Για την ανάρτηση του Ευάγγελου Βενιζέλου, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών σημείωσε τα εξής:
«Αν και δεν αντιπαρατιθέμεθα με συνταγματολόγους, ήταν βαρύ αυτό που είπε. Θεωρώ ότι κάνει λάθος, δεν ισχύουν αυτά που λέει, είναι εντελώς αντίθετη η πραγματικότητα που προκύπτει από τις διατάξεις. Συγχέει την απαρτία με την απαιτούμενη πλειοψηφία για τη λήψη απόφασης». Στη συνέχεια ο κ. Μαρινάκης αναφέρθηκε στο σχετικό άρθρο του Συντάγματος για τον ορισμό της απαρτίας και τι απαιτεί το άρθρο 86 για τη χθεσινή ψηφοφορία. «Είχαμε απαρτία χθες. Δεν είχαμε πλειοψηφία. Το ζήτημα ότι είναι άκυρη, δεν τίθεται κανένα θέμα. Είναι σαφές το Σύνταγμα, σαφείς οι διατάξεις», τόνισε. «Έκανε και κάποιες άλλες αιτιάσεις όμως που έχουν ενδιαφέρον, για κάποια παρεπόμενα αιτήματα. Δεν υφίσταται το οποιοδήποτε ζήτημα προτάσεων. Δεν υπάρχει συνέχεια. Έκανε και κατηγορία για τις επιστολικές ψήφους. Ο κ. Βενιζέλος συνεχίζει να ανήκει σε ένα κόμμα. Είχαμε 57 περιπτώσεις ονομαστικών ψηφοφοριών μετά τις εκλογές. Τι ποσοστό των βουλευτών της ΝΔ ψήφισε με επιστολική ψήφο; 22%. Το ΠΑΣΟΚ του κ. Βενιζέλου 42%, ΣΥΡΙΖΑ 47%, Ελληνική Λύση 34%, Νέα Αριστερά 55%. Το χαμηλότερο του ΚΚΕ 16% και της Πλεύσης Ελευθερίας 13%. Θεωρώ λανθασμένη την ανάλυση του κ. Βενιζέλου», πρόσθεσε.
Ερωτηθείς για το γεγονός ότι για δεύτερη φορά ο κ. Βενιζέλος ασκεί κριτική στην κυβέρνηση, ανέφερε ότι δεν απάντησε στο πρόσωπο αλλά σε όσα είπε. «Σημασία έχει να δοθεί συνολική απάντηση και σε αυτά που ακούμε από χθες το βράδυ από την αντιπολίτευση και ξεπερνούν κάθε όριο υπερβολής», συνέχισε και μεταξύ άλλων επισήμανε: «Πράγματι δεν ήταν καλή μέρα η χθεσινή για τη Βουλή. Εμείς είχαμε πει ότι από τη στιγμή που θα ψηφιστεί η Εξεταστική παρέλκει η οποιαδήποτε συζήτηση για Προανακριτική. Αντί να αποσύρουν την πρόταση, απέσυραν τους βουλευτές. Έσπευσαν να μας κατηγορήσουν ότι θα αποχωρήσουμε. Και βιαστικοί και υποκριτές. Αντί να αποχωρήσουμε εμείς, αποχώρησαν εκείνοι χωρίς να υπερψηφίζουν τις δικές τους προτάσεις. Αυτό που νοιάζει τον κόσμο είναι η ουσία, είδατε κάποιο επιβαρυντικό στοιχείο. Όλοι υπερασπίστηκαν την τεχνική λύση ως νόμιμη. Θέλουν να πάνε κατηγορούμενοι υπουργοί γιατί συναίνεσαν στην εφαρμογή της τεχνικής λύσης. Δεν απάντησαν ποιοι είναι οι φυσικοί αυτουργοί. Πριν καλά-καλά η δικαιοσύνη καταλήξει, ήθελε η αντιπολίτευση βιαστικά και αυτή η βιασύνη είναι ύποπτη, να πάει κάποιον κατηγορούμενο. Πρέπει να κρατήσουμε το θετικό που είναι η προχθεσινή ημέρα ως προς τη ψήφιση εξεταστικής επιτροπής, να συμμετέχουν όλα τα κόμματα και να φωτιστούν όλες οι πτυχές».
Ευ. Βενιζέλος για χθεσινή συζήτηση στη Βουλή: Ευτελισμός των θεσμών λόγω κρίσης νομιμοποίησης
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, με εκτενή ανάρτησή του, επικρίνει έντονα την κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή για τη χθεσινοβραδυνή διαδικασία κατά τη συζήτηση των προτάσεων του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και ΣΥΡΙΖΑ-Νέας Αριστεράς, για τη συγκρότηση Προανακριτικής Επιτροπής σχετικά με το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Ο κ. Βενιζέλος επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι «…η ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος επέλεξε όχι απλώς την κραυγαλέα παραβίαση του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής αλλά τον πολλαπλό ευτελισμό των θεσμών», παραβίασε με ωμό τρόπο βασικές διατάξεις του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής, ενώ υπογραμμίζει πως οι ενέργειες αυτές δείχνουν «κρίση εσωτερικής εμπιστοσύνης και αυτοπεποίθησης παρά τα επιφαινόμενα. Μια τέτοια κρίση καθίσταται όμως σχεδόν αυτόματα κρίση νομιμοποίησης».
Ακολουθεί ολόκληρη η ανάρτηση του κ. Βενιζέλου:
«Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία της Νέας Δημοκρατίας την περίοδο 2008 -2009 αποχώρησε τρεις φορές (δύο για την υπόθεση Βατοπεδίου και μία για την υπόθεση Παυλίδη) από συνεδριάσεις της Βουλής που είχαν ως αντικείμενο προτάσεις για τη συγκρότηση ειδικής κοινοβουλευτικής επιτροπής για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης κατά το άρθρο 86 παρ.3 εδ. β Συντ. Και τις τρεις φορές ο έλεγχος της διαδικασίας περιήλθε στους παρόντες βουλευτές της αντιπολίτευσης και δεν διεξήχθη μυστική ψηφοφορία επειδή δεν ήταν παρόντες τουλάχιστον 151 βουλευτές, όση δηλαδή είναι η αναγκαία κατά το Σύνταγμα πλειοψηφία. Οι προτάσεις για συγκρότηση επιτροπής προκαταρκτικής εξέτασης δεν απορρίφθηκαν αλλά παρέμειναν εκκρεμείς. Ο τότε Πρόεδρος της Βουλής αείμνηστος Δημήτρης Σιούφας, παρών ο ίδιος στην έδρα, αποδέχθηκε τη θέση της αντιπολίτευσης σεβόμενος το άρθρο 67 του Κανονισμού της Βουλής.
Η σημερινή κοινοβουλευτική πλειοψηφία της Νέας Δημοκρατίας, δηλαδή η ηγεσία της, στην υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν ήθελε να ακολουθήσει το κατά τη δική της έκφραση «μοντέλο Τριαντόπουλου / Καραμανλή», δηλαδή τη συγκρότηση επιτροπής προκαταρκτικής εξέτασης που με συνοπτική διαδικασία παρέπεμψε, για την υπόθεση των Τεμπών, τους κατηγορούμενους υπουργούς στον ανακριτή και το δικαστικό συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου, έστω για το πλημμέλημα της παράβασης καθήκοντος.
Δεν ήθελε ούτε να αποχωρήσει κατά το προηγούμενο της περιόδου 2008-2009 αφήνοντας τις προτάσεις συγκρότησης προκαταρκτικής επιτροπής σε εκκρεμότητα, φοβούμενη την ενδεχόμενη επαναφορά τους σε αυτήν ή στην επόμενη βουλευτική περίοδο.
Δεν ήθελε ούτε να αφήσει τους βουλευτές της να μετάσχουν αυτοπροσώπως και κατά συνείδηση στη μυστική ψηφοφορία φοβούμενη τον αριθμό των διαρροών οι οποίες θα μπορούσαν να θέσουν σε αμφισβήτηση τη συνοχή της.
Ενώπιον αυτού του αδιεξόδου η ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος επέλεξε όχι απλώς την κραυγαλέα παραβίαση του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής αλλά τον πολλαπλό ευτελισμό των θεσμών:
Πρώτον, απαγόρευσε στους βουλευτές της να μετάσχουν αυτοπροσώπως και κατά συνείδηση στη μυστική ψηφοφορία και τους έθεσε υπό ασφυκτικό έλεγχο ευτελίζοντας τον θεσμικό ρόλο του βουλευτή της συμπολίτευσης.
Δεύτερον, παραβίασε σωρηδόν τη διάταξη του άρθρου 70 Α Κανονισμού της Βουλής που προβλέπει τη δυνατότητα συμμετοχής βουλευτή στην ψηφοφορία με επιστολική ψήφο μόνο όταν μετέχει σε αποστολή της κυβέρνησης ή της Βουλής στο εξωτερικό ή συντρέχει κατάσταση εγκυμοσύνης ή λοχείας ή όταν ισχύουν περιορισμοί λόγω πανδημίας. Ευτέλισε κατά τον τρόπο αυτό την πρόβλεψη περί επιστολικής ψήφου.
Τρίτον, προσπάθησε να κατασκευάσει τεχνητά τις προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν για την έγκυρη λήψη απόφασης από τη Βουλή, θεωρώντας ότι αυτές συνίστανται στην ύπαρξη απαρτίας τουλάχιστον 75 βουλευτών κατά το άρθρο 67 Συντ. Όμως το άρθρο 67 Συντ. δεν προβλέπει απαρτία για τη συνεδρίαση της Βουλής αλλά ελάχιστο απαιτούμενο αριθμό ψήφων για την λήψη απόφασης, όταν από άλλη ειδικότερη συνταγματική διάταξη δεν προβλέπεται μεγαλύτερος αριθμός, δηλαδή αυξημένη πλειοψηφία επί του όλου αριθμού των βουλευτών. Τέτοια διάταξη, ειδικότερη του άρθρου 67 Συντ., είναι το άρθρο 86 παρ.3 που απαιτεί απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών (151/300). Παρά όμως την προσπάθεια, τελικά στην ψηφοφορία μετείχαν μόνο 83 βουλευτές, άρα δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις έγκυρης λήψης απόφασης για την οποία απαιτούνται τουλάχιστον 151 και όχι τουλάχιστον 75 βουλευτές. Κατέστη κατά τον τρόπο αυτό άκυρη η ψηφοφορία και ανακριβής η συναγωγή του αποτελέσματος ότι οι προτάσεις για τη συγκρότηση επιτροπής διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης δήθεν απορρίφθηκαν. Οι προτάσεις παραμένουν εκκρεμείς έως ότου τεθούν σε ψηφοφορία σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής.
Τέταρτον, έφερε τον Πρόεδρο της Βουλής σε εξαιρετικά δύσκολη θέση και τον οδήγησε σε επιδεικτική απουσία από την όλη διαδικασία την ευθύνη της οποίας έχει θεσμικά. Κατ´ ακολουθία οδήγησε τον προεδρεύοντα αντιπρόεδρο και πρώην υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης σε ωμή παραβίαση του άρθρου 67 παρ.7 του Κανονισμού της Βουλής καθώς αρνήθηκε να θέσει σε ψηφοφορία την αντίρρηση που διατύπωσε το ΠΑΣΟΚ και υποστήριξε σύσσωμη η αντιπολίτευση, στην εκ μέρους του απόρριψη της πρότασης για αναβολή της ψηφοφορίας. Αυτό δε με την παιδαριώδη αιτιολογία ότι στην αίθουσα υπήρχαν 90 βουλευτές οι οποίοι το επόμενο λεπτό δεν υπήρχαν γιατί η αντιπολίτευση αποχώρησε διαμαρτυρόμενη! Επιπλέον στα Πρακτικά της Βουλής και στο οπτικοακουστικό υλικό της συνεδρίασης καταγράφηκε σωρεία παραβιάσεων των διατάξεων του άρθρου 73 Κανονισμού της Βουλής που διέπουν τη διεξαγωγή μυστικής ψηφοφορίας. Το πλήγμα στο κύρος του Προεδρείου της Βουλής είναι δυστυχώς μεγάλο.
Αναρωτιέμαι, ποιος λόγος υπήρχε να συντελεστεί αυτός ο ακραίος διασυρμός του Κοινοβουλίου; Η κυβερνητική πλειοψηφία θα μπορούσε να μετάσχει κανονικά στην ψηφοφορία και οι προτάσεις να μη συγκεντρώσουν 151 θετικές ψήφους και να απορριφθούν έστω με κάποιες διαρροές ψήφων βουλευτών της συμπολίτευσης. Το θεσμικό και πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση θα ήταν πολύ μικρότερο από το κόστος της εικόνας ευτελισμού των θεσμών που καταγράφτηκε χθες. Η κυβερνητική πλειοψηφία θα μπορούσε επίσης- ακραίο και οριακό σενάριο- να δηλώσει ότι απέχει από την ψηφοφορία με τους βουλευτές της να αρνούνται να μετάσχουν στη μυστική ψηφοφορία αλλά να παραμένουν παρόντες στη συνεδρίαση ώστε να έχουν τη δυνατότητα λήψης των διαδικαστικού χαρακτήρα αποφάσεων χωρίς να παραβιάζεται όλη αυτή η δέσμη διατάξεων του Συντάγματος και του Κανονισμού. Θα παραβιαζόταν βεβαίως η θεμελιώδης εγγύηση της κατά συνείδηση ψήφου του βουλευτή και μάλιστα σε μια παρόμοια δικαστικού χαρακτήρα διαδικασία στην οποία οι βουλευτές δεν επιτρέπεται να άγονται και να φέρονται υπό συνθήκες σιδηράς κομματικής πειθαρχίας.
Αν όλο αυτό είναι επίδειξη απόλυτης αδιαφορίας για το συνταγματικό πλαίσιο λειτουργίας της Βουλής, η κατάσταση είναι θεσμικά ολισθηρή. Αν όλο αυτό είναι αποτέλεσμα πολιτικού φόβου για τη συνοχή της πλειοψηφίας, το υφέρπον πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται με τέτοιες μεθοδεύσεις υψηλού πολιτικού κόστους. Αν η μετακίνηση από το «μοντέλο Τριαντόπουλου / Καραμανλή» στο χθεσινό μοντέλο, σημαίνει ότι τώρα δεν υπάρχει πλέον ούτε η στοιχειώδης άνεση να δηλώνεται εμπιστοσύνη στον «φυσικό δικαστή» του Ειδικού Δικαστηρίου, τότε τα πράγματα μπορεί να έχουν βάθος μη ορατό ακόμη δια γυμνού οφθαλμού.
Κοινός παρονομαστής φαίνεται να είναι η κρίση εσωτερικής εμπιστοσύνης και αυτοπεποίθησης παρά τα επιφαινόμενα. Μια τέτοια κρίση καθίσταται όμως σχεδόν αυτόματα κρίση νομιμοποίησης».
ΠΗΓΉ: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Σχολιάστε