Με ρυθμό 30 στρεμμάτων τον χρόνο σχεδιάζει να επεκτείνει τον αμπελώνα που τροφοδοτεί με πρώτη ύλη -κυρίως ασύρτικο- το Κτήμα Σιγάλα στη Σαντορίνη η ΚΥΡ-ΓΙΑΝΝΗ, η οποία πρόσφατα ολοκλήρωσε την εξαγορά του 100% του σαντορινιού οινοποιείου, όπως επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο οινοποιός Στέλλιος Μπουτάρης, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας.
Για πόσα χρόνια θα συνεχιστούν οι φυτεύσεις με τέτοιο ρυθμό; «Για όσα χρειαστεί», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Μπουτάρης και προσθέτει πως μέσα στην επόμενη τριετία αναμένεται να αρχίσουν να αποδίδουν καρπούς και οι νέες φυτεύσεις, σε έκταση 170 στρεμμάτων, που πραγματοποιήθηκαν στο πρόσφορο ηφαιστειογενές έδαφος του νησιού, οι οποίες προστίθενται στα 450 στρέμματα προϋπάρχοντων αμπελώνων στην Οία, με στόχο την αύξηση της παραγωγής.
«Τα επόμενα δύο χρόνια θα είναι δύσκολα, γιατί το 2024 και το 2025 ήταν έτη με πολύ μειωμένη παραγωγή για τη Σαντορίνη. Το αποτέλεσμα είναι ότι δεν έχουμε αρκετό κρασί να πουλήσουμε,παρά τη ζήτηση που υπάρχει. Έχουμε ένα έλλειμμα άνω του 5%, κυρίως σε ασύρτικο Σαντορίνης, που το ζητούν όλες οι αγορές και κυρίως η αμερικανική. Φέτος, λοιπόν, δεν θα μπορέσουμε να καλύψουμε τη ζήτηση, αλλά προσπαθούμε να κάνουμε δουλειά στον αμπελώνα για να βελτιωθεί η παραγωγή στα επόμενα χρόνια, με αναδιάρθρωση και νέες φυτεύσεις, ώστε να μπορέσουν τα αμπέλια να αυξήσουν την παραγόμενη ποσότητα. Φέτος, πήραμε περίπου 60 τόνους ασύρτικου και 30 τόνους από άλλες ποικιλίες. Την ποσότητα αυτή ελπίζουμε να την αυξήσουμε στους 200 τόνους μέσα στην επόμενη τριετία», εξηγεί ο κ. Μπουτάρης.
Προσθέτει, δε, ότι το 2026, το 100% της απαιτούμενης άρδευσης για τον αμπελώνα στη Σαντορίνη αναμένεται να καλύπτεται από «γκρίζο» νερό, στο πλαίσιο πιλοτικού προγράμματος επαναχρησιμοποίησής του, που «τρέχει» σε συνεργασία με το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, τον Σύνδεσμο Οινοποιών Σαντορίνης και τη ΔΕΥΑ Θήρας, σε αρμονία με τη στρατηγική βιωσιμότητας της εταιρείας. «Κάναμε το πρόγραμμα ώστε να αγοράσουμε ένα μηχάνημα που θα “κουμπώσει” πάνω στον βιολογικό καθαρισμό, ώστε να καθαρίζει πλήρως το νερό και έχουμε ήδη δημιουργήσει δίκτυο αγωγών στον κάμπο της Οίας, ώστε να μπορούμε να καλύψουμε το 100% του νερού που χρειαζόμαστε», σημείωσε ο διευθύνων σύμβουλος της ΚΥΡ-ΓΙΑΝΝΗ, σύμφωνα με τον οποίο, ο αμπελώνας κανονικά δεν είναι τεχνητά αρδευόμενος. Αρδεύεται μόνο και μόνο για να αναπληρωθούν οι ποσότητες του νερού, που φυσιολογικά θα τον δρόσιζαν τον χειμώνα μέσω των βροχών, οι οποίες μειώνονται διαρκώς λόγω της κλιματικής κρίσης.
Εξαγωγές με ένα ισχυρό δίδυμο
Στο μεταξύ, προτού η συνεργασία μεταξύ ΚΥΡ-ΓΙΑΝΝΗ και Κτήματος Σιγάλα εξελιχθεί σε πλήρη ιδιοκτησία, είχε προηγηθεί στενή σχέση ανάμεσα στις δύο επιχειρήσεις, ήδη από το 2009. «Το “Κτήμα Σιγάλα” ήταν το πιο δυνατό όνομα στη Σαντορίνη και πίστευα πολύ στα κρασιά της Σαντορίνης. Αρχικά αγοράσαμε το 40% του Κτήματος. Το 2020, ο επιχειρηματίας Θανάσης Μαρτίνος αγόρασε το 60% από τον Πάρι Σιγάλα και εμείς αναλάβαμε το μάνατζμεντ του οινοποιείου. Πλέον έχουμε το 100%», λέει ο κ. Μπουτάρης, ανατρέχοντας στο ιστορικό της μακράς αυτής συνεργασίας, η οποία -όπως προσθέτει- βοήθησε σημαντικά την ΚΥΡ-ΓΙΑΝΝΗ στις εξαγωγές της, αφού μπόρεσε να απευθυνθεί στις διεθνείς αγορές με ένα πολύ ισχυρό δίδυμο: το διαρκώς ανερχόμενο βορειοελλαδικό Ξινόμαυρο και το δημοφιλές Ασύρτικο Σαντορίνης. Στην ουσία, η συμφωνία αυτή αποτελεί γέφυρα που ενώνει τρεις κορυφαίες αμπελοοινικές ζώνες της Ελλάδας: Νάουσα, Αμύνταιο και Σαντορίνη.
Στο Κτήμα Σιγάλα απασχολούνται σήμερα 20 άνθρωποι τον χειμώνα, συν άλλοι 15 τα καλοκαίρια, όταν ο οινοτουρισμός αυξάνεται. Σύμφωνα με τον κ. Μπουτάρη, το οινοποιείο στη Σαντορίνη επισκέπτονται κάθε χρόνο περίπου 18.000 άνθρωποι. Η ΚΥΡ-ΓΙΑΝΝΗ συμμετέχει ενεργά σε συλλογικές πρωτοβουλίες που ενισχύουν την προώθηση της Σαντορίνης ως διεθνούς οινικού προορισμού, επιβεβαιώνοντας τον συνεργατικό χαρακτήρα της ΚΥΡ-ΓΙΑΝΝΗ και τη μακροχρόνια δέσμευσή της στην ποιότητα και την καινοτομία.
Υπενθυμίζεται πως το Κτήμα Σιγάλα είναι επιχειρηματικό «παιδί» του πρωτοπόρου οινοποιού Πάρι Σιγάλα, ο οποίος εμφιάλωσε για πρώτη φορά οίνο προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης το 1991, χρονιά που σηματοδοτεί την έναρξη λειτουργίας του κτήματος. Όπως διαβάζουμε στην ιστοσελίδα του Κτήματος, «επενδύοντας στη δυναμική του Σαντορινιού αμπελώνα, εφήρμοσε καινοτόμες ιδέες τόσο στην αμπελοκαλλιέργεια όσο και στις μεθόδους οινοποίησης, οι οποίες οδήγησαν σε “δυναμική εξέλιξη της παράδοσης”, κάτι που αποτελεί το μότο του ιδίου. Με οικογενειακή παράδοση στην αμπελοκαλλιέργεια, όπως οι περισσότεροι Σαντορινιοί, ο μελλοντικός μαθηματικός Πάρις Σιγάλας περνούσε τα φοιτητικά του καλοκαίρια στο νησί, τρυγώντας τα αμπέλια της οικογένειας και συμμετέχοντας μαζί με φίλους στην παραγωγή του κρασιού της οικογένειας, μια διαδικασία που τον γοήτευε ολοένα και περισσότερο. Σιγά σιγά ανέλαβε τα ηνία και στα αμπέλια του παππού του».
Η Σαντορίνη είναι ένα από τα αρχαιότερα οινοπέδια του κόσμου, το οποίο παραμένει ενεργό για περισσότερα από 3.000 συνεχή έτη. Ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία του αμπελώνα της Σαντορίνης είναι ο ποικιλιακός της πλούτος, καθώς η καταγωγή των συνολικά 24 ποικιλιών που είναι καταγεγραμμένες ως γηγενείς χάνεται στα βάθη των αιώνων. Βασική ποικιλία του αμπελώνα στο νησί είναι το Ασύρτικο, καθώς συναντάται σε ποσοστό 90% ανάμεσα στις λευκές ποικιλίες, ενώ όλες οι λευκές μαζί καλύπτουν το 80% του αμπελώνα του νησιού. Δύο ακόμα βασικές λευκές ποικιλίες του αμπελώνα είναι το Αθήρι και το Αιδάνι. Από τις ερυθρές ποικιλίες η Μανδηλαριά είναι η πιο διαδεδομένη στον αμπελώνα της Σαντορίνης, ενώ ξεχωριστή αναφορά αξίζει να γίνει και στην ποικιλία Μαυροτράγανο που κόντευε να εξαφανιστεί μέχρι που το 2008, όποτε και έγινε μια συντονισμένη προσπάθεια για τη διάσωσή της._
πηγή ΑΠΕ ΜΠΕ














