Τα Σέρρας της Εκπαίδευσης: Πώς λειτουργούσε το Διδασκαλείο που ίδρυσε ο Δημήτριος Μαρούλης, ποιοι ήταν οι διδασκαλιστές
Date:
Του Βασίλη Τζανακάρη
“Το Διδασκαλείο και Οικοτροφείο που ίδρυσε ο αείμνηστος Δημήτριος Μαρούλης για τους μαθητές του στα τέλη του 19ου αιώνα, (όταν ο Μαρούλης είχε πάψει να είναι η ψυχή και ο ιθύνων νους του), σε φωτογραφία εποχής.
Το κτίριο που βρισκόταν στην περιοχή της εκκλησίας του Αγίου Αντωνίου και πάνω στον κεντρικό δρόμο, ήταν διώροφο. Το επάνω πάτωμα χρησίμευε ως κατοικία του Μαρούλη και της οικογένειάς του, η οποία αποτελούνταν από πέντε μέλη, τον Μαρούλη, τη σύζυγο του Ελένη και τα τρία τέκνα του, όλα μικρής ηλικίας. Το κάτω πάτωμα ήταν όλο σχεδόν προορισμένο για το Διδασκαλείο. Στο ισόγειο ήταν οι αποθήκες, το τυπογραφείο και τα υπόγεια. Το Τυπογραφείο βρισκόταν ακριβώς κάτω από την αίθουσα της παράδοσης.*
Το διαμέρισμα του Διδασκαλείου περιλάμβανε τρεις κοιτώνες, δύο μεγάλους και ένα μικρό, τη μοναδική αίθουσα της παράδοσης, το εστιατόριο και τη βιβλιοθήκη. Oι μαθητές του Διδασκαλείου προέρχονταν κυρίως από τη Μακεδονία, αρκετοί από την Ήπειρο και μερικοί από μακρινότερα μέρη. Η φήμη του Διδασκαλείου είχε εξαπλωθεί σ’ όλο σχεδόν το Οθωμανικό κράτος, όπου ύπήρχαν Ελληνικές κοινότητες, και πολλοί νέοι, άποροι ιδίως που διψούσαν για καλύτερη μόρφωση έσπευδαν στο Διδασκαλείο, γιατί με την πρωτότυπη διδασκαλία, που γινόταν σ’ αυτό, έβλεπαν, πως μαζί με τη μόρφωση θ’ αποχτούσαν κι ένα βάσιμο εφόδιο για τη ζωή, τη διδασκαλική ικανότητα.
O οργανισμός του Διδασκαλείου είχε ως εξής:
Το Διδασκαλείο ήταν μονοτάξιο, δηλαδή περιλάμβανε μία και μόνη τάξη. Oι μαθητές της τάξεως αυτής διδάσκονταν τέσσερα κατά σειρά χρόνια και αποτελούσαν μία περίοδο. Στην αρχή του τέταρτου έτους προσλαμβάνονταν νέοι μαθητές, οι οποίοι ονομάζονταν δόκιμοι και αποτελούσαν την πρώτη τάξη της νέας περιόδου.
Oι μαθητές κατά μέγα μέρος ήταν οικότροφοι με πολύ λίγους εξωτερικούς, που ήταν τέκνα Σερραίων. Το σύστημα που καθόριζε την τάξη μέσα στο Διδασκαλείο ήταν ένα είδος δημοκρατικού πολιτεύματος, του οποίου τους άγραφους νόμους κανένας ποτέ απ’ τους μαθητές δε διανοήθηκε ή αισθάνθηκε τον εαυτό του ικανό και διατεθειμένο να παραβεί. Δάσκαλος ή καθηγητής δεν ασκούσε επιτήρηση ή εποπτεία και μολαταύτα ήταν παραδειγματική και η διαγωγή και η επιμέλεια των μαθητών. O καθένας ασκούσε αυτοέλεγχο και δεν επιθυμούσε να παράσχει ούτε την παραμικρή αφορμή να γίνει αντικείμενο παρατηρήσεων εκ μέρους των συμμαθητών του. O μαθητής αισθανόταν, πως είχε μια οντότητα, πως ήταν ελεύθερος άνθρωπος, αλλά δε λησμονούσε πως η ελευθερία αυτή σχετιζόταν και με υποχρεώσεις προς το περιβάλλον. Βλέποντας την πειθαρχία και την προσαρμογή προς τα θεσπισμένα που έδειχναν οι άλλοι από ντροπή και φιλοτιμία ως από ένστικτο, θεωρούσε τον εαυτό του υποχρεωμένο να μη φανεί κατώτερος είτε στη συμπεριφορά είτε στην επιμέλεια. Το περιβάλλον του Διδασκαλείου ευθύς εξ αρχής ενέπνεε και επέβαλλε την αγάπη και τον σεβασμό προς το καθήκον. Αλλά και η παρουσία του ιδρυτή και διευθυντή, Μαρούλη συντελούσε πάρα πολύ στη διατήρηση της τάξης και της ησυχίας.
Λίγο πριν αρχίσουν τα μαθήματα, οι διδασκαλιστές, όπως λέγονταν οι μαθητές του Διδασκαλείου, συνέρχονταν σε κοινή συνεδρίαση και έπαιρναν διάφορες αποφάσεις σχετικές με την τάξη και τα καθήκοντα τους, ενώ στο τέλος χωρίζονταν σε τριμελείς ομάδες, και οι συμμετέχοντες σ΄ αυτές λέγονταν ο μεν ένας ευταξίας, οι δε δύο άλλοι βοηθοί. O ευταξίας primus inter pares, ασκούσε την ηγεσία, οι δε δύο άλλοι χρεωστούσαν να τον βοηθούν στην εκτέλεση των διαφόρων υπηρεσιών. Και οι τρεις όμως ήταν ίσοι μεταξύ τους και εκτελούσαν εξίσου τα καθήκοντά τους.
Όσοι αποτελούσαν τις ομάδες αυτές είχαν την φροντίδα για την καθαριότητα των αιθουσών, μοίραζαν το πρόγευμα και το φαγητό, έστρωναν και ξέστρωναν τα τραπέζια, έφερναν νερό πόσιμο, επέβλεπαν την τάξη και εν γένει είχαν το γενικό πρόσταγμα.
Η σειρά της υπηρεσίας για κάθε ομάδα διαρκούσε μια βδομάδα. Άρχιζε το πρωί κάθε Δευτέρας και τελείωνε τη νύχτα της προσεχούς Κυριακής.
Oι διδασκαλιστές σηκώνονταν το πρωί χειμώνα-καλοκαίρι στις έξι. Μετά τον καθαρισμό έπαιρναν το πρόγευμά τους που συνήθως αποτελούνταν από ψωμί, λίγο τυρί ή ελιές. Ακολουθούσε η μελέτη και στις οκτώ άρχιζε η διδασκαλία, η οποία διαρκούσε τέσσερις ώρες πριν το μεσημέρι και δύο μετά. Oι πρωινές ώρες ήταν αφιερωμένες στα θρησκευτικά (2 ώρες), παιδαγωγικά (3), ελληνικά (12), μαθηματικά (3), φυσικά (2), ιστορία (2). Οι μεταμεσημβρινές ήταν ορισμένες για τα τεχνικά μαθήματα: ιχνογραφία (2), μουσική (2), βιολί (2), γερμανικά (3) και εκκλησιαστική μουσική (1).
*Εκτός από το τυπογραφείο το Διδασκαλείο διέθετε και εμπορικό κατάστημα, που είχε ιδρυθεί προς όφελός του. Στο κατάστημα αυτό πουλιούνταν παντός είδους αντικείμενα όπως σκεύη οικιακά, είδη ραπτικής, διάφορα άλλα ψιλικά, βιβλία, ακόμη και βιολιά, τα οποία δίνονταν και μ’ ενοίκιο στους διδασκαλιστές.”
Του Σερραίου ιστορικού και συγγραφέα Βασίλη Τζανακάρη
φωτο Αρχείο Τζανακάρη