Date:
Τα κορεσμένα λιπαρά ανήκουν στα λεγόμενα «κακά» λιπαρά και βρίσκονται σε σχετικά μεγάλες ποσότητες σε πολλά κρέατα και γαλακτοκομικά προϊόντα, όπως το πλήρες γάλα, το τυρί, το αγελαδινό βούτυρο και οι κρέμες γάλακτος.
Πολλές έτοιμες τροφές περιέχουν υψηλές ποσότητες κορεσμένων λιπαρών, όπως τα έτοιμα γλυκά, οι πίτσες, τα προϊόντα ζύμης κλπ.
Ακόμη και φυτικά προϊόντα, όπως το λάδι καρύδας και το φοινικέλαιο, έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε κορεσμένα λίπη.
Σύμφωνα με νέα επιστημονική μελέτη, αρκεί ένα και μόνο γεύμα με υψηλή περιεκτικότητα σε κορεσμένα λιπαρά για να επηρεαστεί η ικανότητα συγκέντρωσης του ανθρώπου.
Η μελέτη συνέκρινε την απόδοση 51 γυναικών σε τεστ συγκέντρωσης μετά την κατανάλωση γεύματος με πολλά κορεσμένα λιπαρά και του ίδιου γεύματος αλλά με ηλιέλαιο, το οποίο είναι πλούσια σε ακόρεστα λιπαρά.
Η απόδοσή τους στο τεστ ήταν χειρότερη μετά την κατανάλωση του πρώτου γεύματος σε σχέση με το γεύμα με τα πιο υγιεινά λιπαρά, σηματοδοτώντας μια σύνδεση ανάμεσα στα λιπαρά τρόφιμα και τον εγκέφαλο.
Οι ερευνητές εξέτασαν, επίσης, αν το σύνδρομο διαρρέοντος εντέρου που επιτρέπει στα εντερικά μικρόβια να εισέλθουν στη ροή του αίματος, είχε κάποια επίδραση στη συγκέντρωση. Οι συμμετέχουσες με διαπερατό έντερο είχαν χειρότερες επιδόσεις στην αξιολόγηση της συγκέντρωσής τους, ανεξάρτητα από το γεύμα που είχαν καταναλώσει.
Η απώλεια συγκέντρωσης μετά από ένα και μόνο γεύμα ήταν αποκαλυπτική για τους ερευνητές.
«Επειδή και τα δύο γεύματα είχαν υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και μπορούσαν να προκαλέσουν προβλήματα, η γνωστική επίπτωση του γεύματος με υψηλά κορεσμένα λιπαρά θα μπορούσε να είναι ακόμη μεγαλύτερη αν συγκρινόταν με ένα γεύμα χαμηλότερων λιπαρών», ανέφερε η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Annelise Madison.
Οι επιστήμονες εξέτασαν επίσης αν τα γεύματα με πολλά λιπαρά αύξαναν τα επίπεδα κόπωσης και φλεγμονής σε άτομα που είχαν επιβιώσει από καρκίνο.
Οι συμμετέχουσες στη μελέτη ολοκλήρωσαν μια βασική αξιολόγηση της προσοχής τους κατά τη διάρκεια μιας πρωινής επίσκεψης στο εργαστήριο. Το εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε ήταν το τεστ συνεχούς απόδοσης, το οποίο αποτελεί μέτρο του χρόνου διατηρούμενης προσοχής, συγκέντρωσης και αντίδρασης βασισμένο σε 10 λεπτά δραστηριοτήτων σε υπολογιστή.
Πέντε ώρες μετά την κατανάλωση του γεύματος με τα πολλά λιπαρά, οι γυναίκες επανέλαβαν το προαναφερθέν τεστ, ενώ, ανάμεσα στο πρώτο και στο δεύτερο τεστ (τέσσερις εβδομάδες αργότερα), επανέλαβαν τα βήματα, καταναλώνοντας το αντίθετο γεύμα από αυτό που είχαν φάει κατά την πρώτη επίσκεψη.
Οι ερευνητές ανέλυσαν, επίσης, τα δείγματα αίματος βασικής νηστείας των συμμετεχόντων για να προσδιορίσουν αν περιείχαν ένα φλεγμονώδες μόριο που σηματοδοτεί την ύπαρξη ενδοτοξαιμίας (παρουσία ενδοτοξινών στο αίμα), της τοξίνης που ξεφεύγει από το έντερο και εισέρχεται στη ροή του αίματος όταν ο εντερικός φραγμός υπολειτουργεί.
Μετά την κατανάλωση του πλούσιου σε κορεσμένα λιπαρά γεύματος, όλες οι συμμετέχουσες ήταν κατά μέσο όρο 11% λιγότερο ικανές να εντοπίσουν τον διεγερτικό παράγοντα-στόχο της αξιολόγησης προσοχής. Η έλλειψη συγκέντρωση ήταν, επίσης, εμφανής στις γυναίκες με διαρρέον έντερο, καθώς οι χρόνοι απόκρισής τους ήταν πιο ασαφείς και εκείνες ήταν λιγότερο ικανές να διατηρήσουν την προσοχή τους μετά το 10λεπτο τεστ.
«Αν οι γυναίκες είχαν υψηλά επίπεδα ενδοτοξαιμίας, αυτό εξαφάνισε και τις διαφορές ανάμεσα στα γεύματα, με αποτέλεσμα να μην αποδίδουν καλά ανεξάρτητα από τον τύπο των λιπαρών που κατανάλωσαν», εξηγεί η Δρ. Madison.
Παρόλο που η μελέτη δεν προσδιόρισε τι συνέβαινε στον εγκέφαλο, οι ερευνητές υποστηρίζουν πως οι προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι τρόφιμα πλούσια σε κορεσμένα λιπαρά μπορούν να πυροδοτήσουν την φλεγμονή στο σώμα και πιθανώς και στον εγκέφαλο, ενώ και τα λιπαρά οξέα μπορούν να διαπεράσουν τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό.
Η μελέτη δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση American Journal of Clinical Nutrition.
πηγή: onmed.gr