Date:
Σήμερα Κυριακή 7 Φεβρουαρίου, σύμφωνα με το εορτολόγιο γιορτάζουν όσοι φέρουν το όνομα Παρθένιος, Παρθένης, Παρθενία, Παρθενόπη, Λουκάς, Λουκία και Λουκίτσα.
Όσιος Λουκάς
Πατρίδα του Οσίου Λουκά ήταν το Καστρί της Φωκίδας, οι σημερινοί Δελφοί. Οι προγονοί του ήταν Αιγινήτες. Για να αποφύγουν όμως τις ληστρικές επιδρομές των Αγαρηνών (Τούρκων), αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το νησί και να εγκατασταθούν στο Ιωαννίτζη, τοποθεσία της Δεσφίνας. που βρίσκεται ανάμεσα στην αρχαία Κίρρα και την Αντικυρά. Αργότερα αποτραβήχτηκαν στο λιμανάκι Βαθύ, όπου γεννήθηκε ο πατέρας του Λουκά Στέφανος και τέλος ανέβηκαν ψηλότερα και εγκαταστάθηκαν στους Δελφούς.
Ο πατέρας του παντρεύτηκε μια Αιγινήτισσα, την Ευφροσύνη, με την οποία απέκτησε επτά παιδιά. Ο Λουκάς, ο τρίτος στη σειρά, γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου του 896. Η παιδική του ηλικία ήταν γεμάτη στερήσεις, σκληρή εργασία, αλλά και πίστη στο Θεό. Ύστερα από το θάνατο του πατέρα του απορροφήθηκε στη μελέτη της Αγίας Γραφής και την προσευχή.
Σε ηλικία 14 ετών ακολούθησε κρυφά από τη μητέρα του δύο μοναχούς από τη Ρώμη ως την Αθήνα και με σύσταση τους κατέφυγε πιθανότατα στη Μονή της Παντάνασσας (Μοναστηράκι). Επέστρεψε όμως στην οικογένειά του και μετά από μικρό χρονικό διάστημα και με την συγκατάθεση της μητέρας του αποσύρθηκε για να μονάσει στο Ιωαννίτζη. Εκεί παρέμεινε από το 910 ως το 917. Κατά το έτος 917, λόγω της επιδρομής των Βουλγάρων στη Βοιωτία και τη Φωκίδα, πέρασε στην απέναντι του Κορινθιακού κόλπου ακτή, όπου παρέμεινε 10 χρόνια, από το 917-927, κοντά στο στυλίτη του Ζεμένου.
Το 927 κατέφυγε και πάλι στο Ιωαννίτζη, όπου παρέμεινε επί 12 χρόνια, δηλ. από το 927-939. Το 939 εγκατέλειψε το Ιωαννίτζη και ήρθε στον Κάλαμο, περιοχή κοντά στην αρχαία Βούλιδα. Εκεί έμεινε τρία χρόνια. Στη συνέχεια έφυγε μαζί με άλλους για να σωθεί από επιδρομή των Τούρκων και πέρασε στο μικρό νησί Άμπελο απέναντι από την Αντίκυρα. Το 945 εγκατέλειψε την Άμπελο για να εγκατασταθεί οριστικά πλέον στη σημερινή θέση του μοναστηριού, όπου και απεβίωσε στις 7 Φεβρουαρίου του 953.
Στο Στείρι τον επισκέπτονταν χιλιάδες πιστοί που ζητούσαν συμπαράσταση στις δυσκολίες τους και θεία φώτιση στη ζωή τους. Ανάμεσά τους και ο στρατηγός του Θέματος της Ελλάδος Κρηνίτης Αροτράς, όπως ήδη αναφέρθηκε. Στο ταπεινό κελλί του, δίπλα στο μισοτελειωμένο εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας, επτά χρόνια μετά την αρχική του εγκατάσταση στο Στείρι, σε ηλικία 56 ετών, ο Όσιος έκλεισε για πάντα τα μάτια του.
Ο Όσιος διακρίθηκε για την εργατικότητα, τη φιλοκαλία, την εγκράτεια, την ευσπλαχνία, τη φιλοξενία, τη φιλανθρωπία. Είχε προικισθεί επίσης με προφητική ικανότητα, η οποία αποδείχτηκε αλάνθαστη τόσο στον εθνικό όσο και στον ιδιωτικό βίο.