιδιών σε κάποια οικογένεια, θέλησε να αποκτήσει το θεωρητικό υπόβαθρο για τη φροντίδα αυτή μέσα από το συγκεκριμένο πρόγραμμα. Όνειρό της είναι να εξειδικευτεί στην παιδοψυχολογία.
Τα μαθήματα γίνονται σε ιδιωτικό ΙΕΚ στο κέντρο της Αθήνας μέσα σε μια πολύχρωμη αίθουσα. Οι γυναίκες διδάσκονται δημιουργική απασχόληση με βιωματικό τρόπο, όπως κουκλοθέατρο, μουσικοκινητική αγωγή, εικαστικά και θεατρικό παιχνίδι, ψυχολογία και βρεφοκομία. Μεταξύ άλλων επιχειρούν να φτιάξουν το δικό τους παραμύθι ή να σκεφτούν αστείους διαλόγους για κόμικς, καλούνται να παρουσιάσουν τραγούδια της πατρίδας τους, παίζουν κουκλοθέατρο.
«Προσπάθησα να προσαρμόσω το μάθημα στις ανάγκες, γλωσσικές και συναισθηματικές, αυτών των γυναικών. Έχοντας δουλέψει ως νηπιαγωγός σε διαπολιτισμικά νηπιαγωγεία, αυτό που με ενδιέφερε στην τάξη αυτή ήταν να δέσουμε την ομάδα, όπως κάνουμε και με τα παιδιά προσχολικής ηλικίας, ώστε να νιώσουν οικειότητα και ασφάλεια», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η νηπιαγωγός και υπεύθυνη της Σχολής Παιδαγωγικών του ιδιωτικού ΙΕΚ, Ισμήνη Βερυκόκκου. Επίσης, η κ. Βερυκόκκου αναφέρει ότι στα μαθήματα «αξιοποιούμε στοιχεία από τις διαφορετικές κουλτούρες των συμμετεχουσών, όπως παραμύθια, μύθους και παραδοσιακά τραγούδια» και προσθέτει ότι «τα μαθήματα είναι προσαρμοσμένα στο επίπεδο γλώσσας τους, ώστε να τα κατανοούν καλύτερα».
Το πρόγραμμα περιλαμβάνει επίσης μαθήματα ελληνικών στα γραφεία της Μετάδρασης για τη βελτίωση του επιπέδου της γλώσσας και την απόκτηση πιστοποίησης και υποστήριξη για τη συγκέντρωση των απαιτούμενων διοικητικών εγγράφων και ιατρικών βεβαιώσεων. Επίσης, η Μετάδραση οργανώνει για τις ωφελούμενες σεμινάρια πρώτων βοηθειών, προστασίας από τη σεξουαλική εκμετάλλευση και παιδικής προστασίας ασυνόδευτων ανηλίκων.
Στόχος του προγράμματος εκπαίδευσης στον τομέα της φύλαξης και απασχόλησης βρεφών και νηπίων είναι η διευκόλυνση της πρόσβασης του προσφυγικού και μεταναστευτικού πληθυσμού στην αγορά εργασίας. Στο πλαίσιο αυτό η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες θα υλοποιήσει σε συνεργασία με τη Μετάδραση και ένα πρόγραμμα κατάρτισης προσωπικών βοηθών για άτομα με αναπηρία. «Πρόκειται για δύο τομείς που έχουν πολλή ζήτηση και ενδιαφέρουν και τους ίδιους τους πρόσφυγες, οπότε σκεφτήκαμε ότι θα ήταν χρήσιμο για όλους να στηρίξουμε ένα μικρό αριθμό προσφύγων και μεταναστών, πιλοτικά, για να καταρτιστούν στα αντικείμενα αυτά», εξηγεί ο Πέτρος Μάστακας από τον Τομέα Προστασίας της Ύπατης Αρμοστείας.
Αρχικά, ο στόχος ήταν οι ωφελούμενοι και των δύο προγραμμάτων να ενταχθούν στα αντίστοιχα μητρώα του υπουργείου Εργασίας «Νταντάδες της γειτονιάς» και «Προσωπικοί βοηθοί για ΑΜΕΑ». Ωστόσο, για το πρόγραμμα φύλαξης παιδιών αυτό δεν είναι εφικτό λόγω των αυξημένων εκπαιδευτικών προϋποθέσεων που έχουν τεθεί στη σχετική διυπουργική απόφαση. Ο Πέτρος Μάστακας επισημαίνει ότι «ξέραμε εκ των προτέρων ότι έτσι όπως ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις ένταξης στα μητρώα του υπουργείου Εργασίας θα είχαμε πολλά γραφειοκρατικά ζητήματα και αυτά τα είχαμε συνυπολογίσει. Ο βασικός σκοπός όμως να δουλέψουν οι πρόσφυγες δεν έπαψε να ισχύει και ακόμα και αν δεν καταφέρουν να εγγραφούν στα μητρώα του υπουργείου Εργασίας, θα μπορέσουν να δουλέψουν στην ανοιχτή αγορά εργασίας όπου υπάρχει τεράστια ζήτηση». Η Ελένη Μέτσα από τη Μετάδραση συμπληρώνει ότι το Τμήμα Ένταξης της οργάνωσης θα κάνει μετά τη λήξη του προγράμματος φροντίδας βρεφών διασύνδεση των ωφελούμενων με φορείς, επιχειρήσεις και οργανώσεις που αναζητούν προσωπικό για την απασχόληση παιδιών.
Επιπλέον, η Ύπατη Αρμοστεία και η Μετάδραση ετοιμάζουν ένα ακόμα πρόγραμμα εκπαίδευσης για πολιτισμικούς διαμεσολαβητές, προκειμένου οι ωφελούμενοι να αποκτήσουν, μέσα από την απαιτούμενη κατάρτιση διάρκειας 120 ωρών, άδεια ασκήσεως επαγγέλματος.
Η Λώρα Παππά, πρόεδρος της οργάνωσης Μετάδραση, εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «η Μετάδραση ήδη από το 2017 είδε ότι υπάρχει ανάγκη εργατικού δυναμικού και με δικούς μας πόρους και εθελοντές προσπαθούσαμε να συνδέσουμε εργοδότες με πρόσφυγες». Η ίδια περιγράφει την τεράστια ζήτηση για εργαζόμενους σε ορισμένους τομείς, όπως ο τουρισμός, αναφέροντας ότι πρόσφατα εργοδότες «έρχονταν με αεροπλάνα στα γραφεία μας για να κάνουν συνεντεύξεις και να προσλάβουν προσωπικό».
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η κ. Παππά, μέσω της Μετάδρασης βρήκαν δουλειά 199 πρόσφυγες και μετανάστες το 2022, ενώ ο αντίστοιχος αριθμός το 2021 ήταν 40. «Η αύξηση αυτή δείχνει την τεράστια ανάγκη για ανθρώπινο δυναμικό», σχολιάζει. Επόμενος στόχος της οργάνωσης είναι να οργανώσει σεμινάρια για εργαζόμενους επιχειρήσεων «για την ευαισθητοποίησή τους στις διαφορετικές κουλτούρες των άλλων εργαζομένων, κάτι που ήταν αίτημα των ίδιων των εργοδοτών», όπως καταλήγει η πρόεδρος της Μετάδρασης.
*Επισυνάπτονται φωτογραφίες από την εκπαίδευση στον τομέα φροντίδας βρεφών και νηπίων, τις οποίες παραχώρησε η Μετάδραση στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για χρήση – Copyright: ΜΕΤΑδραση