Σαν Σήμερα το 1922 η «Η Σμύρνη μάνα καίγεται…» – Αφιέρωμα (video)
Date:
Τον Αύγουστο του 1922 ο τουρκικός στρατός άρχισε να φθάνει στη Σμύρνη. Το μέτωπο είχε καταρρεύσει λίγες ημέρες νωρίτερα και πολλοί άντρες του ελληνικού στρατού αναζητούσαν καταφύγιο στα παράλια, λαβωμένοι και απογοητευμένοι.
Από τους Τούρκους, πρώτοι μπήκαν στην πόλη οι τσέτες, δηλαδή οι άτακτοι μαχητές που ακολουθούσαν το στρατό του Κεμάλ. Αμέσως άρχισαν τις θηριωδίες. Εκτέλεσαν όσους άντρες βρήκαν μπροστά τους και έκαναν πλιάτσικο στα σπίτια και άρπαζαν από τις γυναίκες χρυσαφικά και τιμαλφή. Έφτασαν στο σημείο να κόβουν τα δάχτυλα ή τα αφτιά για να πάρουν δαχτυλίδια και σκουλαρίκια….
Η φωτιά κατέκαψε όλη την πόλη, εκτός από τη μουσουλμανική και την εβραϊκή συνοικία, και διήρκεσε από τις 31 Αυγούστου έως 4 Σεπτεμβρίου (με το παλαιό ημερολόγιο). Σήμερα η επέτειος αυτή στην πραγματικότητα είναι η 13 Σεπτεμβρίου, καθώς την επόμενη χρονιά εισήχθη στην Ελλάδα το νέο ημερολόγιο. Η φωτιά σήμανε το οριστικό τέλος της μακραίωνης παρουσίας του ελληνισμού στη Μικρά Ασία….
Μέχρι την καταστροφή της Σμύρνης στην πόλη ζούσαν 270.000 άνθρωποι εκ των οποίων οι 140.000 ήταν Έλληνες, 80.000 μουσουλμάνοι Τούρκοι, 20.000 Εβραίοι και 12.000 Αρμένιοι. Η Γκιαούρ Ιζμίρ, η «άπιστη» Σμύρνη, όπως την αποκαλούσαν οι Τούρκοι, χάθηκε στις φλόγες. Η ιστορική έρευνα έχει αποδείξει ότι ο εμπρησμός της Σμύρνης ήταν αποτέλεσμα οργανωμένου σχεδίου των Τούρκων. Η φωτιά, που ξέσπασε στην αρμένικη συνοικία, ονομάστηκε από πολλούς Τούρκους απλώς «πυρκαγιά», ενώ στην ουσία ήταν ο εμπρησμός μιας εθνότητας….
Την ώρα που η φωτιά κατέστρεφε σπίτια και περιουσίες, οι Τούρκοι σκότωναν, κακοποιούσαν και εξευτέλιζαν με κάθε τρόπο τους Έλληνες. Όσοι κατάφερναν να γλιτώσουν από τα χέρια των διωκτών, έτρεχαν στο λιμάνι κι εγκατέλειπαν την πόλη. Πολλοί έπεφταν ακόμα και στη θάλασσα για να σωθούν. Ο απολογισμός ήταν τραγικός….
Στην καταστροφή σημαντικός ήταν και ο ρόλος των συμμαχικών δυνάμεων, οι οποίες έμειναν προκλητικά αμέτοχες. Φυσικά υπήρξαν και εξαιρέσεις. Για παράδειγμα, υπήρξε ένας Αμερικανός που πλήρωσε από την τσέπη του για να εξασφαλίσει τις ζωές των προσφύγων.