Date:
Τιμήθηκε σήμερα Κυριακή 19 Μαΐου η μνήμη των 170 Νεοσουλιωτών, οι οποίοι πέθαναν όμηροι στα κάτεργα της Βουλγαρίας τα έτη 1916-17.
Ήταν 23 Ιουνίου του 1917, ημέρα Παρασκευή, που οι Βούλγαροι κατά το Βασιλικό τους Διάταγμα έστειλαν όλους τους άνδρες του χωριού μας ως ομήρους στη Βουλγαρία. Το ίδιο μέτρο εφάρμοσαν και στις Σέρρες και σ’ όλες τις πόλεις και τα χωριά της Ανατολικής Μακεδονίας……
Και πραγματικά από τους 70.000 Έλληνες της Ανατολικής Μακεδονίας, που εκτοπίσθηκαν κατά τα έτη 1916-1917 από τους Βουλγάρους μόνο 12.000 έμειναν στη ζωή.
Συγκεκριμένα από το Ν Σούλι, από τους 350 που έφυγαν τότε, οι 170 πέθαναν στη Βουλγαρία (131 ντόπιοι και 39 ξένοι υπάλληλοι που εργάζονταν τότε στο χωριό).
Όλους αυτούς οι Βούλγαροι ομαδικά τους είχαν εκτοπίσει στη βορινή, παγωμένη και αφιλόξενη Βουλγαρία.
Αυτοί οι ίδιοι οι όμηροι διηγούνται, αυτοί εκθέτουν, αυτοί μόνοι τους εξιστορούν τα μαρτύριά τους, τα οποία έχουν τραβήξει στην εξορία.
Ιδού με ποιες λέξεις περιγράφει τα δεινοπαθήματα όλων των Μακεδόνων στη Βουλγαρία ο προαναφερθείς συμπατριώτης μας Γραμμένος Βασίλειος, ένας από τους παθόντες και αυτόπτης μάρτυρας :
“Πατέρες και παιδιά, άνδρες γενναίοι και παλικαράδες, οι οποίοι απέθαναν από την πείνα, από το ξύλο, από τη δυστυχία, από το ψύχος, από την ψείρα και λέρα, άδικα απέθαναν οι καημένοι.
Δεν ζει άνθρωπος με 100 δράμια ψωμί.
Και το φαγητό ήταν ένα κεφάλι βοδινό, για να φάνε εξακόσιοι (600) άνθρωποι.
Και κάθε μέρα κασμά και φτυάρι, και να φωνάζουν όλοι από μικρό έως το μεγάλο : “Κτυπάτε τους κερατάδες τους Γραικούς”. “Απέθαναν οι καημένοι όλοι όσοι προσπαθούσαν να τραφούν από τις χελώνες και βατράχους και ακανθόχοιρους. Έφαγαν και ψοφίμια πολλά, που οι χωρικοί τα έριχναν στις κοπριές, ορνίθια, και βόδια και γουρούνια και ό,τι άλλο έβρισκαν μέσα στις κοπριές, κι όλα αυτά για να γλιτώσουν τη ζωή τους.
Όλοι οι Μακεδόνες, όπου εργαζόμασταν μαζί ήμασταν 1048, και τώρα μείναμε το τέταρτο ή το ήμισυ του τετάρτου.
Αλλά και αυτοί που μείνανε δεν είναι γεροί.
Άλλος έκοψαν το πόδι του και άλλος έχασε το λογικό του, άλλος έχει ρευματισμούς”.
Απόσπασμα από το άρθρο του κ. Μεσάικου Δημητρίου