Date:
Ο πιο επικίνδυνος τύπος καρκίνου του δέρματος θεωρείται το μελάνωμα, που μπορεί να εμφανιστεί στον οποιονδήποτε, ανεξαρτήτως ηλικίας.
Πρόκειται για επιθετική μορφή καρκίνου που αν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως οδηγεί σε μεταστάσεις, οι οποίες είναι πιθανόν να αποβούν μοιραίες για τον ασθενή. Σήμερα η επιστήμη μπορεί να θεραπεύσει σε μεγάλο ποσοστό το μελάνωμα που εντοπίζεται σε πρώιμο στάδιο με επεμβατικές μεθόδους και φαρμακευτικές θεραπείες, με το προσδόκιμο ζωής των ασθενών να επεκτείνεται κατά +10 έτη.
Τι είναι το μελάνωμα και πώς εμφανίζεται
Οι διάφοροι τύποι καρκίνου του δέρματος εμφανίζονται στην ανθρώπινη επιδερμίδα, όμως προκύπτουν με διαφορετικό τρόπο. Το μελάνωμα προέρχεται από τα μελανοκύτταρα, τα οποία βρίσκονται στη βαθύτερη στοιβάδα της επιδερμίδας, δηλαδή της εξωτερικής στοιβάδας του ανθρώπινου δέρματος. Από εκεί ξεκινάει η συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων μελανώματος – σε ποσοστό που προσεγγίζει το 90%. Εν τούτοις, πρέπει να γνωρίζουμε ότι μελάνωμα μπορεί να εμφανιστεί και να αναπτυχθεί και σε άλλα όργανα ή ιστούς όπου εντοπίζονται μελανοκύτταρα, όπως είναι το ανθρώπινο μάτι, οι μήνιγγες και η πρωκτογεννητική οδός.
Τα μελανοκύτταρα κατά τη φυσιολογική τους λειτουργία, προστατεύουν το δέρμα μας από τον ήλιο: Παράγουν μια χρωστική ουσία που ονομάζεται μελανίνη, προκύπτει από την έκθεσή μας στον ήλιο και έχει ως σκοπό την προστασία των γειτονικών κυττάρων του δέρματος από την αρνητική επίδραση της ακτινοβολίας του ήλιου.
Ένα σημάδι στην επιδερμίδα μας που δεν υπήρχε μέχρι πρότινος, μια «ελιά» της οποίας η μορφή έχει αλλάξει ακόμα και ελαφρώς, μια «κηλίδα» που διαφέρει από άλλες που τυχόν έχουμε στο δέρμα μας, πρέπει να μας θορυβήσει και να εξεταστεί άμεσα από ειδικό, καθώς όπως και στις περισσότερες μορφές καρκίνου, έτσι και στο μελάνωμα, η έγκαιρη διάγνωση είναι ζωτικής σημασίας για την περαιτέρω εξέλιξη της νόσου.
Διάγνωση και αντιμετώπιση του μελανώματος
Όταν εντοπίζουμε ένα σημάδι που μας φαίνεται «ύποπτο» ή κατά τη διάρκεια ενός προληπτικού ελέγχου στο δέρμα μας, απευθυνόμαστε στον ειδικό γιατρό, ο οποίος και τελεί την κλινική αναγνώριση ενός ύποπτου σπίλου («ελιάς»). Η αναγνώριση αυτή βασίζεται στην αξιολόγηση πέντε χαρακτηριστικών του σπίλου που τα αρχικά τους συνθέτουν το μνημονικό κανόνα A-B-C-D-E:
A, Asymmetry: ασυμμετρία του σπίλου
B, Borders: ακανόνιστα όρια
C, Color: μη ομοιογενές χρώμα
D, Diameter: μέγεθος του σπίλου (μεγαλύτερο από 5-6 χιλιοστά)
E, Evolution: μεταβολή στα χαρακτηριστικά του σπίλου.
Ένας δερματολόγος με τη δερματοσκόπηση, που είναι η εξέταση του σπίλου με το κατάλληλο όργανο (δερματοσκόπιο). Αναλόγως με τα επιμέρους χαρακτηριστικά που εντοπίζονται κατά την εξέταση αυτή οδηγούμαστε ή όχι στην αφαίρεσή του. Πρέπει να γνωρίζουμε πως κάθε ύποπτος σπίλος που αφαιρείται από τον ασθενή, υπόκειται σε παθολογοανατομική εξέταση για τον έλεγχο παρουσίας καρκινικών κυττάρων και αναλόγως με τα ευρήματα προκύπτουν τα περαιτέρω βήματα που θα πρέπει να ακολουθηθούν και τα οποία σχετίζονται πρωτίστως με το στάδιο της νόσου και με τα συγκεκριμένα δεδομένα της περίπτωσης.
Το δερματικό μελάνωμα κατατάσσεται σε τρεις κατηγορίες και από την κατηγοριοποίηση αυτή προκύπτει εν πολλοίς, η διαδικασία αντιμετώπισής του. Μπορεί λοιπόν να πρόκειται για:
• τοπική νόσο (χωρίς ενδείξεις μετάστασης, στάδια Ι – ΙΙ),
• επιχώρια νόσο (περιορίζεται σε γειτονικούς λεμφαδένες, στάδιο ΙΙΙ)
• μεταστατική νόσο (με απομακρυσμένες εστίες, στάδιο IV).
Είναι κρίσιμο επίσης το γεγονός πως ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών με μελάνωμα φέρουν μετάλλαξη σε ένα συγκεκριμένο γονίδιο, το ογκογονίδιο BRAF, γεγονός που εφόσον εντοπιστεί, διαδραματίζει επίσης καθοριστικό ρόλο στη θεραπευτική διαδικασία.
Η ιατρική κοινότητα προκρίνει ως τρόπο αντιμετώπισης της τοπικής νόσου τη χειρουργική εξαίρεση, ενώ για τη νόσο σταδίου III που υπόκειται σε χειρουργική αφαίρεση, υπάρχει η δυνατότητα χορήγησης επικουρικής αγωγής, στους ασθενείς που θεωρούνται υψηλού κινδύνου, με στόχο την πρόληψη της επανεμφάνισης της νόσου.
Μία σειρά από φαρμακευτικούς παράγοντες έχουν ενσωματωθεί στη θεραπευτική αντιμετώπιση του μελανώματος εδώ και χρόνια. Είτε κατά μόνας είτε σε συνδυασμούς, έχει αποδειχθεί στην πράξη πως μπορούν να βελτιώσουν την ανταπόκριση των ασθενών και να επιμηκύνουν την επιβίωση, ενώ η έρευνα γύρω από το μελάνωμα συνεχίζεται με εντατικούς ρυθμούς.
Σήμερα, κατά συντριπτική πλειοψηφία (85% – 90% των περιπτώσεων), η διάγνωση του μελανώματος γίνεται σε τοπικό στάδιο, οπότε η πρόγνωση είναι ευνοϊκότερη (10ετής επιβίωση 75% – 85%), γεγονός που με απλά λόγια σημαίνει πως με την κατάλληλη αντιμετώπιση και αγωγή, ο ασθενής κερδίζει ποιότητα και χρόνο ζωής.