Γρ. Ζαρωτιάδης : Ή θα είμαι ο νέος Δήμαρχος ή ο επικεφαλής μιας ανερχόμενης δύναμης
Date:
«Την επομένη των εκλογών, ή θα είμαι ο νέος Δήμαρχος της Θεσσαλονίκης, ή ο επικεφαλής μιας ανερχόμενης δύναμης, της ΥΨΙΠΟΛΙΣ»,
αναφέρει σε σε συνέντευξή του στο Thestival.gr, o επικεφαλής της ΔΚΘ «Υψίπολις» και υποψηφίος δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γρηγόρης Ζαρωτιάδης.
Ο κ. Ζαρωτιάδης μιλά για το ποιες είναι οι προτεραιότητες της παράταξής του για τον δήμο Θεσσαλονίκης, ενώ εξηγεί για ποιο λόγο δεν υπήρξαν συγκλίσεις με άλλους συνδυασμούς.
Μεταξύ άλλων, παρουσιάζει επίσης την θέση της παράταξής του για την διοργάνωση του Thessaloniki Pride στην πόλη.
Αναλυτικά η συνέντευξη του Γρηγόρη Ζαρωτιάδη στο Thestival:
-Ένας οικονομολόγος στα έδρανα του Δημοτικού Συμβουλίου. Πώς φιλοδοξείτε να συμβάλλετε με τη συμμετοχή σας στην καλύτερη λειτουργία του οργάνου;
Καταρχάς φιλοδοξώ να συμβάλλω ως Δήμαρχος στην αποτελεσματική διοίκηση του Δήμου της Θεσσαλονίκης και στην αναπτυξιακή προοπτική που ταιριάζει στη Πόλη μας. Αν οι συμπολίτες μας δεν μας τιμήσουν με αυτήν την ευθύνη, τότε θα αξιοποιήσουμε την παρουσία μας ως οργανωμένη δημοτική παράταξη, προκειμένου να προωθήσουμε τις πτυχές του προγράμματός μας που πιστεύουμε ότι έχουν προτεραιότητα και να ασκήσουμε σταθερή, αταλάντευτη μα ταυτόχρονα και δημιουργική αντιπολίτευση.
Προσωπικά, οι εμπειρίες μου από τη διοίκηση σε φορείς του δημοσίου ή του ιδιωτικού τομέα, σε εθνικό – τοπικό ή διεθνές επίπεδο, σε συνδυασμό με τις γνώσεις μου στα οικονομικά και ειδικότερα στην κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη σε διεθνοποιημένα περιβάλλοντα, με καθιστούν χρήσιμο αφενός στον στρατηγικό, αναπτυξιακό σχεδιασμό μιας περιοχής και στην εφαρμογή των επιμέρους προγραμμάτων, αφετέρου στη βελτίωση της οργανωσιακής δομής και των ακολουθούμενων διαδικασιών, προς ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του Δήμου στο σύνολό του.
-Ποιες παρατάξεις σας προσέγγισαν για προεκλογικές συνεργασίες; Γιατί δεν υπήρξαν συγκλίσεις; «Κόλλησαν» στο όνομα του επικεφαλής;
Όπως δημοσιοποιήθηκε, στο τέλος του 2018 ξεκίνησε μια προσπάθεια διαπαραταξιακής συνεννόησης των κινήσεων με προοδευτικό πρόσημο, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό. Η ΥΨΙΠΟΛΙΣ συμμετείχε σε αυτήν τη διαδικασία, αλλά διαπίστωσε και ανέδειξε νωρίς τις αδυναμίες της, οι οποίες συμπυκνώνονταν στα εξής δύο ζητήματα:
1. Παράλληλα εξελίσσονταν οι διεργασίες στις υποψηφιότητες, οι οποίες είχαν ή διεκδικούσαν κομματική στήριξη, κάτι που για μας, όσο κι αν σεβόμαστε τα πολιτικά κόμματα και τη σημασία τους, δεν έπρεπε να χαρακτηρίζει τουλάχιστον τις τρέχουσες δημοτικές εκλογές.
2. Η συμμετοχή πολλών εκπροσωπήσεων σε αυτήν τη διαδικασία ήταν προσχηματική – δεν ενδιαφέρονταν για την προσπάθεια προγραμματικής σύγκλισης, παρά ήθελαν μόνο να προτάξουν το ζήτημα της επιλογής του κεντρικού υποψηφίου, διότι προφανώς το είχαν προαποφασισμένο με τις «ευλογίες» κομματικών ή άλλων μηχανισμών.
Ως εκ τούτου και καθώς τα παραπάνω δεν αντιστρέφονταν, δηλώσαμε εγκαίρως την αυτοαπομάκρυνσή μας από τη λεγόμενη «διαπαραταξιακή», λίγο πριν αυτή καταλήξει άκαρπη. Όμως, ήδη από την πρώτη, επόμενη στιγμή απευθύναμε ανοικτή πρόσκληση απευθείας συνάντησης των επικεφαλής των κινήσεων προς αναζήτηση συνεργατικής διεξόδου. Αυτό δεν έγινε – τουναντίον προχώρησαν διμερείς συνομιλίες, οι οποίες με τη σειρά τους επίσης δεν κατέληξαν πουθενά.
Έχετε δίκιο να θεωρείτε ότι ένα από τα βασικά θέματα ήταν η επιλογή του επικεφαλής. Σας διαβεβαιώ όμως ότι αυτό δεν ήταν ούτε το μοναδικό, ούτε και το σημαντικότερο. Υπήρχαν τουλάχιστον άλλα δύο που οδήγησαν στην αδυναμία συγκρότησης ενιαίου μετώπου. Το πρώτο είναι το γεγονός ότι κάποιοι από εμάς είχαμε αποφασίσει να αποφύγουμε – εκ πεποιθήσεως – την πρόσδεσή μας σε κομματικούς χώρους, την ίδια στιγμή που κάποιοι –ες άλλοι – ες έχουν ακριβώς την ανάποδη επιλογή. Το δεύτερο, ήταν το ζήτημα του προσανατολισμού της νέας διοίκησης. Εμείς καταθέσαμε συγκεκριμένο πρόγραμμα και στρατηγικό σχέδιο, το οποίο αποτελεί μια τομή, μια ρήξη και όχι τη συνέχεια της απερχόμενης διοίκησης (όσα στοιχεία κι αν οφείλουμε να διατηρήσουμε) και μπορεί να εξυπηρετηθεί πιο αποτελεσματικά από ανθρώπους με τα χαρακτηριστικά που προαναφέρθηκαν στην προηγούμενη ερώτηση.
– Είπατε σε συνέντευξή σας πως αποτελεί προσβολή ο χαρακτηρισμός «υποψηφιότητα αντιδημαρχίας». Θεωρείτε ότι συγκεκριμένοι υποψήφιοι κατεβαίνουν στον δήμο απλώς για μία θέση στη διοίκηση; Εσείς θα την αρνιόσασταν ανεξάρτητα από το ποιος θα σας την πρόσφερε;
Δεν μπορώ και δεν με αφορά να είμαι στο μυαλό και στις ιδιαίτερες επιδιώξεις των ανθυποψηφίων μου. Ο συγκεκριμένος χαρακτηρισμός που διακινήθηκε από ορισμένους –ες των ΜΜΕ, τοπικών και μη, είναι απαράδεκτος και δεν τον επιτρέπω, τουλάχιστον ως προς τον εαυτό μου. Εντάσσεται στην πρακτική κάποιων που θέλησαν να επιβάλουν από την αρχή, πολύ πριν την επίσημη έναρξη της προεκλογικής περιόδου, φαβορί και βασικούς διεκδικητές, με όποια μέσα μπορούσαν. Σε μεγάλο βαθμό, δυστυχώς, το κατάφεραν. Εμείς θα είμαστε εδώ και μετά τις εκλογές για να συμβάλουμε στην αποκάλυψη αυτών των πονηρών διεργασιών.
Όσον αφορά στην τελευταία διάσταση της ερώτησής σας, δηλώνω όσο πιο κατηγορηματικά γίνεται: την επομένη των εκλογών, ή θα είμαι ο νέος Δήμαρχος της Θεσσαλονίκης, ή ο επικεφαλής μιας ανερχόμενης δύναμης, της ΥΨΙΠΟΛΙΣ.
Την εμπιστοσύνη των συμπολιτών μου θα την τιμήσω. Δεν θα την εξαργυρώσω. Το κίνητρό μου για να μπω σε αυτόν τον ωραίο, συνεχή αγώνα δεν είναι οι διοικητικές θέσεις, αλλά να γίνω κι εγώ «υψίπολις», τουτέστιν χρήσιμος στην ανύψωση της Θεσσαλονίκης, στο να κατακτήσει ότι της αξίζει και της αναλογεί.
– Πολλοί εκφράζουν φόβους ότι η απλή αναλογική θα φέρει συναλλαγές «κάτω από το τραπέζι». Συμμερίζεστε αυτή την άποψη;
Καθόλου. Οι συναλλαγές «κάτω από το τραπέζι», το πολιτικό αλισβερίσι, δυστυχώς, υπήρξε, υπάρχει και θα υπάρχει ούτως ή άλλως.
Εμφανίζονταν και εμφανίστηκε κατά τη συγκρότηση των παρατάξεων, τώρα αλλά και πριν, όταν καθ’ έξιν δημοτικοί άρχοντες περιέφεραν τον εαυτό τους ως «πολύφερνη νύφη» από συνδυασμό σε συνδυασμό, υποσχόμενοι ότι μαζί τους φέρουν το τσουβάλι με τις ψήφους…
Εμφανίζονταν και εμφανίστηκε σε συγκεκριμένες πολιτικές περιόδους στην κεντρική πολιτική σκηνή, προεξάχουσας ίσως της περιόδου που διανύουμε, όταν η σύμπτωση πιέσεων από ντόπια και ξένα, πολιτικά και οικονομικά μεγαλοσυμφέροντα αλλοτρίωσαν τους «εύκολους», οδηγώντας τους ακόμη και στον πολιτικό εξευτελισμό τους, για λίγες μέρες σε κάποια καρέκλα.
Το ανήθικο πολιτικό αλισβερίσι δεν αντιμετωπίζεται παρά από την επιλογή των ίδιων των πολιτών. Αυτών που θα διαψεύσουν όσους τους θεωρούς κτήμα τους Αυτών που θα τολμήσουν να αναδείξουν κάθε φορά τις νέες δυνάμεις, τις δυνάμεις που αντιστέκονται και που τιμούν τον λόγο τους.
Ισχυρίζομαι μάλιστα ότι μπορεί η απλή αναλογική να οδηγήσει ακριβώς στο αντίθετο. Διότι, καθώς θα ωριμάζει τόσο το πολιτικό σύστημα, όσο και ο κάθε ένας, η κάθε μια από εμάς, δίνει ακριβώς μεγαλύτερη δύναμη στον εκλογέα, στον πολίτη. Η απλή αναλογική αποτυπώνει αναλλοίωτη την επιλογή του και δυναμώνει τη φωνή του.
Ανήκω λοιπόν στους υποστηρικτές της απλής αναλογικής, χωρίς ναι μεν και αλλά. Και ακριβώς γι αυτό, επειδή αναλογίζομαι την ευθύνη μου για τη ανάγκη διοίκησης του Δήμου, θέλω να διαβεβαιώσω τους συμπολίτες μου ότι η ΥΨΙΠΟΛΙΣ κι εγώ προσωπικά θα εργαστούμε με σωφροσύνη και σοβαρότητα: αν μας τιμήσουν με την ευθύνη της διοίκησης του Δήμου, μπορώ και ξέρω πως να διαχειριστώ ένα πολύχρωμο δημοτικό συμβούλιο. Αν πάλι όχι, την ίδια στιγμή που θα είμαστε αδιαπραγμάτευτοι κομιστές του πολιτικού μηνύματος που θέλουν να περάσουν όσοι επιλέξουν το ψηφοδέλτιό μας, την ίδια στιγμή που θα ασκήσουμε γόνιμη, δημιουργική αλλά και άτεγκτη όπου χρειάζεται κριτική, θα στηρίξουμε τη διοικητική συνέχεια του Δήμου της πόλης μας!
Χωρίς ανταλλάγματα, χωρίς πολιτικές συναλλαγές. Με μόνο κίνητρο να τιμήσουμε αυτούς και αυτές που θα μας τιμήσουν με την στήριξή τους, όπως κι αν εκφραστεί.
– Ποιες είναι οι προτεραιότητές σας για τον δήμο Θεσσαλονίκης; Ποια τα τρία πράγματα που θα δρομολογούσατε από την 1η Σεπτέμβρη αν βρισκόσασταν στο τιμόνι του δήμου;
Θέλω αρχικά να δηλώσω ότι «αντιστέκομαι» στις λογικές των τριών ή πέντε πρώτων ενεργειών, των 100 πρώτων ημερών, ή της νοηματικά αντίστοιχης εμμονής στα «ζητήματα της καθημερινότητας». Θεωρώ ότι αποτελούν εκφάνσεις της πορείας μετάλλαξης του πολιτικού λόγου σε επικοινωνιακές ατάκες και άρα στον μαρκετίστικο εκχυδαϊσμό του.
Όμως, από σεβασμό στο δημοσιογραφικό λειτούργημα, θα απαντήσω στην ερώτησή σας: η βασική μου επιδίωξη ως Δήμαρχος της Θεσσαλονίκης δεν είναι άλλη από το μακρόπνοο, αρθρωτό, ολιστικό, ριζοσπαστικό και συνάμα ρεαλιστικό πρόγραμμα που έχουμε εκπονήσει για την πόλη. Ως εκ τούτου, οι πρώτες μου κινήσεις θα έχουν ως σκοπό τη δημιουργία του κατάλληλου διοικητικού και λειτουργικού υπόβαθρου για την υλοποίηση αυτού του προγράμματος:
1. Θα στελεχώσω και θα δομήσω με προσοχή και σε συνεργασία με όσους –ες χρειαστεί τις αντιδημαρχίες και τις πολιτικές επιτροπές επιλέγοντας πρόσωπα που, λόγω της κοινωνικής τους δράσης, της επιστημονικής και της επαγγελματικής επάρκειάς τους θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του προγράμματός μας.
2. Θα προχωρήσω στην άμεση συγκρότηση επιτροπής για την οργανωσιακή και λειτουργική ανασυγκρότηση της διοικητικής δομής του Δήμου και των υπηρεσιών του. Είμαι πεπεισμένος ότι, αν έχουμε κάνει κάποια βήματα στον εκσυγχρονισμό των κτηρίων και του μηχανολογικού εξοπλισμού, στα ζητήματα της οργάνωσης και των ακολουθούμενων διαδικασιών είμαστε πολύ πίσω με εμφανή αρνητικά αποτελέσματα στην αποτελεσματικότητα.
– Συμφωνείτε με την διοργάνωση του Thessaloniki Pride στη Θεσσαλονίκη;
Για το συγκεκριμένο ζήτημα έχω εκφραστεί και σας ευχαριστώ για τη δυνατότητα να επαναλάβω τη θέση μου, με σαφήνεια και θάρρος: προσωπικά τάσσομαι ξεκάθαρα υπέρ της υπεράσπισης των ατομικών και των συλλογικών δικαιωμάτων των πολιτών. Σέβομαι τη διάθεση του καθενός να προτάσσει τη διαφορετικότητά του με την προϋπόθεση, όμως, ότι θα επιδεικνύεται ο ανάλογος σεβασμός όλων σε όλους και σε όλες. Από τη μέχρι σήμερα εμπειρία των gay pride, μας βρίσκει αντίθετους ο σταθερά εξελισσόμενος εκχυδαϊσμός που προκύπτει στη βάση της εμπορευματοποίησης της διαφορετικότητας. Εμείς, ως ”Υψίπολις” θα επιδιώξουμε τη διοργάνωση ενός φεστιβάλ που, μέσα από τις καλλιτεχνικές και κοινωνικές δράσεις του, θα αντιμετωπίζει και θα αναδεικνύει το διαφορετικό με τον σεβασμό που του αρμόζει. Γιατί πιστεύουμε ότι το να μάθεις να σέβεσαι το διαφορετικό είναι θέμα παιδείας και ένδειξη πολιτισμού. Σίγουρα όμως είναι άλλο πράγμα η αποδοχή και ο σεβασμός στη διαφορετικότητα και άλλο πράγμα οι συμπεριφορές που υπόκεινται απόλυτα στις επιταγές του καταναλωτισμού και της εμπορευματοποίησης.
– Λέτε «ναι» στη διπλωματία των πόλεων με δήμους της Βόρειας Μακεδονίας;
Η άποψή μου για τη Συμφωνία των Πρεσπών έχει διατυπωθεί ξεκάθαρα και συγκεκριμένα. Είναι μια κακή, μη πρόσφορη συμφωνία, έγινε με πιέσεις «έξωθεν» και στο μέλλον θα δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από αυτά που υποτίθεται ότι έλυσε. Έχει ωστόσο δυστυχώς δημιουργήσει διπλωματικά τετελεσμένα, τα οποία θα πρέπει στο εξής να λαμβάνουμε υπόψη μας, ακόμη κι αν παράλληλα επιδιώξουμε, ως χώρα, ως κοινωνία και κράτος την αλλαγή τους. Η Θεσσαλονίκη όμως δεν είναι δυνατόν να περιχαρακωθεί σε αδιέξοδα που προέκυψαν με πολιτική απόφαση της κυβέρνησης και de facto συγκατάθεση της αντιπολίτευσης. Απαντώντας λοιπόν στην ερώτηση άμεσα θα έλεγα πως η δημοτική αρχή υπό τη διεύθυνσή μου θα επιδιώξει συνεργασίες με πόλεις όλων των Βαλκανίων, μεταξύ αυτών και με τους δήμους του κράτους στα βόρεια σύνορά μας, με πρόθεση τις συνέργιες σε διάφορους τομείς, αποσκοπώντας στην οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη της περιοχής και γνώμονα πάντα το εθνικό συμφέρον και το συμφέρον της Θεσσαλονίκης.
– Πώς μπορεί η Θεσσαλονίκη να απαλλαγεί από τον βραχνά των παράνομα παρκαρισμένων οχημάτων; Κερδίζουν οι πολίτες από τη εφαρμογή του συστήματος ελεγχόμενης στάθμευσης;
Δεν γίνεται πόλη σαν την Θεσσαλονίκη χωρίς ελεγχόμενη στάθμευση. Άλλο όμως η ελεγχόμενη στάθμευση και άλλο η εισπρακτική λογική του συστήματος που εφαρμόζει ο Δήμος προς εξυπηρέτηση μάλιστα ιδιωτικών συμφερόντων.
Η παράνομη στάθμευση σε σημεία κυκλοφοριακής αιχμής αποτελεί πράγματι έναν βραχνά που ενισχύει το κυκλοφοριακό της πόλης. Η λύση είναι μια και έγκειται στην επικαιροποίηση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου βιώσιμης αστικής κινητικότητας: εκτός του μετρό, υπέργεια μέσα σταθερής τροχιάς, μινι-λεωφορεία γειτονιών, αξιοποίηση και τακτοποίηση εναλλακτικών μορφών μετακίνησης όπως τα ποδήλατα και ηλεκτροκίνητα πατίνια, προώθηση σύγχρονων μορφών συλλογικής μετακίνησης (car- και bike-sharing) με τη θέσπιση σχετικών κινήτρων σε συνεργασία με τους φορείς της περιοχής μας. Σε συνδυασμό με αυτά, πρέπει να αναπτυχθεί ένα επαρκές δίκτυο οργανωμένων χώρων στάθμευσης κοινοτικής ή ιδιωτικής εκμετάλλευσης (με ελεγχόμενη συμβατικά, μη-κερδοσκοπική τιμολόγηση), περικεντρικά και στις γειτονιές, προκειμένου να μειωθεί όσο το δυνατόν περισσότερο η κίνηση του ΙΧ.
– Πώς μπορεί να συμβάλλει μια δημοτική αρχή στην αντιμετώπιση της ανομίας στον χώρο των πανεπιστημίων; Μπορεί να ξαναγίνει ασφαλής γειτονιά η Ροτόντα;
Το ζήτημα της ασφάλειας στην πόλη μας είναι από αυτά που κυριάρχησαν στην τρέχουσα προεκλογική περίοδο. Πρόσφατα είχα την ευκαιρία να διατυπώσω εκ νέου την άποψή μου και τις προτάσεις της ΥΨΙΠΟΛΙΣ.
Η αστυνόμευση όσο απαραίτητη κι αν είναι δεν αποτελεί παρά την «ασπιρίνη» του προβλήματος. Η θεραπεία έγκειται τουναντίον στην χωρικά ισόρροπη ανάπτυξη της Πόλης. Ο Δήμος υπό τη δική μας διοίκηση δεν θα τρέξει απλώς ένα πρόγραμμα κοινωνικά δίκαιης και περιβαλλοντικά βιώσιμης προόδου, αλλά θα υπηρετήσει τη λογική της χωρικής διάχυσης της παραγόμενης ευημερίας. Το πρόγραμμά μας για τον «τουρισμό στις γειτονιές», όπως και αυτό που τιτλοφορούμε «όλη η Πόλη μια έκθεση» επιβεβαιώνουν τη λογική της χωρική κατανομής που διέπει την πολιτική που θα ακολουθήσουμε.
Το δεύτερο σημείο που θέλω να αναδείξω για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας και της παραβατικότητας, βοηθά αν το προσεγγίσουμε αρχικά με αλληγορικό τρόπο: όταν μια πληγή κακοφορμίζει πρέπει να την ανοίξουμε. Όταν ένας χώρος αποπνέει μια άσχημη μυρωδιά, ανοίγουμε τις πόρτες και τα παράθυρα. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της εγκληματικότητας και της παραβατικότητας στους δημόσιους χώρους. Η λύση είναι να ανοίξουμε τους δημόσιους χώρους. Να τους ανοίξουμε σε δράσεις, να σχεδιάσουμε προγράμματα πολιτιστικής κοινωνικής και οικονομικής, ατομικής και συλλογικής παρέμβασης. Αυτό προτείνουμε εμείς, αυτή είναι η συνεισφορά που μπορεί να έχει ο Δήμος Θεσσαλονίκης: να φέρουμε ξανά τους πολίτες στους δημόσιους χώρους τους. Να τους κινητοποιήσουμε για να τους ανακτήσουν.