National Geographic: Το 30% του εδάφους της Ελλάδας κινδυνεύει με ερημοποίηση
Date:
ην ανάγκη η Ελλάδα να λάβει μέτρα για να διασφαλίσει το «υδάτινο» μέλλον της επισημαίνει το γνωστό παγκοσμίως περιοδικο National Geographic με αφορμή το γεγονός ότι η χώρα μας βρίσκεται στην 26η θέση της λίστας των χωρών που αντιμετωπίζουν προβλήματα λειψυδρίας.
Το στοιχείο αυτό σε συνδυασμό με την κλιματική αλλαγή φέρνει πιο κοντά τον κίνδυνο ένα 30% της επιφάνειας της Ελλάδας να γίνει έρημος μέσα στις επόμενες δεκαετίες.
Ο κινδυνος αυτός δεν είναι καινούργιος. Ηδη εδώ και καιρό καθηγητές έχουν επισημάνει τον κινδυνο ερημοποίησης μεγάλου τμήματος του ελληνικου εδάφους. «Υπάρχει ανησυχητική αύξηση όλων των δεικτών που καταγράφουν τον κίνδυνο ερημοποίησης στην Ανατολική Μεσόγειο και στην Ελλάδα, είχε δηλώσει σχετικά, στην Καθημερινή, ο ακαδημαϊκός Χρήστος Ζερεφός, υπογραμμίζοντας τη μεγάλη σημασία του προβλήματος.. Μάλιστα, δίνοντας και «είδηση», ο κ. Ζερεφός είχε αποκαλύψει πως ήδη τροποποιούνται προς το χειρότερο τα κλιματικά μοντέλα για τη μείωση των βροχοπτώσεων στην Ανατολική Ελλάδα.
Για να επανέλθουμε στο αμερικάνικο περιοδικο, αυτό επισημαίνει πως συνολικά η Ελλάδα έχει ένα από τα καλύτερα ποσοστά κατά κεφαλήν προμηθειών νερού ανάμεσα στις χώρες της Μεσογείου αλλά οι βροχοπτώσεις διαφέρουν σημαντικά σε όλη την επικράτεια..
Σύμφωνα με τα στοιχεία ενώ οι δυτικές περιοχές είναι σχετικά υγρές και στα βουνά τους καταγράφονται 85 ίντσες βροχής το χρόνο, άλλες περιοχές μετα βίας φτάνουν τις 15 ίντσες. «Η ανισορροπία αυτή φέρνει περιοχές όπως η Αττική, η Θεσσαλονίκη και τα νησιά του νοτίου Αιγαίου αντιμέτωπες με το ενδεχόμενο ελλείψεων. Και η κλιματική αλλαγή θα κάνει τα πράγματα χειρότερα» αναφέρεται στο άρθρο του Jon Heggie για το National Geographic το οποίο αναδημοσιεύει το Πρώτο Θέμα..
Ο συντάκτης σημειώνει ότι μέχρι το 2050 η θερμοκρασία στην Ελλάδα θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 2 βαθμούς Κελσίου με 18% λιγότερες βροχοπτώσεις. «Οι περίοδοι ξηρασίας μπορεί να γίνουν πιο συχνές και πιο έντονες ενώ η «επαναφόρτιση» του υδροφόρου ορίζοντα, στον οποίο βασίζεται η Ελλάδα, θα συνεχίζει να μειώνεται» αναφέρεται χαρακτηριστικά και επισημαίνεται ότι στην χώρα μας περισσότερο από το 40% του πόσιμου νερού προέρχεται από τον υπόγειο υδροφόρο ορίζοντα.
«Σε περιοχές, όμως, όπως η Κρήτη και η Κόρινθος το υπόγειο νερό αντλείται πιο γρήγορα από ό,τι μπορεί να αποκατασταθεί με φυσικό τρόπο. Αυτό σημαίνει ότι όχι μόνο μειώνονται τα αποθέματα αλλά την ίδια ώρα το θαλασσινό νερό «μολύνει» όλο το απόθεμα» προστίθεται στο άρθρο.
«Ηδη τα τελευταία 100 χρόνια έχει παρατηρηθεί μείωση της βροχής κατά 20% στη Δυτική Ελλάδα, που είναι η περιοχή με τις μεγάλες βροχοπτώσεις και τα μεγαλύτερα αποθέματα ύδατος. Στα ανατολικά η μείωση είναι μικρότερη, αλλά τα χειρότερα έρχονται», αναφέρει έκθεση της Επιτροπής Μελέτης της Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ), που έχει συστήσει η Τράπεζα της Ελλάδος.
«Το περίπου 30% της έκτασης της Ελλάδας μπορεί να απειληθεί από ερημοποίηση», σημειώνει ο κ. Ζερεφός στην Καθημερινη. Ερημοποίηση δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη συνθήκες αφρικανικής έρημου. Ερημοποίηση σημαίνει υποβάθμιση των εδαφών σε τέτοιο βαθμό, ώστε να χάνουν τη γονιμότητά τους και να «πεθαίνουν». «Το έδαφος γίνεται πολύ φτωχό και δεν μπορεί να στηρίξει καλλιέργειες και βλάστηση. Η διαδικασία αυτή οφείλεται στην κλιματική αλλαγή, αλλά και σε λάθος ανθρώπινες παρεμβάσεις», είχε αναφέρει στην ίδια εφημερίδα ο κ. Χρήστος Γιαννακόπουλος, διευθυντής ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών.
Ειδικά για τα μικρά νησιά το άρθρο του ΝG προτείνει ως λύση την εφαρμογή της τεχνικής της αφαλάτωσης. «Η Ελλάδα έχει ήδη τη δυνατότητα να παράγει 20.000 κυβικά μέτρα φρέσκου νερού την ημέρα με τη μέθοδο αυτή με την κυβέρνηση να ετοιμάζεται να επεκτείνει τον αριθμό των μικρού μεγέθους τέτοιων εργοστασίων προκειμένου κάθε νησί να είναι τελείως αυτόνομο ως προς την παροχή νερού» αναφέρεται στο άρθρο στο οποίο γίνεται ειδική αναφορά σε μια μονάδα στη νήσο Στρογγύλη η οποία παίρνοντας ενέργεια από τον ήλιο παράγει 5 κ.μ. νερό την ημέρα αλλά και σε δύο μονάδες στο Καστελόριζο οι οποίο παράγουν 400 κ.μ. νερό την ημέρα με κόστος παραγωγής στο 1/5 της μεταφοράς αντίστοιχης ποσότητας νερού με πλοίο-υδροφόρα.
Πρόβλημα ωστόσο ίσως να αντιμετωπίσει τα επόμενα 30 χρόνια και η Αθήνα, σύμφωνα με τον συντάκτη του άρθρου, με την αύξηση της ζήτησης να κινείται σε ρυθμούς 6% τον χρόνο «όχι μόνο λόγω της αύξησης του πληθυσμού αλλά και λόγω της αύξησης των σπιτιών με «διψασμένους» κήπους».
Το άρθρο, πάντως, δεν μένει μόνο στις διαπιστώσεις αλλά σε αυτό περιγράφονται και προστάσεις για τη μείωση της κατανάλωσης νερού στα νοικοκυριά στα οποία αντιστοχεί το 14% της κατανάλωσης – σχεόν 177 λίτρα την ημέρα ανά άτομο. Ένα ντους μικρότερης διάρκειας μπορεί να γλιτώσεις 12 λίτρα νερό το λεπτό ενώ παρά το γεγονός ότι έχουν υιοθετηθεί τα διπλά καζανάκια ακόμα υπάρχει ποσότητα 9 λίτρων ανά πάτημα σε κάθε χρήση. Τα πλυντήρια πιάτων καταναλώνουν περίπου 8 λίτρα αντί για 60 λίγρα για πλύσιμο στο χέρι.
Σε συνθήκες λειψυδρίας τα 2/3 του πλανήτη
Μέχρι το 2025, σύμφωνα με τους ερευνητές του ΟΗΕ, κι αν δεν αλλάξει η κατεύθυνση των εξελίξεων, τα δύο τρίτα του πλανήτη θα ζουν σε συνθήκες λειψυδρίας και θα αγωνιούν για την αντοχή των υδάτινων αποθεμάτων τους, ενώ οι κάτοικοι θα υποφέρουν από έλλειψη νερού κατά τη διάρκεια ορισμένων περιόδων. Στις δυσοίωνες αυτές προβλέψεις υπολογίζεται πως 1,8 δισ. άνθρωποι θα αντιμετωπίζουν συνθήκες απόλυτης έλλειψης νερού, καθώς οι υδάτινοι πόροι μεγάλων περιοχών θα έχουν στεγνώσει. Η επέκταση της απερήμωσης είναι πιθανό να ενισχύσει τη μετανάστευση, με τις επιτροπές του ΟΗΕ να εκτιμούν πως μέχρι το 2045 περίπου 135 εκατομμύρια άνθρωποι θα υποχρεωθούν σε μετακίνηση λόγω… δίψας. Τα στοιχεία που δημοσίευσε ο ΟΗΕ την προχθεσινή Παγκόσμια Ημέρα για την Καταπολέμηση της Ερημοποίησης και της Ξηρασίας είναι πολύ ανησυχητικά. Πριν από 25 χρόνια τέθηκε σε εφαρμογή η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την Καταπολέμηση της Απερήμωσης (UNCCD). Ο στόχος που έχει τεθεί είναι μέσα στα επόμενα 25 χρόνια, μέσω της αειφόρου διαχείρισης του εδάφους, να επιτευχθεί η ουδετερότητα στη γη, δηλαδή όσο έδαφος χάνεται μέσω ερημοποίησης και υποβάθμισης να ανακτάται με βιώσιμες πρακτικές.