Date:
Σα βγεις στον πηγαιμό για την απώλεια βάρους, να ξέρεις ότι ο δρόμος της δίαιτας δεν είναι μόνο μακρύς, αλλά και σπαρμένος με προβλήματα.
Μέχρι το μεσημέρι του Σαββάτου είχα τηρήσει ευλαβικά τη δίαιτά μου. Το απόγευμα πήγα για καφέ, που εξελίχθηκε απρογραμμάτιστα σε ρακές με κρητικούς μεζέδες. Ο διαιτολόγος μου δεν θα χαιρόταν πολύ πρώτ’ απ’ όλα με τη ρακή, που είχε 38% περιεκτικότητα σε αλκοόλ και αυτό επηρεάζει αρνητικά –αν θυμάμαι καλά– τη στομαχική και εντερική χλωρίδα, με διάφορα επακόλουθα στην απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών και την επεξεργασία των τροφών, που δεν έχω συγκρατήσει ακριβώς για να τα μεταφέρω, πάντως καλά δεν είναι.
Δεν θα πω ότι έφαγα μεγάλες ποσότητες, ευτυχώς ήταν λιγόφαγοι κι οι φίλοι, αλλά σίγουρα τα μεζεδάκια δεν είχαν την ενδεδειγμένη ισορροπία πρωτεϊνών και υδατανθράκων, για να μην πω ότι περιλάμβαναν και κάποια είδη που ο διαιτολόγος μου έχει συστήσει να αποφεύγω (όπως τα χόρτα, που έχουν άπεπτες φυτικές ίνες, ίσως και τα λουκάνικα ξυδιού, για τα οποία η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε κάνει ποτέ κουβέντα γιατί μέχρι εκείνη τη βραδιά δεν είχα ξανασυναντήσει ποτέ). Πάντως, περάσαμε έκτακτα!
Την Κυριακή το μεσημεράκι, μετά από πρωινό και δεκατιανό απόλυτα μετρημένα, δέχτηκα μια πολύ δελεαστική πρόταση από φίλους: Έλα να φάμε κοτόσουπα, μου είπαν. Όμως το –επίσης μετρημένο– μεσημεριανό που θα έτρωγα στο σπίτι ήταν σχεδόν έτοιμο, άσε που, αν πήγαινα εκεί, σίγουρα δεν θα ζύγιζα τις ποσότητες, ακόμα κι αν υπήρχε ζυγαριά κουζίνας. Έτσι, όσο κι αν ήθελα να πάω, απάντησα με πόνο ψυχής: Δυστυχώς, δεν μπορώ, γιατί έχω ξεφύγει με τη δίαιτά μου και θέλω σήμερα να την τηρήσω!
Συμφωνήσαμε να πάω μετά για καφέ, για την παρέα, και πήρα στη ζούλα το απογευματινό στην τσέπη του μπουφάν μου, ώστε να τηρήσω τη δίαιτα και να μην μπω στον πειρασμό να μασουλήσω ό,τι μπορεί να είχαν εκεί. Όλα πήγαν καλά μέχρι που αρχίσαμε να παίζουμε επιτραπέζια και βγήκαν κάτι μπολ με τσιπς και άλλα σνακ. Όσο το μυαλό μου σκεφτόταν ότι είναι κενές θερμίδες, ότι τίποτα υπερεπεξεργασμένο δεν είναι ωφέλιμο, ότι, ότι, ότι, το χέρι μου είχε αρπάξει μερικά και τα είχα φάει – ενώ την ίδια στιγμή κάποιος μηχανισμός απώθησης έμπαινε σε ασυνείδητη λειτουργία, για να μην καταγραφεί στη μνήμη μου ως παρασπονδία. Που δεν ήταν και μεγάλη, εδώ που τα λέμε, όχι γιατί κατάφερα να συγκρατηθώ, αλλά γιατί έπρεπε να φύγω και να πάω σε μια παράσταση, ευτυχώς!
Αν από όλα τα παραπάνω δεν κατέστη σαφές, να το πω ξεκάθαρα: Ένα από τα πιο μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζω προσπαθώντας να μείνω πιστός στο διατροφικό μου πρόγραμμα είναι αυτό που ονομάζω κοινωνικό φαγητό. Όλα τα φαγώσιμα που συνδέονται με κοινωνικές δραστηριότητες, από τον συνάδελφο που γιορτάζει στη δουλειά και θα φέρει και αλμυρό και γλυκό για να κεράσει –το έχω κάνει κι εγώ, ωραία φάση– μέχρι τις παρέες που λένε να πάμε να «τσιμπήσουμε κάτι» ή να «χτυπήσουμε κάνα σουβλάκι μετά το σινεμά» (όπου με νύχια και με δόντια έχω αντισταθεί στο ποπ κορν, γιατί αν φτιάξεις σπιτικό είναι ΟΚ, αλλά το έτοιμο όχι).
Γιατί αποφάσισα να κάνω δίαιτα
Αν ήθελα να είμαι απολύτως ειλικρινής, το ερώτημα θα έπρεπε να είναι γιατί αποφάσισα να κάνω δίαιτα με διαιτολόγο για τρίτη φορά στη ζωή μου, τη στιγμή που οι δύο προηγούμενες είχαν μεν πάει πολύ καλά, αλλά μετά ξαναπήρα όλα τα κιλά – κι ακόμα περισσότερα. Ας πούμε ότι ως μεσήλικας πια αποφάσισα να καθιερώσω τα ετήσια τσεκ απ που συστήνουν οι ειδικοί, στα οποία χτύπησαν διάφορα καμπανάκια. Ευτυχώς, τίποτα μη αναστρέψιμο, με διαβεβαίωσε ο καρδιολόγος, αρκεί να αποφάσιζα να αλλάξω μερικές κακές συνήθειες, όπως το να τρώω ό,τι ήθελα και όσο ήθελα όποτε ήθελα, και να μην γυμνάζομαι καθόλου. Δεν το είπε έτσι, αλλά αυτό ήταν το νόημα. Γιατί όταν σου λένε ότι καλό είναι να χάσεις τουλάχιστον 15 κιλά, καταλαβαίνεις ότι δεν μπορείς να τρως ό,τι θες, όσο θες και όποτε θες.
Η παθολόγος ήταν λίγο πιο σαφής, για να μην πω αυστηρή – δεν είναι τυχαίο ότι μου ήρθε στο μυαλό η προσφώνηση «φράου». Είστε διατεθειμένος να κάνετε σοβαρή προσπάθεια να χάσετε κιλά, με διαιτολόγο; μου είπε, αλλιώς ήθελε ευθύς αμέσως να ξεκινήσω στατίνες. Έτσι, βρέθηκα ξανά στο διαιτολογικό γραφείο με την εξής συνειδητοποίηση: Το μεγάλο στοίχημα όταν είσαι σε διατροφή είναι όσο τηρείς το πρόγραμμα να διαμορφώσεις συνήθειες που θα κρατήσεις και μετά, ώστε να μην ξαναπάρεις τα κιλά – εκτός αν θέλεις να σε παρακολουθεί μονίμως διατροφολόγος, ιδέα με την οποία ομολογώ ότι φλερτάρω, μολονότι στενάζει το πορτοφόλι μου.
Δεν με αφήνουν ν’ αγιάσω…
Άπαξ και λύσεις το πρόβλημα του να εντάξεις τη μηνιαία αμοιβή του διαιτολόγου στο μπάτζετ σου, και μετά το αμέσως επόμενο, να προετοιμάζεις συστηματικά όσα πρέπει να τρως, περνάς στην πίστα των πειρασμών. Που μπορεί να τους βγάλεις από το σπίτι σου, δεν μπορείς όμως να τους βγάλεις από τη ζωή σου. Γιατί, αν θέλεις να βγαίνεις από το σπίτι σου, οι πειρασμοί καραδοκούν παντού, αρχής γενομένης από το γραφείο όπου δουλεύεις: Αν το προσωπικό της εταιρείας είναι πολυπληθές, το ορθόδοξο εορτολόγιο κατά περιόδους σε χτυπάει ανελέητα με κεράσματα. Βάλε επίσης τους μπουφέδες –Θου, Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου!– σε συνεντεύξεις Τύπου κι εκδηλώσεις, βάλε και τους συναδέλφους που σε ξεσηκώνουν να παραγγείλετε σουβλάκια – ακόμα κι αν έχουν φέρει κι εκείνοι ταπεράκι! Και μη μου πεις ότι αυτά είναι μια στο τόσο, γιατί η καθημερινότητά μου μπορεί να σε διαψεύσει!
Εκεί βέβαια που γίνεται πραγματικό παρανάλωμα, είναι οι κοινωνικές δραστηριότητες, για να επανέλθω εκεί απ’ όπου ξεκίνησα. Είναι σοκαριστικό πόσο έχουμε συνδέσει την ψυχαγωγία και τη φιλοξενία με το φαγητό, κι ακόμα πόσο δύσκολο είναι να βάλεις τον παράγοντα «υγιεινό» σε ό,τι εξωσπιτικό τρως! Επίσης, από μόνες τους οι κοινωνικές συναναστροφές είναι πολύ καλός περισπασμός για να μασουλάς «ερήμην» της προσοχής σου, όπως έκανα καλή ώρα με τα πατατάκια ενώ παίζαμε επιτραπέζια…
Μια (μερική) λύση στο πρόβλημα
Πού καταλήγουμε; Θα σας πω πού κατέληξα εγώ: Ότι επειδή αργά ή γρήγορα θα βρεθεί κάτω από τη μύτη μου ένας πειρασμός στον οποίο δεν θα μπορώ να αντισταθώ, είναι καλό να αντιστέκομαι σε όσους μπορώ. Στο σπίτι, η μόνη λύση είναι να μην μπαίνουν πειρασμοί καθόλου. Κι αν το καθόλου είναι ανθρωπίνως αδύνατο, ας είναι σε εξαιρετικές περιστάσεις.
Ανάλογη «προληπτική» εγκράτεια προσπαθώ να δείχνω και εκτός σπιτιού, γιατί ξέρω ότι η εξαιρετική περίπτωση στην οποία δεν θα μπορώ θα έρθει. Αν έχω ταπεράκι με φαγητό στο γραφείο –και φροντίζω πάντα να έχω– δεν θα ενδώσω ποτέ στις προτροπές να πάρω (και) σουβλάκια. Έτσι, θα μπορέσω να κάνω την «αμαρτία» με την παρέα μου, όταν θα μου είναι πραγματικά δύσκολο να την αποφύγω. Αν το γλυκό που με κερνάνε δεν είναι πολύ του γούστου μου, θα το αρνηθώ ευγενικά, ώστε να μπορώ να φάω εκείνο για το οποίο τρελαίνομαι χωρίς να στενάξει μετά η ζυγαριά. Αν το εστιατόριο στο οποίο βρεθώ επιτρέπει να φάω κάτι «λογικό», θα το προτιμήσω, ώστε να κάνω μια στο τόσο τη γουρουνιά εκεί που το μέρος ή απλώς η διάθεσή μου δεν θα μου αφήνουν άλλα περιθώρια. Κι αν μια γουρουνιά τελικά δεν μου δίνει απόλαυση, προσπαθώ να το καταγράψω στο μυαλό μου για να μην την επαναλάβω σε επόμενη ευκαιρία.
Και το γλέντι συνεχίζεται – όπως και η δίαιτα
Το να πεις ότι η δίαιτα δεν είναι κατοστάρι αλλά μαραθώνιος είναι ως ένα βαθμό αντιπροσωπευτικό, αν και μάλλον για υπερ-μαραθώνιο το κόβω, μη σου πω γι’ αυτές τις ρόδες που βάζουν τα χάμστερ και τρέχουν χωρίς σταματημό. Έχω φτάσει τον στόχο που βάζει ο διαιτολόγος μου; Ούτε μία εβδομάδα, τολμώ να πω, γιατί ούτε ιδιόρρυθμος ερημίτης θέλω να είμαι, ούτε έχω ατσάλινη εγκράτεια.
Πάντως, έναν χρόνο αφότου ξεκίνησα την προσπάθεια, το αιματολογικό μου προφίλ είναι σαφώς βελτιωμένο, το ίδιο και οι αντοχές μου, ενώ ξαναχώρεσα σε ρούχα που είχα για δόσιμο και –δεν θα το κρύψω– νιώθω πιο άνετα όταν κοιτάζομαι στον καθρέφτη. Δεν βλέπω ξεκάθαρα τη γραμμή του τερματισμού, αλλά θεωρώ κέρδος ότι παραμένω στον αγώνα. Κι αν με καλέσετε στο σπίτι σας, μη δώσετε σημασία αν καταφέρω να μην φάω πολύ. Δεν είναι που δεν εκτιμώ τη μαγειρική, την παρέα ή τη φιλοξενία σας, είναι που προσπαθώ να κρατάω ισοζύγιο.
πηγή ow.gr
Εικονογράφηση: Χριστίνα Αβδίκου