Ένα τετράδιο Α4 γεμάτο μικρές γραμμές, σχήματα, σκαριφήματα, σχέδια και σχηματισμούς, βέλη και μικρές φράσεις στα ισπανικά και μπαλετικούς όρους στα γαλλικά. Αν και σίγουρα προκαλεί το ενδιαφέρον όταν το αντικρίζει κανείς, δεν είναι εύκολο να πιστέψει ότι όλα τα παραπάνω μπορούν να μεταφραστούν σε μία υψηλή μορφή τέχνης. Μάλιστα, σε μία από τις υψηλότερες μορφές τέχνης: το κλασικό μπαλέτο.
Είναι οι σημειώσεις της Βερόνικα Βιγιάρ, μίας εκ των χορογράφων – αναβιωτών της κλασικής και εμβληματικής χορογραφίας του Πετιπά στη «Ζιζέλ» του Αντόλφ Αντάμ για το μπαλέτο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Μία ενδιαφέρουσα, ρομαντική στροφή ρεπερτορίου για το μπαλέτο της ΕΛΣ, στροφή προς το κλασικό μπαλέτο μετά από πολύ καιρό, με την αναβίωση μίας κλασικής χορογραφίας, με την έννοια της διαχρονικότητας, σε ένα έργο – ορόσημο του μπαλετικού ρεπερτορίου.
«Είναι οι σχηματισμοί, είναι το μέτρημα, όλα αυτά πρέπει να τα καταγράψουμε, σκηνή-σκηνή», εξήγησε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για τη διαδικασία της αναβίωσης μίας χορογραφίας.
Η Βερόνικα Βιγιάρ και η Ελένα Ιγκλέσιας ανέλαβαν να αναβιώσουν τη διάσημη χορογραφία του Μαριύς Πετιπά, ο οποίος την παρουσίασε το 1884 με το Αυτοκρατορικό Μπαλέτο της Αγίας Πετρούπολης, δημιουργώντας έναν μαγικό διάλογο του κλασικού ύφους με το συναίσθημα και την αφήγηση.
Οι δρόμοι της Βερόνικα και της Ελένα έχουν διασταυρωθεί ξανά στο παρελθόν, αλλά αυτή είναι η πρώτη φορά που συνεργάζονται ως χορογράφοι. Όπως επεσήμαναν, το έργο της αναβίωσης μίας χορογραφίας είναι μία σύνθετη και μακρά διαδικασία. Πόσο μάλλον όταν μιλάμε για μία χορογραφία, η οποία στην πραγματικότητα δεν έχει τυπικά τεκμήρια για να ανατρέξει κανείς και να αναπαράγει.
«Οι χορογραφίες καταγράφονται ορισμένες φορές σε βιβλίο από κάποιον “χορολόγο”, αλλά δεν είναι βιβλία που μπορεί κανείς να τα αποκτήσει για να τα μελετήσει», εξήγησε η Βερόνικα και συνέχισε: «Βεβαίως, ως χορεύτρια έχω χορέψει πολλούς ρόλους της “Ζιζέλ” σε διαφορετικές βερσιόν, άλλες σύγχρονες, άλλες κλασικές. Οπότε, όταν άρχισα να σκέφτομαι τη χορογραφία για τη Λυρική βασίστηκα στις προσωπικές μου εμπειρίες και βιώματα, στο τι έβγαζε νόημα. Επιπλέον, έπρεπε να γίνουν κάποιες προσαρμογές σε σχέση με τον αριθμό των χορευτών που έχει στο δυναμικό του το κάθε μπαλέτο, για το οποίο καλούμαστε να χορογραφήσουμε. Οπότε, σιγά-σιγά δούλεψα κομμάτι-κομμάτι το έργο, σημειώνοντας και σχεδιάζοντας η ίδια».
«Διαπερνά κανείς σκηνή-σκηνή, τη μουσική, και σημειώνει σε κάθε μέτρημα τι θέλει να κάνει. Επίσης, παρακολουθήσαμε πολλά βίντεο, πολύ παλιά, όπως επίσης και ένα σχετικό ντοκυμαντέρ. Ακόμη, μελέτησα και ένα βιβλίο που αναφέρεται ειδικά στη “Ζιζέλ”», πρόσθεσε από την πλευρά της η Έλενα Ιγκλέσιας.
Έτσι, σαν άλλοι αναστηλωτές ενός μνημείου, που δεν υπάρχει σε φωτογραφία από τους περασμένους αιώνες, το οποίο καλούνται να το μελετήσουν, να καθαρίσουν ένα-ένα τα κομμάτια, να σχεδιάσουν πού θα πάει τι και εν τέλει να το δομήσουν από την αρχή, έτσι και οι χορογράφοι: μελετούν τη μουσική, την ιστορία, στέκονται σε μία-μία σκηνή, σχεδιάζουν τους σχηματισμούς και τις κινήσεις, ώστε εν τέλει να «ζωντανέψουν» ξανά ένα περιβάλλον απαρτισμένο από κινήσεις, ροή, σχήματα και μουσική.
Αλλά, ούτως, ή άλλως, αυτό που φαίνεται να έχει σημασία δεν είναι η απόλυτη αναπαραγωγή μίας εικόνας και των κινήσεων. Είναι κάτι πέρα και παραπάνω από αυτό. Είναι η αποτύπωση και η ανάδειξη της ουσίας της. Της ίδιας ουσίας που αναδείκνυε η χορογραφία του 1884 του Πετιπά.
«Για εμάς ήταν ξεκάθαρο ότι θέλαμε να κρατήσουμε την χορογραφία όσο πιο κοντά στην πρωτότυπη γίνεται. Τα χρόνια, όμως, που έγινε η “Ζιζέλ”, οι χορευτές δεν χόρευαν με τον ίδιο τρόπο που χορεύουν τώρα. Οπότε, στο κλασικό μπαλέτο καλούμαστε να κρατήσουμε την ουσία, το πλαίσιο, τα βήματα και το στυλ της πρωτότυπης βερσιόν», επεσήμανε η Ελένα.
«Σε μία κλασική βερσιόν, είναι απαραίτητο να επιστρέψει κανείς στις ρίζες. Μπορείς να αλλάξεις κάποια πράγματα, αλλά το στυλ, κάποιες εμβληματικές στιγμές που έχουν διατηρηθεί από το πρωτότυπο και που κρατούν την ουσία της πρωτότυπης προσέγγισης, πρέπει να κρατηθούν», συμπλήρωσε η Βερόνικα. «Για αυτόν τον λόγο, άλλωστε, η “Ζιζέλ” ήταν μία πρόκληση για εμάς: γιατί θέλαμε να κρατήσουμε το πλαίσιο, αλλά χωρίς να επαναλάβουμε τα πάντα. Έπρεπε να βρούμε την ιδανική ισορροπία».
Για τις δύο διακεκριμένες χορογράφους, μία επιτυχημένη αναβίωση αποτελεί ακριβώς αυτό: να έρθει ξανά στο φως η ουσία, ο πυρήνας της πρώτης εκείνης ιδέας τόσων χρόνων πριν. Και, άλλωστε, η διαδικασία μίας αναβίωσης, όσο μακρά και «επίπονη» μπορεί να είναι σε σχέση με μία πρωτότυπη χορογραφία –«εκεί υπάρχει ελευθερία. Κάθε βήμα είναι πιθανό, κάθε τρόπος κίνησης είναι πιθανός, κάθε κοστούμι»– φαίνεται πως ταιριάζει ούτως ή άλλως στο κλασικό μπαλέτο. Εκεί, που πρέπει να έχει προηγηθεί επίμονη και επίπονη δουλειά για να φαίνεται κάθε κίνηση αέρινη, κάθε βήμα ανάλαφρο και ο χορός στις πουέντ να μοιάζει με τη ρουτίνα ενός πρωινού καφέ…
Η παραγωγή της «Ζιζέλ», του ρομαντικού μπαλέτου με τη σαγηνευτική μουσική του Αντόλφ Αντάμ, με τη διαχρονική χορογραφία του Πετιπά που αναβιώνουν οι Βερόνικα Βιγιάρ και Ελένα Ιγκλέσιας θα παρουσιαστεί για ΕΞΙ/ΕΠΤΑ (;) ακόμη παραστάσεις, στην αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος», στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, στις 24, 26, 28, 30 και 31 Δεκεμβρίου 2025 και στις 2 και 3 Ιανουαρίου 2026, υπό τη μουσική διεύθυνση του Χοσέ Σαλασάρ και τη συμμετοχή διεθνών σταρ του μπαλέτου στο πρωταγωνιστικό ζευγάρι.
πηγή ΑΠΕ ΜΠΕ













