Η λέξη “τελμώνας” (ή “τελμών”) προέρχεται από την αρχαία ελληνική και έχει τις εξής βασικές σημασίες:
Ετυμολογία και Σημασία
Από το ουσιαστικό τέλμα (γενική: τέλματος), που σημαίνει:
- στάσιμο νερό, βάλτος, λίμνη χωρίς ροή
- μεταφορικά: αδιέξοδο, παθητική κατάσταση, στασιμότητα
Ο τελμώνας, λοιπόν, είναι:
- ο τόπος με τέλμα, δηλαδή βάλτος ή λιμνάζον έδαφος
- μεταφορικά, μπορεί να δηλώσει κατάσταση αδράνειας ή στασιμότητας, μια παγιδευμένη κατάσταση χωρίς διέξοδο
Ο “τελμώνας” μπορεί να θεωρηθεί σύμβολο ψυχολογικής ή κοινωνικής στασιμότητας: ένας τόπος (ή χρόνος) όπου τίποτα δεν προχωρά, όλα λιμνάζουν.
Χρησιμοποιήθηκε σε φιλοσοφικά και ποιητικά συμφραζόμενα για να περιγράψει την παγίδα της αδράνειας ή της αναποφασιστικότητας.
πηγή alfavita.gr